Πληθαίνουν τα κρούσματα «βίαιης» συμπεριφοράς σε παιδιά μέσω Διαδικτύου σε πολλές χώρες όσο και στην Ελλάδα. Μάλιστα η δημιουργία ψεύτικων προφίλ, ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyber bulling), η παραβίαση προσωπικών δεδομένων και η συκοφαντική δυσφήμηση φαίνεται ότι είναι ο κύριος όγκος των καταγγελιών που δέχεται η ανοιχτή γραμμή Safeline από χρήστες του Διαδικτύου. Αντίθετα, περιπτώσεις για οικονομικές απάτες και παιδική πορνογραφία βρίσκονται σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο, καθώς θα περίμενε κανείς να είναι το βασικό «μενού» των καταγγελιών. Ειδικότερα, το πρώτο εξάμηνο του 2013 η γραμμή δέχθηκε περίπου 2.250 καταγγελίες ενώ πέρυσι το ίδιο διάστημα άγγιξαν τις 1.350. Χαρακτηριστικό είναι ότι η πλειονότητα των καταγγελιών αφορούν το πλέον δημοφιλές κοινωνικό δίκτυο των τελευταίων ετών, το Facebook.

«Από το σύνολο των καταγγελιών οι 1.092 αφορούσαν αποκλειστικά το Facebook, γεγονός που δείχνει την προσοχή που θα πρέπει να διαθέτουν οι νέοι κατά την πλοήγησή τους στο Διαδίκτυο»
δηλώνει στο «Βήμα» η υπεύθυνη επικοινωνίας της γραμμής κυρία Μελτίνη Χριστοδουλάκη, συμπληρώνοντας ότι, αν και οι καταγγελίες είναι ανώνυμες, «ωστόσο από το περιεχόμενό τους εύκολα οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως τόσο οι γονείς όσο και τα ίδια τα παιδιά, ιδίως οι έφηβοι, προσφεύγουν σε κάποια καταγγελία».
Βέβαια δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς τη σπουδαιότητα και τη χρησιμότητα του Διαδικτύου, ειδικά όταν οι χρήστες λαμβάνουν υπόψη τους και γνωρίζουν τη δύναμη του μέσου που έχουν μπροστά τους. Τι γίνεται όμως όταν οι χρήστες είναι παιδιά ηλικίας κάτω των 13 ετών, πώς μπορούν να αποφευχθούν ανάλογα περιστατικά όπως εκείνο με την αρπαγή της μικρής Χριστίνας Κρασσά από τον 23χρονο Αλβανό τον οποίο γνώρισε μέσω Facebook; «Ο υπολογιστής είναι ένα εργαλείο τεράστιας σπουδαιότητας. Βοηθά το παιδί να αποκτήσει γνώσεις, να ψυχαγωγηθεί, να επικοινωνήσει με τους φίλους του, υπό την προϋπόθεση να μάθει πώς να τον χρησιμοποιεί» λέει στο «Βήμα» η ψυχολόγος – παιδοψυχολόγος κυρία Αλεξάνδρα Καππάτου. Πριν από κάποια χρόνια ίσως να μη φανταζόταν κανείς ότι το Διαδίκτυο θα εισέβαλλε τόσο πολύ στη ζωή μας. Σήμερα η φυσική επαφή έχει αντικατασταθεί με την ηλεκτρονική επικοινωνία, πλέον μπορεί κανείς να μιλάει με τους φίλους του και την οικογένειά του, ακόμη και με ανθρώπους που δεν έχει γνωρίσει ποτέ από κοντά, καθώς τους χωρίζουν μερικά χιλιόμετρα, καθημερινά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Απόρροια της τεχνολογικής αυτής εξέλιξης αποτελεί το γεγονός ότι όλο και μικρότερες ηλικίες έρχονται σε επαφή με τα κοινωνικά δίκτυα αγνοώντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Μπορεί στους όρους χρήσης του συγκεκριμένου κοινωνικού δικτύου να υπάρχει ο περιορισμός ότι πρέπει να είναι άνω των 13 ετών για να εγγραφούν, αλλά με μια απλή κίνηση οι νεότεροι αλλάζουν τη χρονολογία γέννησης και… μεγαλώνουν μερικά χρόνια. «Η ηλικία που θα εγγραφεί κανείς σε αυτό εξαρτάται από την ωριμότητα του παιδιού, τη σχέση με τους γονείς τους και το κατά πόσον το εμπιστεύονται οι γονείς του» εξηγεί η κυρία Καππάτου.
Ποιος όμως είναι ο κατάλληλος τρόπος για να προστατεύσουν οι γονείς τα παιδιά τους από τους κινδύνους του Διαδικτύου; «Τα παιδιά γνωρίζουν για τους κινδύνους αυτούς, αλλά δεν τους δίνουν την απαραίτητη προσοχή, διότι πιστεύουν ότι δεν θα αποτελέσουν τα ίδια θύματα του κυβερνοχώρου, αφού είναι και οι φίλοι τους εκεί» εξηγεί η κυρία Καππάτου, συμπληρώνοντας ότι πρώτα απ’ όλα θα πρέπει οι γονείς να ενημερωθούν για τον αντίκτυπο που θα έχει στην ψυχοσύνθεση των παιδιών μια ενδεχόμενη παρενόχληση μέσω Internet.
Πώς θα πρέπει να ενημερώνουν οι γονείς


«Η ψύχραιμη ενημέρωση, ο διάλογος, η δυνατότητα έκφρασης των συναισθημάτων του παιδιού ή των αποριών του και η οριοθέτησή του θα συντελέσουν καθοριστικά στη σωστή χρήση του Facebook» αναφέρει η παιδοψυχολόγος, εξηγώντας παράλληλα πως «η απαγόρευση δεν αποτελεί αποτελεσματική μέθοδο διαπαιδαγώγησης του παιδιού. Είναι ένας τρόπος για να ηρεμούν οι γονείς πιστεύοντας ότι έτσι το προστατεύουν».
Εκτός όμως από την ενημέρωση, «οι γονείς θα πρέπει να τοποθετούν τον υπολογιστή σε χώρο κοινής θέας, ώστε να μπορούν να επιβλέπουν διακριτικά το τι κάνει το παιδί τους» υπογραμμίζει η κυρία Καππάτου, διευκρινίζοντας ωστόσο πως η κίνηση ορισμένων γονέων να μπαίνουν στον λογαριασμό των παιδιών τους ώστε να παρακολουθούν τη δραστηριότητά τους «δεν είναι σωστή, γιατί υπάρχουν προσωπικά δεδομένα. Ωστόσο για τα παιδιά που πρωτοξεκινούν τη χρήση του Facebook, αυτού του τύπου ο έλεγχος αποτελεί μέρος της συμφωνίας που θα έχουν κάνει μαζί τους. Πολλοί γονείς έχουν γίνει φίλοι με τα παιδιά τους στα κοινωνικά δίκτυα, ώστε να ελέγχουν διακριτικά τις κινήσεις τους» καταλήγει.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 27 Σεπτεμβρίου 2013

HeliosPlus