Την υποχρεωτική εγκατάσταση τηλεπικοινωνιακής υποδομής σε όλα τα νέα ή παλαιά, ανακαινιζόμενα κτίρια η οποία θα μπορεί να «κουμπώσει» με τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών υψηλών ταχυτήτων προβλέπει σχέδιο κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα.

Η πρόταση της αντιπρόεδρου της Κομισιόν κυρίας Νέιλι Κρους, η οποία φιλοδοξεί να μειώσει το κόστος των τηλεπικοινωνιακών υποδομών κατά 30% και να εξασφαλίσει έως και 60 δισ. ευρώ για τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, υποχρεώνει τους κατόχους δικτύων να παρέχουν πρόσβαση σε αυτά σε όλους τους παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών «υπό δίκαιους όρους και προϋποθέσεις».
Επίσης δίδει στους παρόχους το δικαίωμα να τερματίζουν το δίκτυό τους σε συγκεκριμένο σημείο κάθε κτιρίου, καθώς και να διαπραγματεύονται την πρόσβαση σε κάθε υφιστάμενη φυσική υποδομή που είναι κατάλληλη να υποδεχθεί δίκτυα υψηλών ταχυτήτων.
Η Γενική Διεύθυνση Δικτύων της ΕΕ υποστηρίζει ότι για τον κανονισμό επιστρατεύει όλες τις υφιστάμενες καλές πρακτικές της Ευρώπης για τη βελτίωση της λειτουργίας της κοινής αγοράς των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
Και αυτό διότι επιτάσσει την εντατική χρήση των υφιστάμενων υποδομών, τη συνεργασία στα έργα πολιτικού μηχανικού, την απάλειψη γραφειοκρατικών διαδικασιών και την απόσυρση ρυθμιστικών εμποδίων.
Σύμφωνα με την ΕΕ, το σχέδιο κανονισμού έρχεται να αντιμετωπίσει δυσλειτουργίες στη χρήση τηλεπικοινωνιακών υποδομών, στη συνεπένδυση και συνανάπτυξη δικτύων, στην έκδοση διοικητικών αδειών και στην εγκατάσταση ενδοκτιριακών δικτύων.
Η Κομισιόν επισημαίνει ότι προκειμένου να μεγιστοποιηθούν οι συνέργειες ανάμεσα στα δίκτυα, η ρύθμιση δεν απευθύνεται μόνο σε παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αλλά και σε κατόχους φυσικών δικτύων, όπως του ηλεκτρισμού, του αερίου, της ύδρευσης – αποχέτευσης, της θέρμανσης και των μεταφορών.
«Τα έργα πολιτικού μηχανικού, όπως η εκσκαφή ορυγμάτων σε δρόμους για τοποθέτηση οπτικών ινών, φτάνουν έως και στο 80% του κόστους εγκατάστασης δικτύων υψηλής ταχύτητας. Με τη σημερινή πρόταση οι επιχειρήσεις μπορούν να εξοικονομήσουν 40 έως 60 δισ. ευρώ» αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής.
«Επί του παρόντος δεν υπάρχει σαφής εικόνα σχετικά με τις υπάρχουσες φυσικές υποδομές που είναι κατάλληλες για ευρυζωνική εγκατάσταση, ενώ δεν υφίστανται ενδεδειγμένοι κοινοί κανόνες κατά την εγκατάσταση ευρυζωνικής πρόσβασης σε ενωσιακή κλίμακα» αναφέρεται.
Στόχος της ΕΕ είναι ως το 2020 να υπάρχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο ταχύτητας 30 Mbps και τουλάχιστον το ήμισυ των ευρωπαϊκών νοικοκυριών να έχει ταχύτητα τουλάχιστον 100 Mbps. Όπως αναφέρεται, η αύξηση των ευρυζωνικών συνδέσεων υψηλών ταχυτήτων κατά 10% μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ΑΕΠ έως και κατά 1,5%.
Τις προτάσεις των Βρυξελλών καλωσόρισε ο πρόεδρος της ECTA (δηλαδή της ευρωπαϊκής, κλαδικής ένωσης των εναλλακτικών παρόχων) κ. Τομ Ρούαν. «Η μείωση αυτού του κόστους θα επιταχύνει την ανάπτυξη ανοιχτών δικτύων και τον στόχο για ανταγωνιστικές τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις» τόνισε.
Παράλληλα, και η ΕΤΝΟ (δηλαδή η Πανευρωπαϊκή ένωση όλων των πρώην κρατικών τηλεπικοινωνιακών μονοπωλίων) χαιρέτισε τις προτάσεις των Βρυξελλών, εκφράζοντας την ελπίδα της για τη γρήγορη υιοθέτηση του σχεδίου κανονισμού από το Ευρωκοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ.
«Ο προταθείς κανονισμός, ο οποίος στοχεύει στη μείωση του κόστους που συνδέεται με τα έργα πολιτικού μηχανικού, μέσω ενός καλύτερου συντονισμού των σχεδιαζόμενων εργασιών και του ανοίγματος των παθητικών υποδομών, μπορεί να μειώσει σημαντικά το κόστος ανάπτυξης της ευρυζωνικότητας» σχολίασε ο πρόεδρος της ΕΝΤΟ κ. Λουίτζι Γκαμπαρντέλα.