Την ημέρα ακριβώς που οι ΗΠΑ επέλεγαν ως νέο τους πρόεδρο το αντίθετο του Μπαράκ Ομπάμα, στις 8 Νοεμβρίου 2016, μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα διάλεξη λάβαινε χώρα στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών. Επρόκειτο για την Ετήσια Διάλεξη Κ. Θ. Δημαρά, με ομιλητή εφέτος τον ομότιμο καθηγητή Ιστορίας των Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Τζον Μπρουκ (John Hedley Brooke). Θέμα του «Ο Δαρβινισμός και η Επιβίωση της Θρησκείας».
Η ομιλία του Τζον Μπρουκ ήταν ουσιαστικά ένα εγχείρημα αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας για το πόσο πραγματικά αντιτάχθηκε στην προϊούσα επιστήμη και στη Θεωρία της Εξέλιξης η επίσημη Εκκλησία. Ξεκίνησε με την Αναγέννηση, πέρασε στη Γαλλική Επανάσταση και μετά στη Βιομηχανική Επανάσταση και στον Δαρβίνο, για να φθάσει στο κίνημα των Δημιουργιστών στις ΗΠΑ και στη σημερινή «άγρια αντιπαράθεση» επιστημόνων και ιερωμένων από κάθε γωνιά του πλανήτη. Τα ιστορικά ντοκουμέντα που έφερε στο φως, από κάθε χρονική περίοδο, κατέδειξαν ότι ούτε οι επιστήμονες του παρελθόντος ούτε οι περισσότεροι ιερωμένοι δεν ήταν τόσο «κωφοί» ο ένας στα επιχειρήματα του άλλου όσο νομίζαμε. Αντίθετα, ο Μπρουκ θεωρεί ότι οι νυν ακραιφνείς πολέμιοι του Δημιουργισμού, όπως ο –επίσης οξφορδιανός –βιολόγος Ρίτσαρντ Ντόκινς, έχουν οδηγήσει την όξυνση σε απαράδεκτο επίπεδο.
Μια τεράστια παρεξήγηση


Ολα αυτά, κατά τον ίδιο, οφείλονται σε μια τεράστια παρεξήγηση που ξεκινά από τον λάθος ορισμό του τι είναι η θρησκεία και τι η επιστήμη. Αυτή η παρεξήγηση τροφοδότησε τη δυσπιστία και την έλλειψη σεβασμού μεταξύ των δύο πλευρών. Και όμως, είπε, θα ήταν όλα τόσο πιο απλά αν είχαμε όλοι αποδεχθεί αυτό που γράφει στην προμετωπίδα της μια χριστιανική εκκλησία της Ιερουσαλήμ: «Δεν παρέχονται εξηγήσεις εντός του ναού». Δηλαδή, η θρησκεία δεν είναι η οδός αναζήτησης της αντικειμενικής αλήθειας –πράγμα που επιδιώκει η επιστήμη –αλλά η οδός επικοινωνίας με το υπερφυσικό, που τυχόν πιστεύουμε. «Το να περιγράφεις τη θρησκεία ως μια αποτυχημένη απόπειρα ερμηνείας της ζωής», είπε ο Μπρουκ, «είναι σαν να αποκαλείς μπαλέτο το αδέξιο τρέξιμο κάποιου που πασχίζει να προλάβει το λεωφορείο».
Με αυτή την έλλειψη αλληλοκατανόησης, κατέληξε ο ομιλητής, φθάσαμε τα τελευταία χρόνια η διαμάχη θρησκείας και επιστήμης να γίνεται συχνότατο θέμα των ειδήσεων –ένα θέμα που αναμεταδίδεται ενισχυόμενο μέσα από τις χιλιάδες διαδικτυακών τόπων και ιστολογίων. Και εκεί, δυστυχώς, ο λόγος που ακούγεται δεν είναι τόσο των ανθρώπων που γνωρίζουν όσο ανθρώπων που λαϊκίζουν ανενδοίαστα.
Τα είπε αυτά την ημέρα που κέρδισε τις αμερικανικές εκλογές ο υποψήφιος που κατ’ εξοχήν χρησιμοποίησε έναν τέτοιο λαϊκιστικό λόγο, γεμάτο από ατελείς, δυστυχείς ή ατυχείς ορισμούς και χαρακτηρισμούς ανθρώπων και καταστάσεων. Οπότε, όταν συναντηθήκαμε, τον ρώτησα πρώτα γι’ αυτό.
Τι αντανάκλαση έχει στο σήμερα η προαιώνια παρεξήγηση θρησκείας-επιστήμης που περιγράψατε; Σχετίζεται μήπως με τα εκλογικά αποτελέσματα που μόλις ακούσατε;
«Ενδιαφέρον που το ρωτάτε και πιστεύω ότι ισχύει. Διότι αυτό που κατ’ εξοχήν βλέπουμε στον καιρό μας είναι η εθελουσία παραγνώριση των δεδομένων και η βαθιά δυσπιστία προς τους ειδικούς. Κανείς πια δεν διστάζει να πει τα μεγαλύτερα ψέματα στους πολίτες, διαψεύδοντας ανενδοίαστα όσους γνωρίζουν την αλήθεια. Το είδαμε αυτό στο δημοψήφισμα του Brexit στη Βρετανία, το είδαμε τώρα και στις εκλογές των ΗΠΑ. Και είδαμε, με λύπη μεγάλη, τους ειδικούς και τους επιστήμονες να μην μπορούν να εκφραστούν πειστικά και να μην κερδίζουν την εμπιστοσύνη του κόσμου».
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό είναι το τίμημα που πληρώνουμε για την υπερβολική εξειδίκευση στη μεταβιομηχανική εποχή και στην Κοινωνία της Πληροφορίας; Μήπως, δηλαδή, το ότι η υπερεξειδίκευση κατ’ ανάγκην αντλεί τους πόρους της από πολυεθνικές και στρατιωτικοβιομηχανικά συγκροτήματα έδωσε το έρεισμα της αμφισβήτησής της;
«Νομίζω ότι η ερώτησή σας διαπερνά όλα τα στρώματα δικαιολογιών που μπορεί να παρατάξει κανείς και αγγίζει την αλήθεια. Πράγματι υποψιάζομαι ότι αυτή η εξέλιξη έκανε πολλούς στον κόσμο να νιώσουν περιθωριοποιημένοι και εξαπατημένοι. Μπορεί να μην έχω οικονομική ή πολιτική κατάρτιση, αλλά μπορώ να αισθανθώ τον θυμό του απλού ανθρώπου απέναντι στο «σύστημα» καθώς και στον δικό μου τομέα έχω ο ίδιος βιώσει την καταπίεση που νιώθει κανείς από την ισχύ τέτοιων μεγάλων συγκροτημάτων και οργανισμών».
Μήπως συνέβη το ίδιο και την εποχή της θρησκευτικής μεταρρύθμισης; Εννοώ το ότι ο Λούθηρος αμφισβήτησε τότε τους «ειδικούς» της θρησκείας, το εκκλησιαστικό κατεστημένο, και ότι ο λαός που τον ακολούθησε ζήτησε την ανατροπή του κρατούντος συστήματος.
«Αυτό είναι μια πολύ διεισδυτική ματιά στην Ιστορία, άκρως ενδιαφέρουσα, την οποία δεν θα ήθελα να κρίνω επιπόλαια. Ειλικρινά πιστεύω ότι χρειάζεται να ερευνήσουμε προσεκτικά την πρότασή σας πριν πούμε ότι όντως κάνετε σωστή ανάλυση, αλλά δεν μπορώ να αρνηθώ ότι βλέπω τις αναλογίες: η τότε αίσθηση πολλών ότι «δεν ανήκουν στον κόσμο που έχτισαν άλλοι γύρω τους» μοιάζει πολύ με την τωρινή αίσθηση των ψηφοφόρων στη Δύση ή των τζιχαντιστών στην Ανατολή. Κι αν σήμερα χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο για τη διάδοση των ιδεών, βλέπουμε ότι κατ’ αναλογίαν οι προτεστάντες αξιοποίησαν τότε την εφεύρεση του Γουτεμβέργιου, την τυπογραφία».
Στην ομιλία σας αναφερθήκατε εμφατικά στην αντιπαράθεση των καθολικών και των προτεσταντών με τον Γαλιλαίο και τον Δαρβίνο, ενώ για την Ορθόδοξη Εκκλησία είπατε ότι δεν αντέδρασε το ίδιο έντονα. Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο λόγος που επέδειξε ανοχή;
«Δεν γνωρίζω αν επρόκειτο για ανοχή. Εχουμε πολύ λίγα στοιχεία για το τι έφθασε ως τις περιοχές των ορθοδόξων από εκείνη την αντιπαλότητα. Ισως το ότι τότε βρίσκονταν υπό τον οθωμανικό ζυγό και δεν είχαν ακόμη επηρεαστεί τόσο από τις αλλαγές της εμβιομηχάνισης να τους επέτρεψε να μην πάρουν σαφή θέση για το θέμα. Μπορεί επίσης να έπαιξε ρόλο το ότι η εδώ Εκκλησία δεν αντιμετώπισε τη συστημική κρίση και την αμφισβήτηση της εξουσίας της που γνώρισε η Καθολική Εκκλησία, ούτε επηρεάστηκε τόσο από τις διδαχές του Αυγουστίνου όσο στη Δύση. Σήμερα, όμως, που ο κόσμος είναι πια ένας, έχω μεγάλη απορία γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν βγαίνει με παρρησία να πει την άποψή της για τη Θεωρία της Εξέλιξης».
Ισως επειδή στα μέρη ετούτα οι επιστήμες είχαν εμφανιστεί προ Χριστιανισμού και… οι αιρέσεις αμέσως μετά: Οι συστημικές αυτές αναταράξεις αρκούν για να διδαχθεί κανείς τη σοφή άμυνα «μη βιάζεσαι να κρίνεις για να μην κριθείς βιαστικά».
«Η εξήγηση αυτή που μου προσφέρετε ταιριάζει πολύ με κάτι που έχω μελετήσει τα τελευταία χρόνια: Μολονότι η Θεωρία της Εξέλιξης είναι δεδομένο για όλους τους επιστήμονες ότι ισχύει –δεν νοείται βιολογία χωρίς αυτήν –δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους επιμέρους μηχανισμούς με τους οποίους εκδηλώνεται. Οπότε, με το να παίρνει επίσημη θέση η Εκκλησία, αποδεχόμενη ή απορρίπτοντας τα όσα κατά καιρούς προτείνει η επιστήμη ως νέα γνώση, διακινδυνεύει να αμφισβητηθεί και η δική της κρίση. Κάλλιστα, λοιπόν, θα μπορούσε αυτή η ατολμία που επέκρινα πριν να είναι σοφή οικονομία λόγου της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αλλά μια επίσημη τοποθέτησή της επί της αρχής της Θεωρίας της Εξέλιξης παραμένει ζητούμενο. Αν μη τι άλλο, το απαιτεί η αποσαφήνιση της ηθικής που καλούμαστε να έχουμε απέναντι στις σύγχρονες δυνατότητες της βιολογίας και της γενετικής, η βιοηθική».
Η αποσαφήνιση της ηθικής… Ξέρετε, ακούγεται τώρα πια περίεργο το να μιλάμε για ηθική της επιστήμης, σ’ έναν κόσμο που απογυμνώνεται καθημερινά από τις ηθικές του αξίες. Πώς θα αντισταθεί ο νέος επιστήμονας στην τυχόν ανήθικη επιταγή της εταιρείας στην οποία εργάζεται όταν οι στρατιές προσφύγων του κατεστραμμένου Τρίτου Κόσμου του θυμίζουν πόσο αίολη είναι η θέση εργασίας του;
«Εχετε δίκιο να το ρωτάτε. Ολα δείχνουν πως είμαστε πλέον πολύ κοντά σε ένα γενικευμένο αδιέξοδο. Υπάρχουν ακόμη επιστήμονες και κοινότητες με αντιστάσεις, αλλά λιγοστεύουν. Η όξυνση της οικονομικής κρίσης και η όξυνση του πολιτικού λαϊκισμού που βιώνουμε είναι δύο μόνο από τα χαρακτηριστικά της κυνικής νέας εποχής που έχει προκύψει. Ωστόσο, έχω ακόμη ελπίδα. Για παράδειγμα, τόσο στο δημοψήφισμα για το Brexit όσο και στις εκλογές των ΗΠΑ, οι νέοι δεν ψήφισαν υπέρ του λαϊκισμού. Και το έπραξαν αυτό όχι όντας οι βολεμένοι του συστήματος: αντίθετα, οι νέες γενιές της Δύσης ζουν τώρα πολύ χειρότερα απ’ ό,τι οι γονείς τους. Ελπίζω λοιπόν ότι «η εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους» θα είναι προς το καλύτερο και θα ξεπεράσει αυτό που εμείς –οι προηγούμενες γενιές –βλέπουμε ως αδιέξοδο».
Και πώς ακριβώς ελπίζετε ότι οι νέες γενιές θα ξεπεράσουν το αδιέξοδο των παλιών; Μέσα από ποια οδό;
«Επιμένω στο ότι η λύση βρίσκεται στη διάλυση της παρεξήγησης μεταξύ επιστήμης και θρησκείας: Αν οι δύο αυτοί πόλοι έμπνευσης των ανθρώπων δώσουν τα χέρια και συνεργαστούν με ομοψυχία, οι νέοι μας θα βρουν τα εφαλτήρια για να ανοίξουν νέους δρόμους, αδιόρατους σ’ εμάς. Μην ξεχνάτε ακόμη πως, πολλές φορές στο παρελθόν, οι επιστήμονες είπαν ότι «φθάσαμε στο τέλος της επιστήμης» –στην εποχή του Νεύτωνα, του Μάξγουελ, του Αϊνστάιν… Και ο αμερικανός καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας Φράνσις Φουκουγιάμα είπε το 1992 ότι «φθάσαμε στο τέλος της Ιστορίας». Αλλά όπως τότε ξεπήδησαν νέες θεωρίες και νέες επιστήμες, έτσι και τώρα θα προκύψει μια νέα Ιστορία για την ανθρωπότητα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ