Την παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού φαίνεται ότι πλήττουν τα ανοιχτά γραφεία, σύμφωνα με νέες μελέτες.
Δανοί επιστήμονες είχαν επισημάνει με δημοσίευσή τους στο επιστημονικό έντυπο «Scandinavian Journal of Work, Environment and Health» ότι η πτώση της παραγωγικότητας μπορεί να οφείλεται στη συχνή απουσία λόγω ασθενείας των εργαζομένων από το γραφείο που πιθανώς είναι το αποτέλεσμα της ανταλλαγής παθογόνων μικροβίων μεταξύ τους και της εμφάνισης λοιμώξεων. Είναι επίσης πιθανό να αποτελεί συνέπεια του αυξημένου στρες το οποίο υφίστανται επειδή κάθονται σε ενιαίο χώρο.
«Βαριά» ατμόσφαιρα


Βάσει των ευρημάτων τους φάνηκε ότι οι εργαζόμενοι που κάθονται σε ανοιχτά γραφεία απουσιάζουν 62% περισσότερο από εκείνους που απολαμβάνουν την απομόνωση των κλειστών τους γραφείων. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι αυτό συμβαίνει επειδή σε ένα ενιαίο περιβάλλον τα βακτήρια και οι ιοί μεταδίδονται ευκολότερα και ταχύτερα από ό,τι συμβαίνει στους μεμονωμένους χώρους, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να νοσούν συχνότερα. Επισημαίνουν ωστόσο ότι σε αυτό ενδεχομένως να συμβάλλει και το γεγονός ότι οι ανοιχτοί χώροι εργασίας είναι πιο στρεσογόνοι για τους εργαζομένους.
Η απουσία λόγω ασθενείας, παρ’ όλα αυτά, μπορεί να οφείλεται και σε άλλους παράγοντες. Μελέτη ερευνητών των πολιτειακών πανεπιστημίων της Βιρτζίνια και της Βόρειας Καρολίνας έδειξε ότι οι εργαζόμενοι που δουλεύουν σε ενιαίους χώρους τείνουν να είναι λιγότερο παραγωγικοί καθώς δηλώνουν λιγότερο ικανοποιημένοι από την εργασία τους και αισθάνονται ότι δεν έχουν ιδιωτικότητα.
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι σε αυτό παίζει καθοριστικό ρόλο το γεγονός ότι λόγω της ανοιχτής φύσης των γραφείων οι εργαζόμενοι βρίσκονται διαρκώς εκτεθειμένοι στους θορύβους των διπλανών τους, γεγονός που τους αποσπά την προσοχή από τη συγκέντρωση.
Θόρυβος εναντίον συγκέντρωσης


Το ίδιο υποστηρίζουν και κινέζοι ερευνητές από το Πολυτεχνείο του Χονγκ Κονγκ. Στο πλαίσιο της μελέτης τους, ζήτησαν από 259 εργαζομένους να δηλώσουν τι ήταν αυτό που πίστευαν ότι επηρέαζε περισσότερο την απόδοσή τους στην εργασία τους.
Βάσει των απαντήσεων των ερωτηθέντων, φάνηκε ότι οι κύριοι παράγοντες «αποσυντονισμού» ήταν η θερμοκρασία και ο θόρυβος. Οι συζητήσεις, το χτύπημα του τηλεφώνου του διπλανού και η χρήση διαφόρων μηχανημάτων σκαρφάλωναν στην κορυφή των πιο ενοχλητικών θορύβων. Οι εργαζόμενοι άνω των 45 ετών μάλιστα φάνηκε να χάνουν ευκολότερα τη συγκέντρωσή τους λόγω ηχητικών αντιπερισπασμών συγκριτικά με τους νεοτέρους τους.
«Φυτρώνουν» βακτήρια


Βρετανική μελέτη πάλι αποδίδει την πτώση της παραγωγικότητας στο «δάσος» των βακτηρίων και των μυκήτων που θεριεύουν σε πληκτρολόγια και γραφεία. Οπως είχε εξηγήσει ο δρ Ρον Κάτλερ από το Πανεπιστήμιο Κουίν Μέρι του Λονδίνου, τα ψίχουλα, η σκόνη και άλλες ακαθαρσίες που συσσωρεύονται στις διάφορες επιφάνειες του γραφείου μπορούν να οδηγήσουν σε μια αρρωστημένη ατμόσφαιρα που να μην επιτρέπει την αποδοτική εργασία.
Κατά μέσον όρο η θερμοκρασία στον χώρο του γραφείου βρίσκεται γύρω στους 20 βαθμούς Κελσίου – θερμοκρασία η οποία ευνοεί την ανάπτυξη βακτηρίων όπως π.χ. ο σταφυλόκοκκος που μπορεί να οδηγήσει σε διάρροιες και εμέτους. Οι ειδικοί υπογραμμίζουν ακόμα ότι οι εργαζόμενοι που φέρνουν φαγητό στο γραφείο καλά θα κάνουν να το βάζουν στο ψυγείο.
Οσο περισσότερα άτομα μοιράζονται έναν χώρο τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος μετάδοσης των βακτηρίων, υπογραμμίζουν οι βρετανοί επιστήμονες.
Μη αναστρέψιμες βλάβες


Από την πλευρά τους, αμερικανοί επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Μιζούρι υποστηρίζουν ότι η πολύωρη καθιστική εργασία οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, διαβήτη τύπου 2, παχυσαρκίας και νεφρικής νόσου.
Αναφέρουν μάλιστα ότι η παραμονή των εργαζομένων σε καθιστή θέση είναι εξίσου βλαπτική για την υγεία με το κάπνισμα ή την υπερέκθεσή τους στην ηλιακή ακτινοβολία.
Και δυστυχώς, όπως όλα δείχνουν, το γυμναστήριο μετά τη δουλειά δεν λύνει το πρόβλημα, ούτε αναστρέφει τις καταστροφικές επιπτώσεις της καθιστικής ζωής για την υγεία. Μελέτη της Αμερικανικής Αντικαρκινικής Εταιρείας έδειξε χαρακτηριστικά ότι ο συνεχής χρόνος που παραμένουμε καθιστοί αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου, ασχέτως της σωματικής δραστηριότητας στην οποία μπορεί να επιδιδόμαστε αργότερα.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 29 Μαΐου 2013

HeliosPlus