ΠΑΝΟΣ Α. ΛΙΓΟΜΕΝΙΔΗΣ
Το Γίγνεσθαι
Εκδόσεις Δίαυλος, 2012,
σελ. 320 + 336 + 200 + 200 + 140,
τιμή 89 ευρώ για την πεντάτομη έκδοση,
από 15,55 ως 21,11 ευρώ ο έκαστος τόμος

Υπάρχουν βιβλία μικρά, βιβλία μεγάλα και βιβλία-ποταμός… Ο Πάνος Λιγομενίδης δεν στόχευσε ποτέ στα μικρά. Το έδειξε αυτό νωρίς στη ζωή του: από φοιτητής Φυσικομαθηματικής του ΕΚΠΑ έγινε ερευνητής στο Stanford και στην ΙΒΜ, καθηγητής στα πανεπιστήμια UCLA, Maryland και Πολυτεχνείο της Μαδρίτης, διακρίθηκε ως Distinguished Professor of Electrical Engineering, Outstanding Educator of America, Ford Foundation Fellow, πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών από το 2009 και, όταν αποφάσισε να γράψει το πρώτο του βιβλίο «για τους πολλούς», εξέδωσε το ευμέγεθες «Η φλούδα του βερίκοκου: Η αναζήτηση των αιτίων» (Ελληνικά Γράμματα, 2002, σελ. 526). Τώρα, μία δεκαετία μετά, επιστρέφει με μια… βεντάλια βιβλίων υπό τον συνολικό τίτλο «Το Γίγνεσθαι» και με άθροισμα σελίδων 1.200! Γιατί; Τι γράφει στους πέντε αυτούς τόμους;

Για τον καινούργιο αναγνώστη του Π. Λιγομενίδη το ξεφύλλισμα των πέντε τόμων κραυγάζει μονομιάς ότι πρόκειται για έργο ζωής: μια διεπιστημονική παράθεση γνώσης, από τη φιλοσοφία και την κοσμολογία ως τη βιολογία και τη μηχανική και από τον ηλεκτρομαγνητισμό, την κβαντική φυσική και την πληροφορική ως τις νευροεπιστήμες. Για τον ήδη αναγνώστη της «Φλούδας του βερίκοκου» η εκτίμηση αυτού του έργου είναι πολύ πιο απτή: πρόκειται για την επικαιροποιημένη μεγέθυνση του προ δεκαετίας βιβλίου.
Ο πρώτος τόμος μιλάει για τον «Κόσμο που αντιλαμβανόμαστε». Αναζητεί τα αίτιά του «στο συνήθως αθέατο αλλά γοητευτικό τοπίο της επιστημονικής γνώσης (…), στις σπουδαίες και συναρπαστικές ανακαλύψεις για τη φύση του χώρου, του χρόνου και της ύλης και για την πιθανή σχέση της συνείδησης με τον φυσικό κόσμο (…), για τη θέση που κατέχει ο άνθρωπος στο Σύμπαν, χωρίς παραπλανητικές απλουστεύσεις (…), σε ένα ιδιότυπο Σύμπαν που έχει το κέντρο του παντού και τα όριά του πουθενά». Επειτα, στον δεύτερο τόμο, ο συγγραφέας οραματίζεται τον κόσμο «όπως θα μπορούσε να είναι» βάσει των «επαναστατικών ανακαλύψεων της νέας φυσικής του 20ού αιώνα για την αμφισβήτηση του ντετερμινισμού, για τη φύση της ύλης, του χώρου και του χρόνου, για την ιδέα της αδιαχώριστης ενότητας και του ρόλου της συνείδησης στο γίγνεσθαι του κόσμου μας», που «έχουν ριζικές εννοιολογικές συνέπειες στην κοσμολογία, τη φιλοσοφία και τη θεολογία».
Στον τρίτο τόμο, με τίτλο «Υπαρξη και πραγματικότητα», ο συγγραφέας αρχίζει να θέτει τον μέχρι τούδε φακό εξέτασης σε αμφισβήτηση: διερωτάται αν «ο φυσικός κόσμος υπάρχει «εκεί έξω», αυτόνομα και ανεξάρτητα από την παρατήρηση ή τη συνείδηση του παρατηρητή», καταπώς θέλει η ρεαλιστική άποψη, ή αν η πραγματικότητα απορρέει «από τους πολλούς που παρατηρούν, ερμηνεύουν, επικοινωνούν και συμφωνούν», καταπώς επιτάσσει η θετικιστική αντίληψη. Στον τέταρτο τόμο εμβαθύνει στις αμφιβολίες του εξετάζοντας ερωτήματα όπως: «Η αμφισβήτηση της ισχύος της ορθολογικής τάξης στον φυσικό κόσμο θα έθετε σε αμφισβήτηση την ιδιαιτερότητα της θέσης του ανθρώπου στο Σύμπαν, όπως αυτή υποστηρίζεται από όλες τις θρησκείες; Είναι ο άνθρωπος το τυχαίο προϊόν της κοσμικής εξέλιξης;». Και έπειτα ακροβατεί όταν καταλήγει: «Στα όρια της αναζήτησης και της κατανόησης, μέσα από την κομψότητα των φυσικών νόμων που πολλές φορές επιβάλλονται περισσότερο με την αισθητική έλξη παρά με τη λογική δύναμη, η επιστήμη ακουμπά τη θρησκεία». Κλείνει με μια «επιτομή» στον πέμπτο τόμο, όπου εξετάζει θέματα «καυτά», θέματα που γεννιούνται από την ύλη εν κινήσει, θέματα όπως «συνείδηση και μηχανή» ή «η αντικειμενικότητα αισθητικής και αλήθειας» ή «η τυχαιότητα στη ζωή».
Αν το περιεχόμενο αυτών των πέντε τόμων ήταν βιντεοσκοπημένες διαλέξεις κρεμασμένες στο Διαδίκτυο, θα σας έλεγα αμέσως «τρέξτε και δείτε τες». Αν μάλιστα συνοδεύονταν από το κείμενο, με δυνατότητα ευρετηρίασης, θα έλεγα ότι είναι υπέροχο εφόδιο για κάθε ανήσυχο νου. Είναι όμως σε χαρτί, οπότε οφείλω να πω την άποψή μου για την εικόνα που στατικά καταγράφηκε σε αυτή την έκδοση: το πολύτιμο υλικό των τόμων αυτών «πνίγεται» με την παρούσα διάταξη ύλης. Σαφώς ο συγγραφέας κρίνει αλλιώς. Αλλά όταν το έργο απευθύνεται στον μέσο αναγνώστη, το κριτήριο εκείνου πρυτανεύει. Υπό αυτή την οπτική, λοιπόν, αισθάνομαι ότι το έργο χρειάζεται άμεσα την επέμβαση επιμελητή που θα «ξεπαγώσει τις παραγράφους», θα ξεδιαλύνει τις «μπούκλες των εννοιών» και θα «παντρέψει τα κεφάλαια» –κυρίως στους δύο τελευταίους τόμους. Βεβαίως… μπορεί να μη γίνει τίποτε από αυτά. Αλλά τότε τα «15,56 ευρώ για 140 σελίδες φαινομενικά άσχετων μεταξύ τους παραγράφων» του πέμπτου τόμου θα στιγματίσουν το όλο έργο και θα το περιορίσουν στο αναγνωστήριο της Ακαδημίας, πράγμα που θα το αδικήσει κατάφωρα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ