Η φωνή του χρόνου



Η Παγκόσμια Εκθεση είναι το δεύτερο σημαντικό μυθιστόρημα του Εντγκαρ Λόρενς Ντοκτόροου (γεννήθηκε το 1931) που μεταφράζεται στα ελληνικά. Το πρώτο, εκείνο το θαυμάσιο Ραγκτάιμ, που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Μίλος Φόρμαν, δεν είχε τύχη στην ελληνική αγορά και όταν παίχθηκε εδώ η ταινία ελάχιστοι γνώριζαν ότι το σενάριό της ήταν βασισμένο στο μυθιστόρημα ενός από τους σπουδαιότερους μεταπολεμικούς πεζογράφους του Νέου Κόσμου. Η υπόθεση της Παγκόσμιας Εκθεσης είναι απλούστατη: Ενα παιδί μεγαλώνει σε μια συνοικία του Μπρονξ στη Νέα Υόρκη κατά τη δεκαετία του ’30. Τέκνο εβραίων μεταναστών από τη Ρωσία ανακαλύπτει τον κόσμο γύρω του και ταυτοχρόνως ανιχνεύει τον εσωτερικό του κόσμο. Μέσα από τη ματιά του στήνεται ο οικογενειακός περίγυρος, με τον ριζοσπάστη πατέρα που είναι ο μορφωμένος Εβραίος, ο ευαίσθητος και απροσάρμοστος, ο οποίος στην αυγή μιας νέας εποχής βλέπει γύρω του τον κόσμο να αλλάζει και αυτός να μη θέλει και να μην έχει τη δύναμη να τον παρακολουθήσει. Με την εβραία μητέρα, τη μητριαρχική, ανήσυχη, καταπιεστική και κάποτε νευρωσική. Με τη γιαγιά που μιλάει μόνο εβραϊκά, απολίθωμα του παρελθόντος, χαμένο μες στην αλλόγλωσση και βαβυλωνιακή Νέα Υόρκη. Με τον συγγενικό περίγυρο όπου όλοι προσπαθούν να κατανοήσουν τον κόσμο γύρω τους, κυρίως όμως: να προσαρμοστούν και να επιβιώσουν.


Εξω από την οικογένεια απλώνεται το μεσοπολεμικό τοπίο της μεγαλούπολης, άλλοτε αφιλόξενης και άλλοτε οικείας. Ενα τοπίο που αισθηματοποιείται, που ο ήρωας το οικειοποιείται ή το εξορκίζει και όπου συμβαίνουν τα μεγάλα γεγονότα της ζωής. Σε αυτή τη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’30, του Ζορό, του Ντικ Τρέισι και των κόμικς, του κινηματογράφου και του ραδιοφώνου προβάλλονται οι φόβοι, τα πάθη και οι ελπίδες των εκπατρισμένων. Και εδώ ο κόσμος των ενηλίκων φαντάζει πιο εύθραυστος από τον κόσμο των παιδιών μέσα σε μια θαυμάσια δοσμένη ατμόσφαιρα, πυκνή σε γεγονότα και αποχρώσεις.



Ο μικρός Εντγκαρ, ο κύριος αφηγητής του βιβλίου, μιλά σε πρώτο πρόσωπο. Στο αφηγηματικό επίπεδο κανένας δεν μπορεί να αποδώσει την ποίηση της καθημερινότητας καλύτερα από ένα παιδί. Το γλυκόπικρο αίσθημα της νοσταλγίας και της απόρριψης που αποπνέουν τα μυθιστορήματα της ενηλικίωσης, στα οποία ο χρόνος είναι την ίδια στιγμή η αλήθεια και η φενάκη του βίου, είναι παρόν και καταλυτικό από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα αυτού του θαυμάσιου μυθιστορήματος. Και όπως συμβαίνει στην πεζογραφία που μας συγκινεί βαθιά, ο συγγραφέας κρατά ζωντανές ως την τελευταία σελίδα τις ανθρώπινες αξίες χωρίς τις οποίες κανένα αίσθημα δεν μπορεί να είναι πειστικό: την επιβίωση, την κατανόηση, την απλή χειρονομία της φιλίας, του χρέους, της καθαρότητας. Ο Ντοκτόροου αγαπά τους ήρωές του, ζει μαζί τους και ως συγγραφέας ζει από αυτούς. Αλλωστε μέσα στον κύριο αφηγητή, τον μικρό Εντγκαρ, εύκολα ο αναγνώστης θα ανακαλύψει αυτοβιογραφικά στοιχεία ­ τόσο επιδέξια κρυμμένα ωστόσο. Η κρυφή ταύτιση συγγραφέα και αφηγητή είναι ένα από τα μυστικά της σημαντικής πεζογραφίας.


Αλλά γιατί ο τίτλος Παγκόσμια Εκθεση; Πρόκειται για την παγκόσμια εμπορική έκθεση που άνοιξε τις πύλες της στη Νέα Υόρκη το 1939. Η χρονολογία είναι σημαδιακή. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ξεσπάσει, η Αμερική σύντομα θα λάβει και αυτή μέρος. Επιπλέον στην Εκθεση θα παρουσιάζονταν τα προϊόντα που αργότερα, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, θα κατακτούσαν και θα άλλαζαν τον κόσμο μας.


Σε αυτό το βιομηχανικό πανηγύρι ο Εντγκαρ βλέπει τη μεγέθυνση της εικόνας του για τον κόσμο. Και από την παρατήρηση των εκθεμάτων και των ευρηματικών παιχνιδιών της οδηγείται στην ιδέα να φτιάξει τη δική του χρονοκάψουλα, όπου θα έθαβε για το μέλλον τα ακριβά αντικείμενα της παιδικής του ηλικίας: μια έκθεσή του για τον πρόεδρο Ρούζβελτ, τη φυσαρμόνικά του, δύο ατσάλινα διαστημόπλοια – παιχνίδια και μια σχισμένη μεταξωτή κάλτσα της μητέρας του. Κλείνοντας όμως τα αντικείμενα αυτά σε ένα κουτί και θάβοντάς το στη γη, ενταφιάζει στην πραγματικότητα την παιδική του ηλικία. Ο Ντοκτόροου, ο οποίος την ανάστησε στις σελίδες που προηγήθηκαν, επιστρέφει, εδώ, στην αφετηρία κλείνοντας, μεταφορικά, ­ και ακολουθώντας ουσιαστικά τα διδάγματα του μεγάλου μυθιστορήματος ­ έναν κύκλο ζωής και ανοίγοντας μπροστά στον αναγνώστη το άλλο, αόρατο τώρα τοπίο: τη συνείδηση του ενηλίκου, η οποία είναι κατά βάθος συνείδηση απώλειας της παιδικότητας, του βίου που έχει πάψει πια να είναι αθώος.


Η Εκθεση είναι ο κόσμος τού αύριο. Ολες οι περιγραφές που προηγήθηκαν, τα γεγονότα που περιγράφηκαν, οι πόθοι που ακυρώθηκαν και τα όνειρα που έμειναν μετέωρα προετοιμάζουν τον αφηγητή αλλά και τον αναγνώστη για την Εκθεση, δηλαδή για τον κόσμο τού αύριο. Τα αντικείμενα που θάβει ο μικρός Εντγκαρ τα ξεθάβει ο Ντοκτόροου, βάζοντας τον ήρωά του να εξιστορήσει και να κρίνει τη ζωή του. Δίνοντάς του φωνή και λόγο ο συγγραφέας δίνει φωνή στον χρόνο ­ και αυτή ουσιαστικά είναι η μάχη του με τη σιωπή. Ετσι ο άνθρωπος μιλά όχι για να μην πεθάνει, αλλά για να ξαναζήσει, να θυμηθεί σε πλάτος και σε βάθος, γιατί μόνο μέσω των αναμνήσεων αισθάνεται ζωντανός και αντέχει το βάρος του βίου. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα αγαπημένα αντικείμενα του Εντγκαρ είναι ένα βιβλιαράκι με ασκήσεις για εγγαστρίμυθους. Ο εγγαστρίμυθος μιμείται τον λόγο μέσω της σιωπής. Και αυτό το βιβλιαράκι ο Εντγκαρ μετανιώνει στο τέλος και δεν το βάζει στη χρονοκάψουλά του που θάβει στο χώμα. Με τούτο θα ασκηθεί στη σιωπή και στον λόγο, και αφού αποτελεί persona του ίδιου του συγγραφέα, θα γίνει η μάσκα του, το εργαλείο του διπλού χρόνου μέσα στον οποίο θα κινείται εφεξής.


Πρέπει εδώ να τονισθεί μια από τις μείζονες αρετές του Ντοκτόροου, προνόμιο μόνο των προικισμένων μυθιστοριογράφων. Αν απομονώσει κάποιος τις κρίσεις του μικρού Εντγκαρ για τους μεγάλους και τον κόσμο γύρω του, ιδίως εκείνες που είναι καταληκτικές των κεφαλαίων, θα διαπιστώσει ότι αποτελούν κρίσεις ενηλίκου ­ κατά κάποιον τρόπο πρωθύστερες. Μες στη ροή της αφήγησης ωστόσο είναι τόσο αριστοτεχνική η μετάβαση από το παρελθόν στο παρόν, από τον χρόνο των γεγονότων στον χρόνο της αφήγησης, που ούτε στιγμή δεν σου περνά από τον νου ότι εδώ το παιδί είναι προσωπείο του συγγραφέα – ενηλίκου, ότι δεν είναι, δηλαδή, «παιδί» αυτός που αφηγείται.


Η μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου και του Γιώργου Τσακνιά δεν είναι μόνο ευρηματική και πιστή στο πνεύμα και το γράμμα του πρωτοτύπου. Για έναν συγγραφέα ατμόσφαιρας, όπως ο Ντοκτόροου, συνιστά ουσιαστική προϋπόθεση η μεταφορά του έργου του σε μιαν άλλη γλώσσα να δίνει το ίδιο αίσθημα οικειότητας που κυριαρχεί και στο πρωτότυπο και κυρίως: τον αφηγηματικό ρυθμό, ο οποίος ενσωματώνει τον περίγυρο, τους χαρακτήρες και τις διαθέσεις, τις λεπτές μεταπτώσεις που συνθέτουν την εξελικτική πορεία του έργου και τον αφηγηματικό του καμβά. Οι αρετές αυτές υπάρχουν και πρυτανεύουν στην ελληνική μεταφορά. Μολονότι αυτονόητο, με τα όσα έχουν παρατηρηθεί στο πρόσφατο παρελθόν πρέπει να το τονίσει κανείς: τα ονόματα προσώπων, τόπων, δρόμων κλπ. αποδίδονται με ακρίβεια.


Μένει να μεταφερθούν στη γλώσσα μας και τα άλλα μυθιστορήματα του Ντοκτόροου, που τηρουμένων των αναλογιών θα τολμούσε κανείς να πει ότι αξιοποιεί στην εποχή μας τα διδάγματα ενός μεγάλου ρεαλιστή συγγραφέα του 19ου αιώνα: του Ντίκενς. Ιδιαίτερα τα: Billy Bathgate, The Waterworks και The Book of Daniel (που βασίζεται στην υπόθεση Ρόζενμπεργκ).