ΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ επιχειρούσε να συνθέσει το «τοπ τεν» των επαγγελμάτων που έχουν δυνατότητες απορρόφησης στην αγορά εργασίας θα έπρεπε να στραφεί στον τομέα των υπηρεσιών. Είναι ο μοναδικός τομέας που έχει μέχρι στιγμής και για το άμεσο μέλλον δυναμική παρουσία, δημιουργώντας νέες θέσεις απασχόλησης στην Ελλάδα. Το πρόβλημα της σύνδεσης της επαγγελματικής κατάρτισης με την αγορά εργασίας αποκτά ιδιαίτερη σπουδαιότητα σήμερα που η ανεργία πλήττει μεγάλο τμήμα του πληθυσμού και βέβαια τους νέους.


Στην κατηγορία των επαγγελμάτων με «ανοιχτή» προοπτική, σύμφωνα με τον επιστημονικό διευθυντή στο Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ κ. Σάββα Ρομπόλη, αναπληρωτή καθηγητή Πανεπιστημίου Αιγαίου, ανήκουν: στελέχη διοίκησης επιχειρήσεων, υδραυλικοί – συντηρητές και εγκαταστάτες σωληνώσεων για το φυσικό αέριο, κοστολόγοι, διδακτικό προσωπικό ιδιωτικών φροντιστηρίων και σχολών αγγλικής και γερμανικής γλώσσας, στελέχη χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, νοσοκόμοι, ειδικοί διαχείρισης τουριστικών εκδηλώσεων, ειδικοί εφαρμογών πληροφορικής με πολυμέσα (multimedia), εγκαταστάτες και συντηρητές τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού νέας τεχνολογίας, ειδικοί προσχολικής αγωγής δραστηριοτήτων δημιουργίας και έκφρασης, σύμβουλοι προσχολικής αγωγής ημερήσιας φροντίδας παιδιών με ειδικές ανάγκες.


Οσον αφορά επαγγέλματα τα οποία φθίνουν, την αρνητική πρωτιά έχουν τα σχετιζόμενα με τον τομέα παραγωγής. Παραδείγματος χάριν, την κατιούσα έχουν πάρει επαγγέλματα όπως υποδηματοποιοί και κατασκευαστές ειδών κυρίως από δέρμα, ανειδίκευτοι εργάτες ορυχείων και κατασκευών, αγρεργάτες και αλιεργάτες, όπως επίσης τεχνίτες του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας. Αλλωστε έρευνες για την απασχόληση που διενεργεί η Στατιστική Υπηρεσία δείχνουν καθαρά ότι η ελληνική βιομηχανία συρρικνώνεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ 1986 και 1994 στους παραδοσιακούς κλάδους της υφαντουργίας, ένδυσης και υπόδησης οι επιχειρήσεις κατήργησαν 50.000 θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα το εργατικό δυναμικό αυτών των κλάδων να παρουσιάζεται το 1994 μειωμένο κατά 1/3 σε σχέση με το 1984.


Πρόσφατη έρευνα του Πειραματικού Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης και Απασχόλησης (ΠΙΕΚΑ) του ΟΑΕΔ κατέγραψε τις ποσοτικές ενδείξεις για τη ζήτηση των επαγγελμάτων στην Ελλάδα σήμερα. Σύμφωνα με τους δείκτες που εμφανίζονται στην έρευνα (πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 1995), εργάζεται το 98% των στελεχών επιχειρήσεων, το 99% των γιατρών, το 97% των προϊστάμενων μεικτών εστιατορίων και ξενοδοχείων, το 99% των δικηγόρων και νομικών συμβούλων, το 98% των λογιστών, το 97% των νοσοκόμων, το 100% των φαρμακοποιών, το 97% των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, το 100% των οδοντιάτρων, το 96% του διδακτικού προσωπικού ιδιωτικών φροντιστηρίων και σχολών, το 96% των ξυλουργών, το 97% των υδραυλικών και εγκαταστατών σωληνώσεων, το 98% των εγκαταστατών και συντηρητών τηλεγραφικού και τηλεφωνικού εξοπλισμού. Ολα αυτά τα επαγγέλματα, σύμφωνα με την έρευνα, δίνουν και προοπτική νέων θέσεων εργασίας.


Οι διαπιστώσεις του ΠΙΕΚΑ ­ σε αυτή την προκαταρτική διερεύνηση θα υπάρχει συνέχεια ­ φαίνεται να συμφωνούν με την εικόνα που δίνει ο κ. Ρομπόλης ο οποίος μας επεσήμανε την ανάγκη να συνδεθεί η επαγγελματική κατάρτιση και ο επαγγελματικός προσανατολισμός των νέων με επαγγέλματα με προοπτική εύρεσης εργασίας. «Σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ, σε μια χώρα με 10% ανεργία το 6% οφείλεται στη διαρθρωτική κρίση (επενδύσεις, ανάπτυξη κλπ.), το 2% σε αλλαγή επαγγελμάτων και το 2% στο εκπαιδευτικό σύστημα και στην αγορά εργασίας. Τα προγράμματα κατάρτισης και εκπαίδευσης που κάνουν οι διάφορες χώρες στοχεύουν στη διαχείριση αυτού του 4% (αλλαγή επαγγελμάτων, εκπαίδευση και αγορά εργασίας).


Ενδεικτικά μας αναφέρει ότι στην Ελλάδα ένα επάγγελμα του μέλλοντος είναι οι υδραυλικοί – συντηρητές και εγκαταστάτες σωληνώσεων για το φυσικό αέριο. «Τόσο στην οικιακή χρήση όσο και στη θέρμανση θα χρειαστούν νέες εγκαταστάσεις, θα φύγουν οι καυστήρες των καλοριφέρ κ.ά., ενώ θα απαιτείται και η συντήρησή τους αργότερα. Επίσης, τον τομέα εμπορίας υλικών για οικιακή χρήση και θέρμανση με φυσικό αέριο θα πρέπει να αναλάβουν όσοι θα έχουν και τεχνική κατάρτιση». Ενα ακόμη επάγγελμα με προοπτική ανοιχτή στο μέλλον είναι οι σύμβουλοι πολιτιστικών εκδηλώσεων και οι ειδικοί διαχείρισης τουριστικών εκδηλώσεων. Οπως επισημαίνει ο κ. Ρομπόλης, «τα ξενοδοχεία λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού συχνά ρίχνουν τις τιμές ακόμη και κάτω του κόστους, μόνο και μόνο για να φέρουν τον πελάτη μέσα στον χώρο τους. Αυτή τη χαμηλή τιμή δωματίου προσπαθούν να την συμψηφίσουν με εκδηλώσεις και προσφορές: μπαρ με ζωντανή μουσική, ειδικές βραδιές ψυχαγωγίας, προγράμματα γυμναστικής. Αυτά πρέπει κάποιος με ειδική εμπειρία σε εκδηλώσεις να τα συντονίζει». Μια ειδικότητα με ζήτηση είναι και οι κοστολόγοι τους οποίους «κυνηγούν» οι επιχειρήσεις. «Είναι αυτοί που υπολογίζουν το κόστος των προϊόντων σε μια επιχείρησηκαι έχουν πολλές δυνατότητες εύρεσης εργασίας».


Οσον αφορά τον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών, οι αποκλειστικές νοσοκόμες κατ’ οίκον ή σε κλινικές και νοσοκομεία, οι νοσηλευτές σε νοσοκομεία, ΚΑΠΗ και ιατρικά κέντρα έχουν σχετικά καλές προοπτικές. «Επίσης, για τους ειδικούς προσχολικής αγωγής παιδιών με ειδικές ανάγκες η προοπτική είναι αρκετά καλή, αφού και δημόσια ιδρύματα έχουν κενές θέσεις αλλά και οι γονείς παιδιών με ειδικές ανάγκες προσανατολίζονται στην πρόσληψή τους για απογευματινή απασχόληση και εκπαίδευση των παιδιών τους». Στον γεωτεχνικό τομέα θα μπορούσε να ασχοληθεί κάποιος με τις τεχνικές ανθοκομίας, θερμοκηπίων, αρδεύσεων, ενώ στον τομέα εφαρμοσμένων τεχνών έχουν ζήτηση οι τεχνικοί γραφίστες ηλεκτρονικής σχεδίασης εντύπου και οι συντηρητές έργων τέχνης.


Πάντως, σύμφωνα με τον κ. Ρομπόλη, χρειάζεται να γίνει μια συνολική μελέτη που να προβλέπει τις ανάγκες της αγοράς εργασίας τα επόμενα 10 χρόνια, ώστε τα εκπαιδευτικά προγράμματα να έχουν κάποιον συγκεκριμένο προσανατολισμό. «Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και δεν πρέπει να μένουμε με σταυρωμένα χέρια. Σκεφτείτε ότι στις ΗΠΑ οι ερευνητές λένε ότι το 2010 θα υπάρχουν επαγγέλματα που αυτή τη στιγμή δεν μπορούν καν να φανταστούν. Ετσι προτρέπουν τους νέους σε σπουδές βασικού προσανατολισμού (π.χ., μαθηματικά, διοίκηση επιχειρήσεων κλπ.) ώστε να υπάρχει μετά το περιθώριο εξειδίκευσης ανάλογα με τις ανάγκες».