Ουκ ολίγες γενεές παιδιών μεγάλωσαν με τον φόβο του «μπαμπούλα», του «αράπη», του «κακού λύκου» ή του «παλιατζή», που «στοίχειωναν» τις σκέψεις τους και μετατρέπονταν στον καθημερινό «εφιάλτη» τους. Οι μεγάλοι επικαλούνταν συχνά παρεμφερείς φιγούρες που ακροβατούσαν μεταξύ πραγματικού και φανταστικού προκειμένου να συνετίσουν, να ελέγξουν, να περιορίσουν τους λιλιπούτειους. Σήμερα οι φόβοι των παιδιών (όπως και η τακτική των γονιών) παραμένουν, έχει αλλάξει όμως σημαντικά το περιεχόμενό τους. Τα ελληνόπουλα (συνεχίζουν να) φοβούνται, αλλά οι φόβοι τους έχουν πάρει πλέον… σάρκα και οστά απέχοντας μακράν από κάθε φόβο-γέννημα θρέμμα της φαντασίας κάποιων. Οπως κατέδειξε έρευνα του Πανεπιστημίου Αθηνών η οποία μόλις ολοκληρώθηκε, τα παιδιά φοβούνται πλέον μήπως τα χτυπήσει αυτοκίνητο ή μήπως πάθουν ηλεκτροπληξία, φοβούνται τη φωτιά, την πτώση από μεγάλο ύψος, τους κλέφτες, αλλά και την αποτυχία στους διαγωνισμούς. Μάλιστα οι φόβοι τους είναι μεγαλύτεροι και εντονότεροι σε σχέση με εκείνους συνομηλίκων τους από άλλες δυτικές χώρες (ΗΠΑ, Αυστραλία, Βρετανία). Οσο για τα «ερεθίσματα» που προκαλούν τον φόβο στα παιδιά, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι απλώς αντικατοπτρίζουν τους κινδύνους από τους οποίους προσπαθούν να τα προφυλάξουν σήμερα οι γονείς και που όντως μπορεί να τα απειλήσουν πολύ περισσότερο από τον μυθικό «μπαμπούλα».


Οι ερευνητές ταξινόμησαν τους φόβους σε επτά κατηγορίες: α) φόβος για κίνδυνο και θάνατο (π.χ. ατυχήματα, φυσικές καταστροφές), β) φόβος για το άγνωστο (π.χ. σκοτάδι), γ) φόβος για την αποτυχία και την κριτική (π.χ. τιμωρία, κακοί βαθμοί), δ) φόβος για τα μέσα μεταφοράς / αγοραφοβία (π.χ. λεωφορεία, συνωστισμός), ε) φόβος για τα ζώα κ.ά. (π.χ. ποντίκια, αράχνες), στ) φόβος για το σχολείο (π.χ. γραπτές και προφορικές εξετάσεις), ζ) φόβος για ιατρικές επεμβάσεις (επίσκεψη στον γιατρό, νοσοκομείο). Στις τέσσερις σελίδες του ερωτηματολογίου που διένειμαν σε παιδιά δημοτικών σχολείων όλης της χώρας περιέχονταν 80 «ερεθίσματα» πιθανά να προκαλέσουν φόβους, τα οποία ήταν διατυπωμένα έτσι ώστε να περιγράφουν καταστάσεις, αντικείμενα, πρόσωπα, πράγματα κ.ά. Οι ερωτώμενοι μαθητές καλούνταν να επιλέξουν «τις λέξεις που περιγράφουν καλύτερα πόσο πολύ φοβάστε».


* Τι δείχνουν οι απαντήσεις


Οι πιθανοί κίνδυνοι για την υγεία και τη σωματική τους ακεραιότητα φοβίζουν τα παιδιά όσο και η ενδεχόμενη αποτυχία τους και η κριτική από τους άλλους! Αυτό είναι το πρώτο σημαντικό εύρημα της έρευνας. Τα ποσοστά που έλαβαν αυτές οι δύο κατηγορίες ήταν 75,1% και 63,6% αντίστοιχα. Αλλά και ο φόβος για το άγνωστο συγκέντρωσε ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό ανάμεσα στις απαντήσεις των παιδιών (56,1%), ενώ έπονται ο φόβος για τις ιατρικές επεμβάσεις (53,9%), για τα μικρά ζώα (53,7%), για την εικόνα στο σχολείο (48,6%), για τα ταξίδια και τις συναθροίσεις (48,5%). «Τα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι τα παιδιά αυτής της ηλικίας αρχίζουν να ξεπερνούν τους φόβους για το σκοτάδι, τα ζώα, τα φαντάσματα και παρεμφερή «τέρατα» που γεννά η φαντασία τους και που «καταδυναστεύουν» τη ζωή τους μέχρι το δημοτικό, ενώ παράλληλα αρχίζουν πλέον να αισθάνονται φόβο για συγκεκριμένα αντικείμενα ή καταστάσεις» παρατηρεί ο κ. Μέλον.


Ο σύγχρονος τρόπος ζωής προσφέρει άλλωστε πλούσιο… υλικό στα ελληνόπουλα για τους φόβους τους. Οπως και στους γονείς τους, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις πρώτοι καταλαμβάνονται από το συναίσθημα του φόβου προτού το… μεταδώσουν και στα παιδιά τους μέσα από συμβουλές, υποδείξεις, οδηγίες. Ο υπ’ αριθμόν 1 φόβος των παιδιών στην Ελλάδα, τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια, «μήπως με χτυπήσει αυτοκίνητο» συμπυκνώνει όλη την ανησυχία – η οποία συχνά γίνεται υστερία – των γονιών σχετικά με τους κινδύνους που διατρέχουν οι λιλιπούτειοι – αλλά όχι μόνον – στους δρόμους, ενώ παράλληλα καταδεικνύει αυτό που εισπράττουν από την παρουσίαση του ζητήματος «οδική ασφάλεια – μετακίνηση» τα ίδια τα παιδιά, ότι δηλαδή δεν αισθάνονται ασφαλή ως επιβάτες οχήματος ή ως πεζοί. Το ηλεκτρικό ρεύμα, η φωτιά και η πτώση από ύψος προκαλούν επίσης φόβους στα παιδιά. Οπως λένε οι ειδικοί, πρόκειται για φόβους που αποκτούν συνήθως λόγω των συχνών υποδείξεων που τους κάνουν οι μεγάλοι. Το ίδιο «καταστροφικό» αποτέλεσμα με τις γονεϊκές υποδείξεις έχει και η τηλεόραση, η οποία «ενοχοποιείται» σημαντικά για τον φόβο που αισθάνονται τα παιδιά απέναντι στο ενδεχόμενο μιας επίθεσης από εχθρική χώρα (η επίθεση στο Ιράκ έδωσε προσφάτως «τροφή» στους φόβους των παιδιών) αλλά και απέναντι στους κλέφτες!


* Τρόμος για το σχολείο


Ο φόβος για το σχολείο ήταν μια ξεχωριστή ενότητα στο ερωτηματολόγιο. «Να με εξετάζουν προφορικά», «να μου κάνει ερωτήσεις ο δάσκαλος στην τάξη», «να παίρνω κακούς βαθμούς», «να γράψω άσχημα σε ένα διαγώνισμα», «να πρέπει να πάω σχολείο», «να παίρνω την καρτέλα με τους βαθμούς», «να γράφω διαγώνισμα» είναι μερικές από τις καταστάσεις που αξιολόγησαν οι μαθητές συγκαταλέγοντάς τες σε εκείνες που τους προκαλούν έντονο φόβο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ιδίως η αποτυχία στους διαγωνισμούς και η χαμηλή βαθμολογία στο σχολείο καταλαμβάνουν τη δέκατη και την ενδέκατη θέση στον κατάλογο με τους πιο συχνούς και έντονους φόβους των παιδιών. Οπως επισημαίνουν οι ερευνητές, οι εν λόγω φόβοι εμφανίζονται εξαιρετικά δομημένοι και συγκροτημένοι στο μυαλό τους, επιπλέον δε παρατηρούν ότι παρουσιάζονται στα ελληνόπουλα πολύ πιο νωρίς από ό,τι στα συνομήλικά τους παιδιά σε άλλες χώρες. «Στην Ελλάδα το σχολείο είναι ταυτισμένο με την αξιολόγηση και οι μαθητές έχουν πρωτίστως κίνητρο για καλές επιδόσεις και δευτερευόντως για μάθηση και γνώση. Το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα οδηγεί τους μαθητές σε αυτόν τον μονόδρομο. Στόχος όλων των παιδιών, αλλά και των γονιών τους, από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού είναι το… πανεπιστήμιο» παρατηρεί ο κ. Κολιάδης, προσθέτοντας ότι τελικά η αντιμετώπιση με αυτόν τον τρόπο της σχολικής πορείας ενός παιδιού αποτυπώνεται και στον συναισθηματικό του κόσμο.


ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ H επίδραση του φύλου και της ηλικίας


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχαν οι απαντήσεις των παιδιών ανάλογα με την τάξη φοίτησής τους στο δημοτικό σχολείο, οι αντιδράσεις τους δηλαδή εμπρός στα (ίδια) αντικείμενα και τις καταστάσεις που γεννούν φόβο, όσο μεγαλώνουν. Προκύπτει, π.χ., ότι ο φόβος για τα μικρά ζώα μειώνεται με την πάροδο του χρόνου. Στην ηλικία των επτά ετών το ποσοστό των παιδιών που φοβούνται τα ζώα είναι 56,1%, ενώ στην ηλικία των 12 ετών το αντίστοιχο ποσοστό είναι 51%. Αντιστρόφως ανάλογη θέση όμως καταλαμβάνουν στη ζωή των παιδιών, όσο αυτά μεγαλώνουν, κάποιοι άλλοι φόβοι που δεν συνδέονται με αντικείμενα (οπότε και εξαλείφονται ευκολότερα με τη βοήθεια της λογικής) αλλά με καταστάσεις. Για παράδειγμα, ο φόβος για την κριτική και την αποτυχία συγκεντρώνει ποσοστό 58% στα μικρότερα παιδιά, αλλά στην ηλικία των 12 ετών ο ίδιος φόβος αφορά πλέον το 64,3% των παιδιών. H εικόνα τους μέσα στην τάξη απασχολεί το 45% των παιδιών της δεύτερης τάξης του δημοτικού, αλλά στην έκτη τάξη το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 52%.


Οσον αφορά το φύλο και το πώς επηρεάζει το συναίσθημα του φόβου, τα αποτελέσματα ουδόλως εξέπληξαν τους ερευνητές. Τα κορίτσια αναδεικνύονται περισσότερο… φοβητσιάρες σε σχέση με τους άρρενες συνομηλίκους τους. Σε όλες τις περιπτώσεις οι απαντήσεις τους διατηρούν μια διαφορά που κυμαίνεται από τρεις ως 13 ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με αυτές των αγοριών. Για παράδειγμα, τα μικρά ζώα γεννούν φόβο στο 46,8% των αγοριών ενώ στα κορίτσια το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 61%! H κριτική και η αποτυχία επίσης φοβίζουν λιγότερο τα αγόρια (60%) από τα κορίτσια (67%), καθώς και το άγνωστο (ποσοστό 51% έναντι 61,3% του αντίστοιχου στα κορίτσια). Οπως παρατηρούν οι ερευνητές, «τα στοιχεία αποτυπώνουν πλήρως την ελληνική πραγματικότητα, που επιβάλλει στα αγόρια να συμπεριφέρονται ως… άνδρες θαρραλέοι και ατρόμητοι ακόμη και στο νηπιαγωγείο, σε αντίθεση με τα κορίτσια, που τους επιτρέπεται να έχουν ευαισθησίες και φόβους και κυρίως να μην ντρέπονται να το δείξουν».


H ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ


H έρευνα, η οποία μόλις ολοκληρώθηκε, έγινε σε ευρύ δείγμα παιδιών, μαθητών του δημοτικού σχολείου: περίπου 3.200 μαθητές ηλικίας 7 ως 12 ετών, δημόσιων σχολείων όλης της χώρας. Οι ερευνητές ήταν οι κκ. Εμμ. Κολιάδης, καθηγητής Ειδικής Αγωγής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θ. Παρασκευόπουλος, υποψήφιος διδάκτωρ Ειδικής Αγωγής και Ψυχολογίας, Ρόμπερτ Μέλον, επίκουρος καθηγητής Πειραματικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Το ερευνητικό εργαλείο ήταν ερωτηματολόγια αυτοαναφοράς και ειδικότερα το ερωτηματολόγιο φόβων, το οποίο «μετρά» τους τύπους και τις εντάσεις του φόβου που προκαλούνται από διαφορετικά γεγονότα σε ένα άτομο. Τα παιδιά κλήθηκαν να αξιολογήσουν τα ίδια πόσο φοβούνται (πολύ, λίγο, καθόλου) μια σειρά καταστάσεις και αντικείμενα, 80 στο σύνολό τους, που περιέχονταν στο ερωτηματολόγιο.