Δεν πρόλαβε να στεγνώσει το μελάνι στο συμβόλαιο που υπέγραψαν οι δικοί μας με τη ΔΟΕ και άρχισαν τα όργανα… Υποδοχή Ολυμπιονικών, λέει, ζητούσε η Επιτροπή Διεκδίκησης με πορεία εν μέσω αλαλάζοντος πλήθους και αποθέωση στο Καλλιμάρμαρο. Ευτυχώς τη γλιτώσαμε με κάτι τσάμικα και καλαματιανά στο Ζάππειο. Από την επομένη, όμως, το γλέντησαν με την ψυχή τους: να οι συνεντεύξεις, να οι τιμές, να τα ταγεράκια, να τα πρωτοσέλιδα με τις συνταρακτικές αποκαλύψεις για τον καταλυτικό ρόλο του κυρίου Τάδε ή της κυρίας Δείνα. Δώσ’ του ζεμπεκιές, δώσ’ του και πεντοζάλες… Η Ελλάδα ζει την επιτυχία, ακριβώς όπως και την ήττα: χωρίς κανένα μέτρο!


Πριν από δεκαοκτώ μήνες το έθνος συνετρίβη στα Ιμια. Τώρα το έθνος ανεστήθη στη Λωζάννη. Σε αυτήν την ευλογημένη χώρα η καταστροφή και η αποθέωση είναι σαν τη γραμμή Κολιάτσου – Παγκράτι, πηγαινοερχόμαστε συνεχώς. Και αφού ολοκληρωθεί η συντριβή ή η αναγέννηση, τότε ομοθύμως θα τεθεί το μοναδικό κατά περίπτωση ερώτημα που επιτρέπει του Ελληνα ο τράχηλος. «Ποιος φταίει;» και «ποιος θα αναλάβει;». Ποιος φταίει που κάηκε το Σέιχ Σου; Ποιος φταίει που έπεσε το ελικόπτερο; Ποιος φταίει που βούλιαξε η βάρκα; Ποιος θα αναλάβει τους Αγώνες;


Φυσιολογικό, θα μου πείτε. Ολοι ψάχνουν για έναν υπεύθυνο, για μια θέση. Αυτή η ηδονοβλεπτική διάθεση που μας καθηλώνει μπροστά στα ατελείωτα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων αναζητεί ως τελική επικύρωση και ένα αποτέλεσμα, ένα όνομα. «Φέρτε μου τον υπεύθυνο!» φωνάζει ο ταλαιπωρημένος πολίτης από τις πτήσεις της Ολυμπιακής. Και επειδή στις σύγχρονες κοινωνίες, εκεί που φύονται πιο σύνθετες και πιο περίπλοκες μορφές οργάνωσης, ποτέ δεν υπάρχει Ο υπεύθυνος, τότε αρχίζει το πανηγύρι…


«Τέσσερις ημέρες πέρασαν και ακόμη δεν πήρε καμία απόφαση η κυβέρνηση!» δήλωσε ο κ. Αβραμόπουλος. Και τέσσερις και εκατόν τέσσερις… Οι Ολυμπιάδες δεν οργανώνονται με τσάμικα και ούτε στήνονται στο πόδι. Και ας με συγχωρήσουν «οι πατέρες (και οι μητέρες…) της νίκης» αλλά το σημαντικότερο στην υπόθεση δεν είναι ούτε ποιος θα μετέχει, ούτε ποιος θα προΐσταται της Οργανωτικής Επιτροπής. Δεν είναι αν το υφυπουργείο Αθλητισμού θα προαχθεί σε υπουργείο, όπως δεν είναι αν θα τοποθετηθεί ο τάδε υπουργός συντονιστής της γενικής προσπάθειας. Δεν είναι ούτε ποιος θα επιβραβευθεί, ούτε ποιος θα παροπλιστεί στη συνέχεια.


Γενικώς, αυτές οι ιστορίες προσώπων και πρωτοκαθεδριών δεν μου προκαλούν κανένα ενδιαφέρον, όχι επειδή δεν εργάστηκαν κάποια πρόσωπα με επιτυχία για την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά επειδή το τελικό αποτέλεσμα ξεπερνάει όλα τα πρόσωπα και αφορά τη χώρα. Τη διοργάνωση ανέλαβε η πρωτεύουσα της Ελλάδας και κανένας προσωπικά. Ούτε ο Σημίτης, ούτε η Γιάννα, ούτε ο Φούρας, ούτε ο Λάμπης… Ούτε που ξέρω απ’ όλους εμάς ποιοι θα υπάρχουν το 2004, παρ’ όλο που ολοψύχως εύχομαι να υπάρχουμε όλοι. Οι Αγώνες, όμως, θα γίνουν. Και θα γίνουν για να δείξουν στον άλλο κόσμο όχι ότι είναι μάγκας ο άλφα ή ο βήτα αλλά ότι η Ελλάδα μπαίνει στον 21ο αιώνα με την περπατησιά της μεγάλης χώρας.


Αν ψάχνουμε ένα νόημα και έναν στόχο στους Αγώνες δεν μπορεί να είναι παρά αυτός. Πολλοί κυνήγησαν με ενθουσιασμό την Ολυμπιάδα, άλλοι με επιφυλάξεις. Πολλοί το ευχήθηκαν ολοψύχως, άλλοι το απεύχονταν πειστικά. Πολλοί χάρηκαν, άλλοι βόγκηξαν. Επ’ αυτών, όμως, πάπαλα… Ουδόλως ενδιαφέρει πια αν πήγαν οι Ολυμπιονίκες στη Λωζάννη και πώς πήγαν και γιατί δεν πήγαν και ποιος φταίει και γιατί θύμωσαν. Ουδόλως ενδιαφέρει αν ο Φούρας μιλιόταν με τη Γιάννα ή με τον Γιώργο Παπανδρέου και αν δεν μιλιόταν, το ίδιο μας κάνει. Εχουμε επτά χρόνια μπροστά μας να ετοιμάσουμε και να δείξουμε αυτό που πλέον είμαστε: μια μεγάλη χώρα.


Μια χώρα που δεν ψήλωσε επειδή πήρε τους Ολυμπιακούς και ούτε τους πήρε επειδή «λάδωσε» πέντε δέκα αθάνατους, αλλά επειδή δουλεύει σκληρά, υπομονετικά και μεθοδικά. Μια χώρα που έχει κάνει και κάνει θυσίες, που κρύβει ταλέντα και που τα αξιοποιεί. Μια χώρα που δεν έχει μόνο παρελθόν αλλά και παρόν και μέλλον. Μια χώρα που παίρνει τους Ολυμπιακούς και μπαίνει στην ΟΝΕ και αλλάζει καθημερινά με το σπαθί της και με τον κόπο της. Οχι επειδή δικαιούται τίποτε αλλά επειδή τα αξίζει όλα.


Κυρίως, όμως, μια μεγάλη χώρα που πιστεύει στον εαυτό της, που ξέρει τη δύναμη της. Χωρίς κορόνες και χωρίς κομπλεξισμούς. Χωρίς φαμφάρες και χωρίς ψευτοτσαμπουκάδες. Μια χώρα σίγουρη και κατασταλαγμένη. Χωρίς φασαρίες και χωρίς αλαλαγμούς. Αλλά, κυρίως, χωρίς υστερίες.