Την περασμένη Δευτέρα όσοι έτυχε να βρεθούν στους κήπους του Προεδρικού Μεγάρου διέκριναν τη διαφορά, για να μην πούμε τη μεταμόρφωση. Στη δεξίωση του Προέδρου της Δημοκρατίας για τα 43 χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας οι υπουργοί και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έλαμπαν στην κυριολεξία.
Καμία σχέση με άλλες προηγούμενες εμφανίσεις σε ανάλογες δημόσιες εκδηλώσεις. Και δεν ήταν αποτέλεσμα της επιτυχούς εξόδου στις αγορές. Στα μάτια ενός τρίτου παρατηρητή, που γνωρίζει πρόσωπα και καταστάσεις, φανερώνονταν κυρίως της εξουσίας τα φτιασιδώματα, όπως και τα συναισθήματα που η άσκησή της γεννά.
Πλανεύτρα όπως είναι, μεταλλάσσει τα πρόσωπα, τις προσωπικότητες αποκαλύπτει και τις αδυναμίες αναδεικνύει.
Οι κυρίες ήταν απαστράπτουσες, οι κύριοι γυαλισμένοι, η διάθεση χαρωπή και οι ματιές υπεροπτικές, γεμάτες ικανοποίηση, αλλά και καχυποψία και εκδίκηση μαζί για τους άλλους, τους προηγούμενους ή τους τρίτους που τους παρατηρούσαν διερευνητικά.

Η κατάληψη των ανακτόρων
Δεν χωρεί αμφιβολία πια ότι οι άλλοτε πολιτικοί των δρόμων με τα αμπέχονα και τις βερμούδες είναι καταγοητευμένοι από την κατάληψη των κάθε λογής ανακτόρων.
Τους αρέσει το σουλάτσο στους κήπους της Δημοκρατίας που άλλοτε απαξίωναν και λοιδορούσαν και δεν έχουν σκοπό να παραδώσουν τα αγαθά που κατέκτησαν, ούτε να αποχωριστούν χωρίς μάχη τη νίκη που απρόσμενα πέτυχαν πριν από δυόμισι χρόνια.
Μπορεί οι δημοσκοπήσεις να τους φέρνουν δεύτερους, σε απόσταση μεγάλη από τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά κοινή είναι η πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα παραδοθεί, ούτε θα πέσει σαν άλλο ώριμο φρούτο, όπως ορισμένοι νομίζουν.
Στα δυόμισι χρόνια που κυβερνούν ο κ. Τσίπρας και η ομάδα που τον περιβάλλει η προσαρμογή ήταν διαρκής και η ευελιξία μοναδική.
Αφού πέρασε από σαράντα κύματα και χρειάστηκε να αρνηθεί πάμπολλες φορές τον εαυτό του, αυτή τη στιγμή ανασυντάσσεται, ανασυγκροτείται και προετοιμάζεται συστηματικά και οργανωμένα για την επόμενη κρίσιμη αναμέτρηση, από την οποία θα κριθεί και η θέση του στο, μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση, πολιτικό σκηνικό.
Οι ιθύνοντες της νέας Αριστεράς αισθάνονται πια πιο σίγουροι. Ξεπέρασαν, έπειτα από πολλές πικρές εμπειρίες για τη χώρα και τους ίδιους, τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις που τους καθοδηγούσαν μέχρι πρόσφατα, συμβιβάστηκαν με τον συστημικό ρόλο που αναγκάστηκαν εκ των συνθηκών να παίξουν, απέφυγαν τον μεγάλο και υπαρκτό κίνδυνο της μεγάλης αμφισβήτησης εξαιτίας μιας ανείπωτης καταστροφής που μπορεί να προκαλούσαν με τα άλματα στο κενό τα οποία κατά καιρούς επιχείρησαν και πλέον, έπειτα από τόσες περιπέτειες, νιώθουν ικανοί να παραμείνουν πρωταγωνιστές στη νέα εποχή.

Ο σύμμαχος χρόνος
Ο Πρωθυπουργός πιστεύει ότι έχει τον χρόνο σύμμαχό του, ότι τα δύσκολα πέρασαν και ευελπιστεί ότι από εδώ και πέρα θα μεταδίδει και θα προπαγανδίζει μόνο καλές ειδήσεις.
Ολοι αποδέχονται πια ότι οι εκλογές απομακρύνθηκαν, ότι πριν από το φθινόπωρο του 2018 κανείς δεν μπορεί να τις διεκδικήσει με αξιώσεις και ότι αυτοί «θα παραμείνουν στην εξουσία προκειμένου να καθοδηγήσουν την έξοδο της χώρας από την κρίση».
Αυτό είναι πλέον το στρατήγημά τους και με αυτό θα πορευτούν τον επόμενο χρόνο. Οπως οι ίδιοι λένε, αν δεν μεσολαβήσουν απρόβλεπτα γεγονότα, δεν διαταραχθούν οι εσωτερικές ισορροπίες και δεν κλονιστεί η σχέση συνεργασίας με τους ΑΝΕΛ του υπουργού Αμυνας, η πορεία θα μείνει σταθερή μέχρι τις 21 Αυγούστου του 2018, οπότε και θα κριθεί αν η ελληνική οικονομία θα είναι σε θέση να χρηματοδοτείται αυτόνομα από τις διεθνείς αγορές, χωρίς εξωτερικές βοήθειες, χωρίς επιπρόσθετα μέτρα και νέο μνημόνιο.
Αν ελευθερωθεί η οικονομία από τα μνημόνια και την καταδυναστευτική επιτροπεία, θα επαναξιολογηθούν οι συνθήκες και θα καθοριστεί αν η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία ή θα προσφύγει στις κάλπες, κρίνοντας ότι το περιβάλλον την ευνοεί εκλογικά.
Κατά μία εκδοχή λοιπόν, αν στην τρέχουσα περίοδο τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα του προγράμματος και κλείσει γρήγορα η τρίτη αξιολόγηση, θα κερδηθεί στη συνέχεια η λύση για το χρέος, θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην οικονομία και η ανάκαμψή της θα επιταχυνθεί και το σχέδιο που έχει ορίζοντα μέχρι τον Αύγουστο του 2018 θα εφαρμοστεί χωρίς παρεκκλίσεις…
Η ανοχή των ξένων
Η αλήθεια είναι ότι με τον καιρό και τις πολλές προσαρμογές ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να εξασφαλίσει, αν όχι την υποστήριξη, σίγουρα την ανοχή των ξένων, εταίρων και δανειστών. Ιδιαιτέρως μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης οι Ευρωπαίοι δεν κρύβουν την ικανοποίησή τους. Οσοι συνομιλούν με στελέχη της Κομισιόν και κυβερνητικούς αξιωματούχους κρίσιμων ευρωπαϊκών χωρών εκπλήσσονται από τα σχόλιά τους.
Εμφανίζουν τον Πρωθυπουργό ως αποφασιστικό ηγέτη, αποδίδοντάς του μάλιστα ιδιότητες και χαρακτηριστικά που ούτε οι προπαγανδιστές της «Αυγής» και της Αίθουσας Προπαγάνδας της ΕΡΤ δεν αποτολμούν.
Πιστεύουν συγκεκριμένα ότι ο κ. Τσίπρας, παρότι διαφορετικός και πολιτικά απέναντι στις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, προσαρμόστηκε, αποδέχθηκε τις υποχρεώσεις της χώρας και, το σημαντικότερο, τις εφαρμόζει με συνέπεια και με τις λιγότερες δυνατές κοινωνικές αντιδράσεις.
Επίσης οι Γερμανοί του SPD και οι γάλλοι σοσιαλιστές τον αναγνωρίζουν ως κυρίαρχη έκφραση της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα και τον ΣΥΡΙΖΑ ως διάδοχο σχήμα τού άλλοτε κραταιού ΠαΣοΚ.
Το βέβαιο είναι ότι το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης παρήγαγε οικονομικά και πολιτικά αποτελέσματα, όσο κι αν τα αρνούνται οι της αντιπολίτευσης, αξιωματικής και ελάσσονος. Αποτελέσματα που ήδη βλέπουμε να επενεργούν στην οικονομική και πολιτική λειτουργία της χώρας.
Θα μπορούσε να πει κανείς με σχετική ασφάλεια, εκτός βεβαίως απροόπτων, ότι ο προηγούμενος κύκλος της μεγάλης κρίσης οδεύει προς το κλείσιμό του και είμαστε μπροστά στο άνοιγμα ενός νέου, ο οποίος λογικά θα επιδράσει και στην πολιτική σκηνή.

Η μεγάλη πρόκληση
Αυτή είναι και η μεγάλη πολιτική πρόκληση της επόμενης περιόδου. Πώς θα διασφαλιστεί κατ’ αρχήν ότι δεν θα παλινδρομήσει η χώρα σε νέα κρίση και στη συνέχεια ποιο μοντέλο θα επιλέξει να ακολουθήσει διδασκόμενη και από τις εμπειρίες της προηγούμενης περιόδου.
Η διαχείριση της επερχόμενης οικονομικής αναγέννησης είναι πολύ διαφορετική από εκείνη της μακρόχρονης κρίσης και το νέο παραγωγικό μοντέλο λογικά πρέπει να προσπερνά εκείνο που μας οδήγησε στη χρεοκοπία.
Αυτή δεν είναι μια αδιάφορη συζήτηση. Αφορά την κυβέρνηση, την αξιωματική αντιπολίτευση, τα μικρότερα κόμματα και βεβαίως την κοινωνία.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην επιχειρηματική κοινότητα η συζήτηση αυτή είναι κυρίαρχη. Οι ανταγωνισμοί που εξελίσσονται παρασκηνιακά, για παράδειγμα, στον Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών έχουν να κάνουν ακριβώς με τα χαρακτηριστικά του νέου οικονομικού μοντέλου που θα επικρατήσει μετά την κρίση.
Αν δηλαδή θα επιχειρηθεί στροφή σε παραγωγικές, υψηλής προστιθέμενης αξίας και εξαγωγικού προσανατολισμού μεταποιητικές δραστηριότητες, οι οποίες αυξάνουν τον πλούτο της χώρας, στηρίζουν την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή ή θα επανέλθουμε εκόντες άκοντες στο μοντέλο της κατανάλωσης, των υπηρεσιών και της απόλυτης εξάρτησης από τις εισαγωγές.
Το σίγουρο είναι πάντως ότι η πολιτική συζήτηση θα μετατοπιστεί προσεχώς. Οσο κι αν προσφέρονται προς πολιτική εκμετάλλευση τα πεπραγμένα της προηγούμενης περιόδου, η δυναμική της πραγματικής ζωής μπορεί να είναι τέτοια που να υποβαθμίσει τη σημασία τους.
Οπως και να έχει, οι μνήμες για τις απώλειες και τις καταστροφές σίγουρα επιδρούν στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών, ωστόσο διαχρονικά οι προοπτικές και οι προσδοκίες έχουν αποδειχθεί κρισιμότερες όλων.