Η ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ με την ενημέρωση είναι μια εξελισσόμενη απόπειρα ελέγχου του λόγου, βγαλμένη από τις χειρότερες σελίδες της ιστορίας του καθεστωτισμού. Εκδηλώθηκε με ένταση το 2012 από τον Αλέξη Τσίπρα και το επιτελείο του όταν στις διπλές εκλογικές αναμετρήσεις εκείνης της χρονιάς πίστεψαν για πρώτη φορά ότι θα μπορούσαν να κατακτήσουν την εξουσία αν είχαν στο πλευρό τους φιλικά μέσα ενημέρωσης.
Αρχισαν τότε να πλευρίζουν τα παραδοσιακά μέσα, τα ίδια που αργότερα ενοχοποίησαν ως συστημικά και διαπλεκόμενα, και με τον άκομψο τρόπο που διαχειρίζονται όλες τις υποθέσεις τους προσπάθησαν να στήσουν γέφυρες. Ακόμα και αν ορισμένοι από τους συνομιλητές τους γοητεύονταν από την ιδέα της ριζικής ανανέωσης του πολιτικού συστήματος πάγωναν όταν στο κλείσιμο της συζήτησης μάθαιναν, εν είδει επικρεμάμενης απειλής, ότι «εμείς τσαβίζουμε σε ό,τι αφορά τα μέσα ενημέρωσης».
Κυριαρχία και έλεγχος


Αυτή είναι η βαθιά συνείδηση του ΣΥΡΙΖΑ, η πολιτική κυριαρχία μέσω του ελέγχου της ενημέρωσης και της οικονομίας. Εκτός από επιθυμίες και ιδεοληψίες δεν υπήρχε κανένας σχεδιασμός, ούτε plan Α ούτε ασφαλώς plan B. Η οικονομία ερημοποιήθηκε, χωρίς ορατές προοπτικές ανάπτυξης, αυξάνοντας όμως την εξάρτηση από το κράτος, αλλά στα μέσα ενημέρωσης το παιχνίδι δεν εξελίχθηκε όπως το είχαν σχεδιάσει. Η κυβέρνηση υπέστη βαριά ήττα στο ζήτημα των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών. Και επειδή η Ιστορία κυλάει πιο γρήγορα από ό,τι αντιλαμβάνεται ο παρατηρητής της, ο Πρωθυπουργός βιάστηκε να διεκδικήσει τα εύσημα για το αδιέξοδο του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, μιλώντας για επιχείρηση-φούσκα, που «δυστυχώς τώρα σκάει» επειδή η κυβέρνηση «αρνήθηκε να τους κάνει τη χάρη και να συνεχίσει να τους χαρίζει δάνεια».
Προσκολλημένος στο αφήγημα του αμαρτωλού τριγώνου της διαπλοκής –κόμματα, μέσα ενημέρωσης, τράπεζες –δεν χάνει ευκαιρία να μιλήσει απαξιωτικά για τους επιχειρηματίες της ενημέρωσης. «Το νταβατζιλίκι τελείωσε, η εξεταστική επιτροπή έχει γίνει ο τόπος του μαρτυρίου σας», «χάρηκα πιο πολύ γιατί αυτοί οι ογκόλιθοι πήραν τη βαλιτσούλα τους και κλείστηκαν για τρία μερόνυχτα μέσα στα καμαράκια της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και δεν βγήκε κανείς» δήλωσε από το βήμα της Βουλής. Από το βήμα της ΔΕΘ περιποιήθηκε και τους εργαζομένους στα ΜΜΕ «δεν είσαστε οι μόνοι που βρίσκεστε σε δύσκολη θέση», «η αγορά έχει την ιδιότητα να αυτορρυθμίζεται», ήταν τα μόνα λόγια παρηγοριάς που βρήκε να πει.
Σταδιακά έχασε τη μεγαλύτερη εικόνα. Ενα εκδοτικό συγκρότημα σχεδόν εκατονταετούς λειτουργίας, το οποίο άφησε το στίγμα του στην ιστορία του τόπου, την πολιτική και την πολιτιστική, τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, τη σύνδεσή της με το διεθνές γίγνεσθαι, με τις νέες τεχνολογίες, δεν είναι φούσκα. «Το Βήμα» και «Τα Νέα» μπορεί να έχουν οικονομικά προβλήματα, έχουν όμως και αναγνώστες που όχι μόνο δεν τα εγκατέλειψαν στη δύσκολη στιγμή αλλά κατέκλυσαν τα social media με μηνύματα συμπαράστασης, διανθισμένα με προσωπικές αναμνήσεις. Και ήταν πολύ περισσότερα από τα χαιρέκακα σχόλια πανηγυρισμού επειδή «έκλεισε ο ΔΟΛ».
Μέσα σε αυτά θάφτηκε το χολερικό σχόλιο του Πάνου Καμμένου που αποχαιρετούσε τον ΔΟΛ: «bye». Το ίδιο συνέβη με το προπαγανδιστικό retweet (το οποίο έσπευσε να σβήσει όταν ανακοινώθηκε ότι κυκλοφορούν ξανά οι δύο εφημερίδες του ομίλου) του Νίκου Παππά, που αναπαρήγαγε τη βασική γραμμή άμυνας της κυβέρνησης ότι η ευθύνη για όσα συμβαίνουν στον ΔΟΛ βαρύνει αποκλειστικά την ιδιοκτησία του.
Μύθοι και ψέματα


Οι συνέπειες της κατάρρευσης του ΔΟΛ όμως είναι ορατές κατ’ αρχήν μέσα στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μία ο Νίκος Παππάς εξακολουθεί άοκνα και καθημερινά την προσπάθεια χειραγώγησης των μέσων ενημέρωσης, αυτή τη φορά πιέζοντας τις διοικήσεις των τραπεζών να δείχνουν μηδενική ανοχή στις εκδοτικές και τηλεοπτικές επιχειρήσεις, να μη διευκολύνουν ούτε τη μισθοδοσία των εργαζομένων. Επιπλέον άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να συσταθεί Προανακριτική Επιτροπή για τα δάνεια των ΜΜΕ, συντηρώντας τη μυθολογία των θαλασσοδανείων παρά την κατάθεση στοιχείων από τον Γιάννη Στουρνάρα στην Εξεταστική Επιτροπή που δείχνουν ότι τα συνολικά δάνεια των ΜΜΕ είναι 1,3 δισ. ευρώ και μόνο το 25% από αυτά, δηλαδή 317 εκατ. ευρώ, κάτω από τον μέσο όρο των «κόκκινων» δανείων, βρίσκονται σε καθυστέρηση.
Από την άλλη πλευρά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο Νίκος Βούτσης και ο Νίκος Φίλης, που αντιλαμβάνονται το βάρος και την παράδοση που κουβαλά η κάθε εφημερίδα, διαχωρίζουν τη θέση τους από τα φαινόμενα τυφλής εκδικητικότητας που εμφανίζονται στον χώρο τους. Το πρωτοσέλιδο της «Αυγής» «Κακά Νέα» επικρίθηκε όσο κανένα άλλο από τον κόσμο που τάχα εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ.


Εκατό χρόνια ιστορίας
Η μακρά σχέση με την Αριστερά και οι μεγάλοι γραφιάδες

Εξω από τις Συρακούσες υπάρχει μια τεχνητή σπηλιά, σε σχήμα αφτιού, με εξαιρετική ακουστική, που ονομάζεται «το αφτί του Διονυσίου». Σύμφωνα με τον μύθο, εκεί φυλάκιζε ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος Α’ τους πολιτικούς του αντιπάλους προκειμένου να ακούει τι του καταμαρτυρούσαν. Οποιος έχει επισκεφθεί τη σπηλιά αυτή γνωρίζει ότι και ο παραμικρός ψίθυρος επιστρέφει ως φωνή δυνατή και επιβλητική. Σε ένα τέτοιο σπήλαιο φαντάζονταν ο Πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του ότι θα έριχναν τα μέσα ενημέρωσης και κυρίως «Το Βήμα», το οποίο κατηγορούν για ιδεολογικό πόλεμο, και ότι το μόνο που θα ακουγόταν στην κοινωνία θα ήταν ο αντίλαλος της δικής τους φωνής.
Υπολόγισαν λάθος. Γιατί χειρίζονται τα ζητήματα με τη λογική της ωμής εξουσίας αποκομμένα από τον ιστορικό και τον κοινωνικό τους περίγυρο, και η ιστορία του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη με την Αριστερά είναι μακρά, με πολλά σκαμπανεβάσματα, αλλά και με αμοιβαίο σεβασμό.
Το «Ελεύθερον Βήμα» εκδόθηκε το 1922, με κεφάλαιο τις 5.000 χρυσές λίρες που έστειλε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στον Δημήτρη Λαμπράκη μέσω του Πρόδρομου Μποδοσάκη. Τα «Αθηναϊκά Νέα» το 1929. Στο βιβλίο του «Δύο μόνο δάκρυα» ο Μίμης Ανδρουλάκης περιγράφει μια συζήτηση στην οποία ο Ηλίας Τσιριμώκος εξηγεί στον φίλο και συντοπίτη του Αρη Βελουχιώτη για ποιους λόγους πίεζε ο Δημήτρης Λαμπράκης τους πολιτικούς και τις ηγετικές προσωπικότητες του Κέντρου, μεταξύ των οποίων και τον Αλέξανδρο Σβώλο, να ενταχθούν στην Κυβέρνηση του Βουνού.
Οι δημοσιογράφοι του «Ριζοσπάστη» σε εποχές διωγμών έβρισκαν εργασιακό καταφύγιο στα γραφεία του Οργανισμού στη Χρήστου Λαδά, από όπου ελάμβαναν τον μισθό τους για να μπορούν να δουλεύουν αμισθί στο κομματικό έντυπο.
Ο Κώστας Νίτσος, ιστορικός διευθυντής της εφημερίδας «Τα Νέα» στη χρυσή εποχή της, ήταν παράλληλα και στέλεχος του ΚΚΕ εν γνώσει του Λαμπράκη, μολονότι ο ίδιος δήλωνε αργότερα «κομμουνιστής χωρίς κόμμα». «Το Βήμα» και «Τα Νέα» τυπώνονταν για πολλά χρόνια στην Τυποεκδοτική του Περισσού. Γνωστή είναι η σχέση του Χρήστου Λαμπράκη με τον Μίκη Θεοδωράκη, αλλά ίσως δεν είναι τόσο γνωστό ότι ο Λαμπράκης διέσωσε και οργάνωσε το αρχείο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη.
Δεν είναι τυχαίο ότι το ΚΚΕ ήταν το μοναδικό κόμμα που έστειλε την περασμένη Πέμπτη αντιπροσωπεία με επικεφαλής τη Λιάνα Κανέλλη, σε ένδειξη συμπαράστασης στους εργαζομένους του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη. «Το Βήμα» και «Τα Νέα» έπειτα από τη νέα τους περιπέτεια δεν θα φέρουν το στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά την κληρονομιά του Ηλία Βενέζη, του Γιώργου Σεφέρη, του Δημήτρη Ψαθά, του Παύλου Παλαιολόγου, του Λέοντος Καραπαναγιώτη, την παράδοση της διατύπωσης ελεύθερης γνώμης, της προάσπισης της δημοκρατίας και της διατήρησης ενός επιπέδου πολιτισμού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ