Στη δυσοίωνη πρόβλεψη ότι η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να εγκαταλείψει την ευρωζώνη κάποια στιγμή εντός της επόμενης πενταετίας προβαίνει σε ανάλυσή του το Economist Intelligence Unit. Η έκθεση αυτή, η οποία αναφέρεται γενικότερα στις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Ενωση τα επόμενα πέντε χρόνια, τιτλοφορείται «Η Ευρώπη στα όριά της» («Europe stretched to its limits»). Οι αναλυτές του Economist προσπαθούν να κωδικοποιήσουν τις βασικές προκλήσεις για την ενωμένη Ευρώπη, οι οποίες είναι οι ακόλουθες: το Μεταναστευτικό, το Brexit, το Grexit, ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών και ιδιαίτερα της ΕΚΤ, η χαμηλή παραγωγικότητα, οι σχέσεις ΕΕ – Ρωσίας και, τέλος, η εμφάνιση του λαϊκισμού που θέτει σοβαρά προβλήματα στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Το μείζον πρόβλημα για την ΕΕ θα εμφανιστεί αν κληθεί να διαχειριστεί παράλληλα πολλές από τις προαναφερθείσες προκλήσεις ταυτόχρονα.
Τα τρία εμπόδια για την Ελλάδα


Αν η νέα εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις της Αθήνας με τους θεσμούς συνιστά μια ένδειξη, τότε οι αναλυτές του Economist Intelligence Unit δεν αποκλείεται να δικαιωθούν στις προβλέψεις τους σχετικά με τη θέση της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Οπως σημειώνουν, η προσπάθεια της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο Μνημόνιο Νο 3 που ο ίδιος υπέγραψε τον Ιούλιο του 2015 θα οδηγήσουν σε σοβαρές πολιτικές εντάσεις στο εσωτερικό της χώρας. Αναδεικνύουν μάλιστα τρεις πολύ σοβαρές προκλήσεις. Η πρώτη είναι η δυσκολία εφαρμογής των μέτρων. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν οι συγγραφείς της έκθεσης είναι ότι το μεγαλύτερο ερώτημα δεν είναι άλλο από το αν υπάρχει οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση που θα μπορούσε να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις του τρίτου Μνημονίου. Και αυτό εξαιτίας της αντίδρασης κατεστημένων συμφερόντων αλλά και ενός πληθυσμού που έχει πληγεί από τη λιτότητα.
Η δεύτερη πρόκληση αφορά το ζήτημα της ανάπτυξης και του δημοσίου χρέους. «Θα είναι δύσκολο για την Ελλάδα να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητά της και να επιτύχει αξιοσημείωτη πρόοδο ενώ παραμένει εντός ευρωζώνης» σημειώνεται χαρακτηριστικά. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο πακέτο διάσωσης είναι «βραδείας καύσεως» και δεν φέρνουν ανάπτυξη σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Κατά τους αναλυτές του Economist πάντως, η απλή επέκταση της περιόδου αποπληρωμής των δανείων, η μείωση των επιτοκίων και η χορήγηση μακρύτερων περιόδων χάριτος δεν είναι αρκετές και θα πρέπει να εξεταστεί μια καθαρή διαγραφή χρέους.
Η τρίτη πρόκληση είναι η διαχείριση της ανόδου του ευρωσκεπτικισμού στην ελληνική κοινή γνώμη. Η επικίνδυνη πρόβλεψη είναι ότι η υποστήριξη της παραμονής της ευρωζώνης «με κάθε κόστος» είναι πιθανό να μειωθεί όσο η ανεργία δεν πέφτει και η ανάπτυξη καθυστερεί.
Η πρόβλεψη λοιπόν είναι ότι η Ελλάδα θα αποχωρήσει από την ευρωζώνη, απλώς δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια η χρονική στιγμή. Θεωρητικά, ύστερα από έναν χρόνο βαθιάς ύφεσης, η οικονομία θα ανακάμψει –υπό την προϋπόθεση βέβαια μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής. Η ευρωζώνη είναι πλέον πιο έτοιμη να αντιμετωπίσει τις οικονομικές συνέπειες ενός Grexit, αλλά οι πολιτικές επιπτώσεις δεν θα είναι αμελητέες. Και αυτό διότι θα τεθεί εν αμφιβόλω η προοπτική της ίδιας της ευρωζώνης.
Το Μεταναστευτικό ως υπαρξιακή κρίση


Πολλοί θεωρούν ότι το σημείο καμπής που έσωσε την ευρωζώνη από τη διάλυση ήταν η αποστροφή του Μάριο Ντράγκι το καλοκαίρι του 2012 πως θα πράξει «ό,τι χρειάζεται» για να αποφευχθούν τα χειρότερα. Κατά ορισμένους, η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας του περασμένου Μαρτίου θα μπορούσε να έχει ανάλογη σημασία για την αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού / Προσφυγικού.
Η επιτυχία της συμφωνίας είναι κρίσιμη ιδιαίτερα για τη Γερμανία και προσωπικά για την Ανγκελα Μέρκελ. Το μείζον πρόβλημα για το Βερολίνο ήταν η αίσθηση απώλειας ελέγχου και το πλήγμα στον κοινωνικό ιστό από την ανεξέλεγκτη έλευση προσφύγων στο γερμανικό έδαφος. Ωστόσο, η συμφωνία αυτή εμπεριέχει «επικίνδυνες στροφές» στις οποίες θα μπορούσε να εκτροχιαστεί.
Πρώτον, η νομιμότητά της μπορεί να αμφισβητηθεί. Δεύτερον, η εφαρμογή της στηρίζεται πολύ στην καλή θέληση της Αγκυρας. Τρίτον, παραμένει άγνωστο αν η Ελλάδα διαθέτει την απαραίτητη διοικητική επάρκεια για να φέρει εις πέρας όσα η ίδια έχει δεσμευθεί. Σε αυτό το τελευταίο σημείο δεν πρέπει να παραβλεφθεί ότι η Ελλάδα έχει παράλληλα να διαχειριστεί και τις διαπραγματεύσεις με το κουαρτέτο.
Ο αστάθμητος παράγοντας «Ρωσία»


Οι σχέσεις ΕΕ – Ρωσίας θα χαρακτηριστούν από αβεβαιότητες τα προσεχή χρόνια. Στον πυρήνα βρίσκεται φυσικά η υπόθεση της Ουκρανίας. Οι Ευρωπαίοι έχουν συνδέσει την κατάργηση των κυρώσεων που επέβαλαν μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και τις συγκρούσεις στην Ανατολική Ουκρανία με την εφαρμογή της Συμφωνίας Μινσκ ΙΙ. Βραχυπρόθεσμα όμως δεν αναμένονται συγκλονιστικές εξελίξεις, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πρόβλεψη-κλειδί πως η Μόσχα πρέπει να επιτρέψει την πλήρη αποκατάσταση του ελέγχου των συνόρων της Ουκρανίας με τη Ρωσία. Για την επόμενη πενταετία όμως, το Ουκρανικό θα μετατραπεί σε «παγωμένη διένεξη». Οι αναλυτές του Economist Intelligence Unit αναμένουν ανανέωση των κυρώσεων τον Ιούλιο του 2016 αλλά στη συνέχεια προβλέπουν την απονεύρωσή τους.

Κατακερματισμός και αστάθεια
Η άνοδος του λαϊκισμού και η αποξένωση των πολιτικών ελίτ
Τα πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες έχουν υποτιμηθεί, αναφέρει η έκθεση του Economist Intelligence Unit, ενώ η διάγνωση για τα αίτιά τους είναι λανθασμένη. Το αποτέλεσμα θα είναι, κατά πάσα πιθανότητα, μια μακρά περίοδος πολιτικού κατακερματισμού, εκλογικής και πολιτικής αστάθειας.
Τα παραδοσιακά κομματικά συστήματα διαταράσσονται από την άνοδο λαϊκιστικών κομμάτων, τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς, καταδεικνύοντας τις προκλήσεις της διακυβέρνησης στην Ευρώπη. Η εξέλιξη αυτή είναι παρούσα τόσο στον πυρήνα όσο και στην περιφέρεια της ΕΕ, τόσο σε χώρες ευρωσκεπτικιστικές όσο και σε φιλοευρωπαϊκές. Η άνοδος του λαϊκισμού όμως δεν οφείλεται μόνο σε οικονομικούς λόγους. Θέματα κουλτούρας, ταυτότητας, παράδοσης και αξιών κυριαρχούν στο αφήγημα των λαϊκιστών.
Η υπερβολική έμφαση στην οικονομική κρίση ως εξήγηση της ανόδου των λαϊκιστών αγνοεί την αποξένωση των ψηφοφόρων από τις παραδοσιακές πολιτικές ελίτ –μια τάση που πρωτοξεκίνησε από τη δεκαετία του 1970. Η ψήφος στους λαϊκιστές, δεξιούς ή αριστερούς, δεν είναι ψήφος διαμαρτυρίας ή αποτέλεσμα της λιτότητας. «Η υπόθεση ότι ο λαϊκισμός θα σβήσει όταν οι συνθήκες στην Ευρώπη ομαλοποιηθούν είναι εκτός τόπου. Αντιθέτως, έχουμε εισέλθει σε μια εποχή στην οποία το παραδοσιακό κομματικό σύστημα όπως το γνωρίσαμε τον περασμένο αιώνα καταρρέει» τονίζεται.

Η εξίσωση του Brexit
Οι αναλυτές του Economist θεωρούν ότι έστω και δύσκολα οι Βρετανοί θα ψηφίσουν στις 23 Ιουνίου υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ. Ο βασικός λόγος για αυτό είναι οι αβέβαιες οικονομικές επιπτώσεις ενός Brexit. Μια παράμετρος που θα μπορούσε πάντως να γείρει αποφασιστικά την πλάστιγγα υπέρ της εξόδου είναι μια νέα έξαρση της μεταναστευτικής κρίσης. Μια έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ θα είχε βραχυπρόθεσμα οικονομικές και πολιτικές συνέπειες. Η στερλίνα θα υποτιμηθεί, αλλά οι ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις θα κριθούν από τις λεπτομέρειες της συμφωνίας εξόδου. Αυτές προβλέπεται να κρατήσουν περίπου δύο χρόνια και τα μείζονος σημασίας θα είναι η διατήρηση της πρόσβασης του Λονδίνου στην κοινή αγορά και η εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στη Βρετανία. Αναμφίβολα πάντως, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, η αποχώρηση από την ΕΕ ενός τόσο σημαντικού κράτους–μέλους δεν μπορεί να υποτιμηθεί.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ