Νέοι τύμβοι –χώματος αυτή τη φορά και «φερτού υλικού» –και λόγων, μύθων και παραμυθιών, λαϊκών θρύλων που αναπαράγονται και «εικασιών» που καταγράφονται ως θέσφατα από αρχαιολογούντες και ιστορικολογούντες απεσταλμένους, τουρίστες, επισκέπτες, πολιτικούς (γενικώς) και κυβερνητικούς αξιωματούχους στην πολυθρύλητη το τελευταίο δεκαπενθήμερο περιοχή, συνθέτουν την εικόνα τού υπό ανασκαφή τύμβου Καστά έξω από τη Μεσολακιά στη σερραϊκή ακτή του Βορείου Αιγαίου…
Τους νέους χωμάτινους λόφους δημιουργούν τα δύο ογκώδη εκσκαφικά μηχανήματα που δουλεύουν νυχθημερόν απομακρύνοντας το χώμα από τον περιτειχισμένο τύμβο και το εναποθέτουν μερικές δεκάδες μέτρα βόρεια εντός της περιφραγμένης έκτασης της ανασκαφής. Πολύ… χώμα όμως και επιστημονική σκόνη σηκώνεται και εκτός του περιφραγμένου χώρου.
Τα «STOP» που τοποθέτησε πρόχειρα η αστυνομία αποτρέπουν μεν την προσέγγιση επαγγελματιών και ερασιτεχνών περιέργων αλλά μάλλον εξάπτουν τη φαντασία. «Ελπίζουμε… Ε, να φέραμε και τα παιδιά να δουν και να … ελπίσουν κι αυτά, αλλά… δεν βλέπω τίποτα. Πού είναι ο Μεγαλέξανδρος;» δηλώνει στις τηλεοπτικές κάμερες 40άρης πατέρας που μόλις πάρκαρε στον αυτοσχέδιο χώρο στάθμευσης που έχει δημιουργηθεί στο πλάτωμα έξω από τις απαγορευτικές κορδέλες –δίπλα από μια μεγάλη ομπρέλα θαλάσσης κάτω από την οποία επιχειρούν να προστατευθούν από τον δυνατό μακεδονικό ήλιο δυο αστυνομικοί με στολή, κάνα δυο ασφαλίτες με πολιτικά, τηλεοπτικοί ρεπόρτερ, επισκέπτες και άλλοι. Ανεξαρτήτως της μέχρι στιγμής απουσίας ευρημάτων η θέα του τόπου και της ιστορίας από τους λόφους είναι εντυπωσιακή.
Από το κλέος στην καπηλεία
…«Τοῦ δ’ αὐτοῦ χειμῶνος Βρασίδας ἔχων τοὺς ἐπὶ Θρᾴκης
ξυμμάχους ἐστράτευσεν ἐς Ἀμφίπολιν τὴν ἐπὶ Στρυμόνι…
… ἣν Ἀμφίπολιν, Ἅγνων ὠνόμασεν, ὅτι ἐπ’ ἀμφότερα περιρρέοντος τοῦ Στρυμόνος [διὰ τὸ περιέχειν αὐτὴν] τείχει μακρῷ ἀπολαβὼν ἐκ ποταμοῦ ἐς ποταμὸν
περιφανῆ ἐς θάλασσάν τε καὶ τὴν ἤπειρον ᾤκισεν» (Θουκυδίδης –ο Αθηναίος μεν ιστορικός, αλλά με καταγωγή από τη Θάσο και το Παγγαίο, όπου η οικογένειά του είχε «επιχειρήσεις» εξόρυξης μετάλλων –μετείχε στον Πελοποννησιακό πόλεμο, ηττήθηκε από τον Σπαρτιάτη Βρασίδα και… αιτιολόγησε και την κατάληψη της Αμφίπολης από τους Σπαρτιάτες αλλά και τη δική του ήττα με… την κακοδαιμονία των ντόπιων… )
..τῆς δὲ διαβάσεως αὐτοῦ ἄφνω τοῖς ἐν τῇ πόλει
γεγενημένης, καὶ τῶν ἔξω πολλῶν μὲν ἁλισκομένων, τῶν
δὲ καὶ καταφευγόντων ἐς τὸ τεῖχος, οἱ Ἀμφιπολῖται ἐς
θόρυβον μέγαν κατέστησαν, ἄλλως τε καὶ ἀλλήλοις ὕποπτοι
ὄντες. [4.104.2]
(Η διάβαση του ποταμού –από τον Βρασίδα –υπήρξε εντελώς απροσδόκητος διά τους εντός της πόλεως. Και επειδή από τους εκτός του τείχους διαμένοντας πολλοί συνελαμβάνοντο, ενώ άλλοι κατέφευγαν εντός αυτού, οι Αμφιπολίται περιήλθαν εις μεγάλην σύγχυσιν, τόσον μάλλον, καθόσον αλληλοϋπωπτεύοντο…»
Αυτά βέβαια, στον αιώνα που ακολούθησε του 437 π.χ. από της ιδρύσεως της πόλης.
Ακολούθησαν η μακεδονική κυριαρχία, η ρωμαϊκή, η βυζαντινή και τους επόμενους 20 αιώνες ως σήμερα κύλησε πολύ ιστορικό, πολεμικό, γεωπολιτικό νερό στον… περιρρέοντα την Αμφίπολη Στρυμόνα.
Ο μύθος του ξεχασμένου κλέους υφάνθηκε σιωπηλά με πολύ χρυσάφι και πολέμους και δοξασίες και θεούς χθόνιους και ανθρωποδαίμονες και νομισματοκοπεία και χρυσό και άργυρο και πολλούς αρχαιοκαπήλους και αρχαία νομίσματα που «όταν βρέχει επιπλέουν στον αρχαιολογικό χώρο σαν μανιτάρια» δήλωνε χαρακτηριστικά αρχαιολόγος της περιοχής τη δεκαετία του ’90.
Μέχρι σήμερα εξάλλου και στη διάρκεια του τελευταίου «ελληνικού» αιώνα της Μακεδονίας, η πόλη και η περιοχή των Σερρών ήταν γνωστές στο πανελλήνιο (μόνο) ως η γενέτειρα του Κωνσταντίνου Καραμανλή (η Πρώτη Σερρών ανήκει σήμερα στον διευρυμένο Δήμο της Αμφίπολης), η παραγωγός ακανέδων (τα ιδιαίτερα λουκούμια της περιοχής), για τις σύγχρονες καλλιέργειες που εφαρμόζουν οι νέοι αγρότες (καπνά, σπιρουλίνα, εκτροφή στρουθοκαμήλων κ.ά.) αλλά και στόχος ντόπιων και γειτόνων αρχαιοκαπήλων! Στη δεκαετία του ’90 μόνο οι εντοπισμένοι και συλληφθέντες ξεπέρασαν τις εκατό περιπτώσεις ενώ οι διωκτικές αρχές κατατάσσουν τον νομό δεύτερο, μετά τη Χαλκιδική, σε αρχαιοκαπηλική δραστηριότητα.

«Σηκώσαμε πολυκατοικίες, σπουδάσαμε παιδιά με αυτά τα μανιτάρια (αρχαία νομίσματα) αλλά και τις κούκλες (τα πήλινα ειδώλια) και τα χρυσά στεφάνια –μόνο εκείνο που επέστρεψε από το μουσείο Γκετύ θαρρείς είναι; Τι να τους κάναμε τους αρχαιολόγους; Τον ξέραμε τον τόπο μας καλύτερα από τον καθένα… Και στον τύμβο του Καστά εμείς υποδείξαμε της αρχαιολόγου να σκάψει γύρω-γύρω, αυτή πήγαινε να μπει από πάνω. Επιστημονικά… Δεν θα έμπαινε ποτέ με τόσο χώμα…»
έλεγε από πέρυσι που ξέσπασε ο ντόρος για τον «τάφο του τρανού του βασιλιά στην Αμφίπολη» ντόπιος γνώστης της περιοχής συμπληρώνοντας χαρακτηριστικά: «Οι τελευταίες κυβερνήσεις μάς είχαν ξεχασμένους. Ούτε επιδοτήσεις, ούτε τουρισμό ούτε τίποτα. Εμείς ό,τι κάναμε-κάναμε. Τώρα ας αναπτυχθεί λιγάκι ο τουρισμός, να ανοίξουν καμιά καφετέρια τα παιδιά μας, κανένα ξενοδοχείο, να αναπτυχθεί η περιοχή». «Η αρχαιοκαπηλία μόνο με την αρχαιολογία και τη συστηματική και στοχευμένη από την πολιτεία έρευνα μπορεί να αντιμετωπισθεί» επιμένουν οι αρχαιολόγοι.
Ποιος ή ποιοί μπορεί να είναι…


Αν και οι ανακοινώσεις για την πορεία της ανασκαφής και τα όποια νέα ευρήματα δεν γίνονται πλέον από τους επιστήμονες ανασκαφείς του χώρου αλλά από τα κεντρικά του υπουργείου Πολιτισμού στην Αθήνα, πολίτες αλλά και επαγγελματίες της ενημέρωσης προτιμούν την κλασική μέθοδο της ενημέρωσης ιδίοις όμμασι. Η εκδοχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου φαίνεται να υποχωρεί ακόμη και από τους πλέον θερμόαιμους. Απομένουν: η θεωρία του πολυάνδριου (τάφος πολλών πολεμιστών –λόγω και του μεγέθους του τύμβου).
Η υπόθεση του Νέαρχου (360 Λατώ Κρήτη – 300 π.Χ. Αμφίπολη) –αρχηγού του στόλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Βασιλιάς Φίλιππος Β’ τον εξόρισε στην Αμφίπολη, αργότερα όμως αποκαταστάθηκε από τον Αλέξανδρο. Φυσιογνωμία της εποχής (με τον αιώνες μεταγενέστερό του και ελληνικής καταγωγής Χαριεντίν Μπαρμπαρόσα τον «ταυτίζουν» οι μελετητές), φέρεται να έφτασε ως τα νότια παράλια της Αφρικής στον Ινδικό ωκεανό, να επέστρεψε μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην περιοχή και να συμπαρατάχτηκε με το στρατόπεδο του Αντίγονου. Τελευταία αναφορά για αυτόν γίνεται ως σύμβουλος του Δημητρίου 313 / 2 π.Χ., αλλά το τέλος του παραμένει άγνωστο. Φέρεται ως ο συγγραφέας του έργου «Παράπλους» όπου καταγράφει τις εμπειρίες του από την εκστρατεία στις Ινδίες.
Η νέα θεωρία του «Φιλαλέξανδρου»


Η υπόθεση της Ρωξάνης (341-309 π.Χ.), συζύγου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, από τη Βακτρία (σημερινό Αφγανιστάν) περιοχή τότε της Περσίας και μητέρας του Αλεξάνδρου Δ’, η οποία δολοφονήθηκε στην Αμφίπολη περί το 301 μαζί με τον έφηβο γιο της, έπειτα από εντολή του Κάσσανδρου, καθώς ο Αλέξανδρος Δ’ ήταν ο μόνος διάδοχος της αυτοκρατορίας. Εδώ, αν και οι ειδικοί μάλλον διαφωνούν (δεν θα έμπαινε Λιοντάρι στην κορυφή του τύμβου για τον τάφο μιας γυναίκας και μάλιστα δολοφονημένης), οι ντόπιοι έχουν διαφορετική άποψη καθώς υποστηρίζουν πως εδώ και χρόνια η περιοχή πέριξ του τύμβου όπου έπαιζαν αυτοί και οι πρόγονοί τους τη μαρτυρούσαν ως «Στης Ρωξάνης».
Η νέα θεωρία που άρχισε να εξυφαίνεται τις τελευταίες μέρες αφορά και πάλι στρατηγό αλλά πιο κοντινό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τις ιδιαιτερότητες μάλιστα του οποίου αναπαριστά ο Λέων που φέρεται ως τοποθετημένος πάνω στον τύμβο. Μιλούν για τον Ηφαιστίωνα (356-325 π.Χ.) –γιο του Αμύντορα από την Πέλλα -, παιδικό φίλο, αξιωματικό και συνοδοιπόρο του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην εκστρατεία του στην Ασία. Φέρεται να πέθανε έπειτα από υπερβολική οινοποσία στα Εκβάτανα της Περσίας ενώ θρυλικές διαστάσεις φέρεται να πήρε το πένθος του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τον χαμό του φίλου του τον οποίο και αποκαλούσε «Φιλαλέξανδρο» ή και «δεύτερο Αλέξανδρο».
Οι θεωρίες και τα σχόλια συνοδεύονται από πολλά υπονοούμενα και άλλο τόσο «καλό τσίπουρο» στο καφενείο της «διάσημης» πλέον Μεσολακιάς των Σερρών. Μόνο ο παπα-Κώστας Τσιτσιπάνης, 92 χρόνων, κάθεται σε έναν ίσκιο του καφενείου της Μεσολακιάς και όταν τον ρωτούμε για το γεγονός της ανασκαφής και των επικείμενων αποκαλύψεων προτιμά (σοφά και ίσως σημειολογικά) να μας τραγουδήσει έναν παλιό αμανέ που λέει: «Σαν αποθάνω αμάν-αμάν, και σκεπαστώ με χώμα, τότε θα πάψουν οι καημοί απ’ το δικό μου στόμα».
Την εβδομάδα που πέρασε, τον λόφο Καστά ανέβηκαν περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι (ντόπιοι δεύτερης γενιάς μετανάστες στη Γερμανία και τον Καναδά που κάνουν διακοπές στην Ελλάδα, τουρίστες, παραθεριστές, ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, ο αντιπρόεδρος της εκτελεστικής γραμματείας του ιδρύματος «Μέγας Αλέξανδρος» που εδρεύει στη Νέα Υόρκη και έχει αναγείρει κτίριο γραφείων στους πρόποδες του Ολύμπου, η αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ κ.ά.). Μετά την επίσκεψη προ δεκαημέρου (λίγες μέρες πριν από την «απόλυτη νέκρωση της χώρας λόγω των αργιών του Δεκαπενταύγουστου) του Πρωθυπουργού, ο από μηχανής θεός της αρχαιολογίας είχε κάνει ήδη το θαύμα του. Οι πάντες ελπίζουν: σε εθνική, τοπική, προσωπική προβολή, οικονομική ανάκαμψη, αισθητική ικανοποίηση… Απομένει να απομακρυνθούν οι τόνοι χώματος, σκόνης, λάσπης και θεωριών για να αποκαλυφθεί η αλήθεια 24 αιώνων. Οποια και αν είναι…


Στέλλα Δρούγου
«Οταν η αρχαιολογία γίνεται όργανο πολιτικής χάνει την ισχύ της»

«Οταν η όποια επιστήμη –της αρχαιολογίας εν προκειμένω –γίνεται όργανο πολιτικής χάνει την ισχύ της. Τον πρώτο λόγο θα έπρεπε να έχει η επιστήμη. Εκτός από το «αντικείμενο» (το αρχαιολογικό εύρημα), υπάρχει και το υποκείμενο (ο όποιος νεκρός ή νεκροί βρίσκονται στον τάφο) αλλά και η αρχαιολόγος-ανασκαφέας. Σκέπτομαι με τρόμο το τι θα συμβεί όταν θα κοπάσει το δημόσιο ενδιαφέρον, το τι αγώνα θα πρέπει να κάνει ο αρχαιολόγος προκειμένου να μελετήσει και κυρίως να προστατεύσει το εύρημα»
λέει στο «Βήμα» η ομότιμη καθηγήτρια της Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, ανασκαφέας στη Βεργίνα, συνεργάτις του Μανόλη Ανδρόνικου και ο δεύτερος άνθρωπος που είχε εισέλθει μετά τον αείμνηστο καθηγητή στον τάφο του Φιλίππου κυρία Στέλλα Δρούγου. «Να συγχαρούμε αρχικά τη συνάδελφο (η κυρία Περιστέρη υπήρξε φοιτήτρια της κυρίας Δρούγου στο ΑΠΘ) για την επιτυχία της. Μην αναζητάτε όμως αντιστοιχίες. Είναι μάταιο. Δεν υπάρχουν αναλογίες ούτε προσώπων ούτε ευρημάτων. Στα 1977 δεν υπήρχαν τόσα μέσα ενημέρωσης, προηγούνταν το σχόλιο και όχι η εικόνα, ο καθηγητής πρώτα ανέσκαψε, έφτασε στα ευρήματα, έκανε τις συσχετίσεις και πήρε στη συνέχεια επάνω του το ρίσκο της ανακοίνωσης των συμπερασμάτων. Βεβαίως και ενημέρωσε μετά τον εντοπισμό των ευρημάτων την κυβέρνηση και τον τότε πρωθυπουργό, ο οποίος επισκέφτηκε και «προσκύνησε» τα ευρήματα αρκετούς μήνες αργότερα» καταλήγει η κυρία Δρούγου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ