«Το πρωτογενές πλεόνασμα είναι ένα σημαντικό ζήτημα, όχι όμως το μόνο» στο οποίο πρέπει να επικεντρώνονται οι συνομιλίες με την τρόικα για την επόμενη δόση και για τη ρύθμιση του δημοσίου χρέους. Ο δρ Πέτερ Σόοφ, ο νέος πρεσβευτής της Γερμανίας στην Αθήνα, αποτυπώνει με σαφήνεια την άποψη του Βερολίνου στην πρώτη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» μετά την άφιξή του στη χώρα μας. Ο κ. Σόοφ είναι προσεκτικός σε ό,τι αφορά τις απόψεις του εν όψει των εκλογών του Μαΐου, αλλά με καθαρότητα λέει ότι η Γερμανία ελπίζει «να συνεχιστεί η ακολουθούμενη πορεία τώρα που το πρόγραμμα φαίνεται να αποδίδει. Αυτό που είναι σημαντικό είναι η σταθερότητα» εξηγεί.
Προτού έρθετε στην Αθήνα παρακολουθούσατε τις ελληνικές υποθέσεις από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών. Σε τι κατάσταση πιστεύετε ότι βρίσκονται έπειτα από τέσσερα χρόνια κρίσης και ποιες είναι οι προοπτικές τους;
«Πριν απ’ όλα θα ήθελα να πω ότι έχω εντυπωσιαστεί από τη θερμή υποδοχή που μου επιφυλάχθηκε. Πράγματι παρακολουθούσα στενά τα ελληνογερμανικά θέματα ως υπεύθυνος για τις διμερείς σχέσεις της Γερμανίας με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Τα τέσσερα τελευταία χρόνια υπήρξαν όντως έντονα. Οι διμερείς μας σχέσεις έχουν όμως μακρά παράδοση. Και δεν πρόκειται για φιλία μόνο σε πολιτικό επίπεδο αλλά και σε ατομικό. Κρίνοντας από τις κρατήσεις εφέτος αναμένεται νέο ρεκόρ στις αφίξεις γερμανών τουριστών».
Στην ελληνική κοινή γνώμη υπάρχει η άποψη ότι η Γερμανία στέκεται σε καλά λόγια για τις επιτυχίες της Ελλάδας αλλά δεν προχωρεί σε πρακτικά βήματα αναγνώρισής τους.
«Ελπίζω κατ’ αρχάς ότι όλες οι πλευρές, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, αντιλαμβάνονται πως η κρίση χρέους είναι υπόθεση που μας αφορά όλους. Η αντιμετώπισή της είναι μία από τις προϋποθέσεις για τη σταθεροποίηση της ευρωζώνης. Αν κοιτάξετε τη φιλοσοφία στην οποία βασίζεται η ευρωζώνη, θα δείτε ότι δεν στοχεύει μόνο στη δημοσιονομική εξυγίανση αλλά προπάντων στην ανάπτυξη και στην απασχόληση. Γι’ αυτό χρειάζονται διαρθρωτικές αλλαγές. Σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, ελπίζω οι έλληνες φίλοι μας να αναγνωρίσουν τις προσπάθειές μας. Ακολουθούμε μια πολυεπίπεδη προσέγγιση στην υποστήριξη της Ελλάδας ώστε να καταστεί πάλι οικονομικά ισχυρή: στηρίζουμε την τοπική αυτοδιοίκηση στην εκπαίδευση της νεολαίας, στην αντιμετώπιση των προβλημάτων με τα απορρίμματα και στην αναζήτηση νέων, οικονομικότερων και λιγότερο ενεργοβόρων λύσεων. Στηρίζουμε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με 100 εκατ. ευρώ στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός Ινστιτούτου για την Ανάπτυξη. Χρηματοδοτούμε μαζί με την ελληνική κυβέρνηση καινοτομίες και έρευνα σε τομείς που δημιουργούν ανάπτυξη και απασχόληση και συνεισφέρουμε με νέες μορφές επαγγελματικής κατάρτισης ώστε οι νέοι να αποκτούν πραγματικές προοπτικές στην αγορά εργασίας. Δραστηριοποιούμαστε στο πλαίσιο της Ομάδας Δράσης ώστε να εκσυγχρονιστεί το σύστημα υγείας, να ενισχυθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να δημιουργηθούν δημοτικές υπηρεσίες πιο κοντά στον πολίτη. Ολα αυτά ώστε η χώρα να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του 21ου αιώνα αποτελεσματικότερα. Η Γερμανία στηρίζει λοιπόν και έμπρακτα. Αυτό δείχνει και την εμπιστοσύνη της Γερμανίας προς την Ελλάδα».
Η κυβέρνηση επιμένει ότι το μεγάλο όπλο της στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους της θα είναι το πρωτογενές πλεόνασμα. Πιστεύετε ότι θα αποδειχθεί αρκετό για μια νέα συμφωνία επί του χρέους;
«Το πρόβλημα που προσπαθούμε να λύσουμε δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά ολόκληρη την ευρωζώνη. Πρόκειται για μια πολύπλοκη προσπάθεια με πολλαπλές παραμέτρους. Η συζήτηση για το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί μόνο μία από τις παραμέτρους αυτές, που είναι σημαντική όσον αφορά την ικανότητα της Ελλάδας να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της. Μετά το Πάσχα προβλέπεται η επιβεβαίωσή του από τη Eurostat. Είναι επίσης γνωστό ότι το δεύτερο πρόγραμμα προσαρμογής πλησιάζει στο τέλος του και θα ακολουθήσουν πολιτικές διαβουλεύσεις για τη συνέχεια. Η ανάπτυξη και η απασχόληση αποτελούν επίσης βασικές παραμέτρους. Προϋπόθεση όμως για να επιτευχθούν είναι να συνεχιστούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που με τόσο θάρρος έχει προωθήσει η κυβέρνηση. Δημοσιονομική σταθεροποίηση και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν τις δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Το πρωτογενές πλεόνασμα είναι λοιπόν ένα σημαντικό ζήτημα, όχι όμως το μόνο».
Καθώς πλησιάζουν οι ευρωεκλογές ανησυχεί το Βερολίνο από μια πιθανή νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και, εφόσον ναι, για ποιον λόγο;
«Δεν θα ήθελα να σχολιάσω τον εσωτερικό πολιτικό διάλογο στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τα πιθανά ενδεχόμενα των ευρωεκλογών. Αν με ρωτούσατε ποια είναι η θέση του Βερολίνου, θα σας απαντούσα ότι ελπίζουμε να συνεχιστεί η ακολουθούμενη πορεία τώρα που το πρόγραμμα φαίνεται να αποδίδει, να υπάρχει δηλαδή το 2014 προοπτική επιστροφής στην ανάπτυξη. Αυτό που είναι σημαντικό είναι η σταθερότητα, καθώς αποτελεί προαπαιτούμενο για την επιστροφή των επενδυτών και την τόνωση της επιχειρηματικότητας».
Το τελευταίο διάστημα έχει επανέλθει στο προσκήνιο το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, καθώς και του κατοχικού δανείου. Θα μπορούσε να βρεθεί μια λύση σε αυτό το σημαντικό όσο και συμβολικό ζήτημα;
«Η ερώτησή σας έρχεται έπειτα από την πολύ επιτυχημένη, κατά την άποψή μου, επίσκεψη του ομοσπονδιακού προέδρου κ. Γκάουκ στην Ελλάδα. Ενας από τους λόγους της επίσκεψης ήταν να επαναπροσδιορίσει τις διμερείς σχέσεις σε ένα ευρύτερο ψυχολογικό επίπεδο. Ηταν σαφές ότι το ιστορικό παρελθόν θα καταλάμβανε μεγάλο μέρος της επίσκεψης. Πιστεύω ότι η χειρονομία του κ. Γκάουκ έδειξε πως όχι μόνο αναγνωρίζουμε τις θηριωδίες των Γερμανών κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά για πρώτη φορά ο ομοσπονδιακός πρόεδρος μίλησε για αυτό που εμείς αποκαλούμε «δεύτερη ενοχή». Αυτή έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Γερμανία έχει προσπαθήσει να διαχειριστεί το τρομακτικό παρελθόν της αλλά δεν έχει ασχοληθεί αρκετά με τις θηριωδίες που διαπράχθηκαν στην Ελλάδα. Ενώ γνωρίζουμε τι συνέβη στην Πολωνία, στην Τσεχία και στην πρώην ΕΣΣΔ, αρκετός κόσμος δεν γνωρίζει τι συνέβη εδώ. Το γεγονός ότι κατά την επεξεργασία των ιστορικών μας ευθυνών, η οποία ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60, αγνοήσαμε σε μεγάλο βαθμό την Ελλάδα είναι απαράδεκτο. Ενώ επίσημοι εκπρόσωποι της Γερμανίας έχουν μιλήσει στο παρελθόν για «ντροπή και οδύνη», ο πρόεδρος κ. Γκάουκ ζήτησε για πρώτη φορά και επίσημα συγχώρεση εξ ονόματος του γερμανικού λαού. Η χειρονομία του στους Λιγκιάδες δεν ήταν κάτι το συνηθισμένο. Ως πρέσβης της Γερμανίας στην Ελλάδα αυτό που θα ήθελα να εξηγήσω στους έλληνες φίλους μας είναι ότι η αποδοχή αυτής της δεύτερης ιστορικής ευθύνης δεν έχει ως στόχο την αποφυγή της συζήτησης για άλλα θέματα. Είναι απόλυτα ειλικρινής και την εννοούμε από καρδιάς. Το τρίτο σημείο είναι ότι μετά το 1990 πορευθήκαμε με όλους μας τους γείτονες στην οδό της συμφιλίωσης χωρίς το ζήτημα των αποζημιώσεων και αναφέρομαι στα συγκεκριμένα ιδρύματα με την Πολωνία και την Τσεχία. Με την Ελλάδα πρέπει να γίνουν πολλά. Επικρατεί εδώ η αντίληψη ότι είστε η μόνη χώρα όπου το εν λόγω ζήτημα δεν έχει επιλυθεί μέσω της καταβολής επανορθώσεων. Η προσέγγισή μας είναι, όπως τόνισε και ο πρόεδρος κ. Γκάουκ, να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε μαζί σε σχέση με το παρελθόν. Μια ιδέα θα ήταν ένα Ελληνογερμανικό Ιδρυμα Νεολαίας, όπως αυτό που έχουμε με τη Γαλλία. Θα επιθυμούσαμε επίσης να δημιουργήσουμε ένα Ταμείο για το Μέλλον στο οποίο από κοινού θα συγκεντρώνονται χρήματα που θα βοηθήσουν να αναλύσουμε τα ιστορικά γεγονότα, και για το γερμανικό κοινό. Στη συνέχεια μπορούμε να φέρουμε σε επαφή ακαδημαϊκούς. Να δημιουργήσουμε ίσως μια Εδρα Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών στη Γερμανία και μια αντίστοιχη Εδρα Σύγχρονων Γερμανικών Σπουδών στην Ελλάδα. Θα μπορούσαμε επίσης να συνεργαστούμε στη συγγραφή σχολικών βιβλίων. Ελπίζουμε ότι όλα αυτά δεν θα ερμηνευθούν ως άλλοθι για να αποφύγουμε τη συζήτηση περί γερμανικών επανορθώσεων. Και αυτά θα κοστίσουν χρήματα. Οπως το έθεσε όμως και ο ομοσπονδιακός πρόεδρος, δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε να βρούμε διέξοδο μέσω μιας νομικής αντιπαράθεσης».

Η κρίση στην ευρωζώνη
«Η Ευρώπη είναι μέρος της λύσης, όχι του προβλήματος»

Τι πιστεύει το Βερολίνο για την κρίση στην ευρωζώνη; Εχει τελειώσει; Πρέπει να αναμένουμε πρωτοβουλίες από γερμανικής πλευράς, μετά τις ευρωεκλογές, για περαιτέρω ενίσχυση της ευρωζώνης;

«Η κρίση χρέους ξεκίνησε στην ευρωζώνη ως terra incognita. Λάβαμε αποφάσεις που σήμερα αποφέρουν τα πρώτα αποτελέσματα. Επομένως, δεν μπορεί όλα όσα αποφασίσαμε να ήταν λάθος. Φυσικά, με τόσο υψηλά ποσοστά ανεργίας θα ήταν κυνικό να ισχυριζόμασταν ότι η οικονομική κρίση έχει περάσει. Αρχικά ασχοληθήκαμε με τη διαχείριση της κρίσης, με τα δύο προγράμματα προσαρμογής στην Ελλάδα, τη δημιουργία του EFSF και του ESM και στείλαμε το μήνυμα ότι η ευρωζώνη αντέχει. Σε δεύτερη φάση σταθεροποιήσαμε την ευρωζώνη και λάβαμε προληπτικά μέτρα ώστε να μην μπορεί να επαναληφθεί κάτι τέτοιο. Αναφέρομαι στην τραπεζική ένωση, στο Δημοσιονομικό Σύμφωνο και στην οικονομική διακυβέρνηση. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι όλα τα μέλη της ευρωζώνης αντιλαμβάνονται την έννοια της ανταγωνιστικότητας με τον ίδιο τρόπο ώστε να μην υπάρξουν ξανά δραματικές αποκλίσεις. Αυτό θα ήταν καταστροφικό. Μπορούμε να πούμε ότι ο άμεσος κίνδυνος έχει αποφευχθεί και υπάρχουν ενδείξεις επιστροφής στην ανάπτυξη και στην ευημερία. Πρέπει όμως να ισχυροποιήσουμε περαιτέρω την ευρωζώνη».
Πόσο επικίνδυνος είναι ο ευρωσκεπτικισμός; Μήπως ο τρόπος χειρισμού της κρίσης τον έχει ενισχύσει;
«Η Ευρώπη είναι μέρος της λύσης, όχι του προβλήματος. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι η ανασφάλεια που έχει επηρεάσει τις ζωές τόσων ευρωπαίων πολιτών επηρεάζει επίσης τις πολιτικές ηγεσίες σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε τώρα είναι να εγκαταλείψουμε την ιδέα και τη δέσμευσή μας στην ΕΕ. Πώς θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε στον σημερινό κόσμο αν όχι ως μέλη μιας κοινής αγοράς 500 εκατομμυρίων ανθρώπων με ένα ισχυρό νόμισμα; Πρέπει όμως να αναρωτηθούμε με ποιον τρόπο μπορούμε να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη του κόσμου στην Ευρώπη. Οι ευρωεκλογές είναι μια καλή ευκαιρία να εξηγήσουμε τι σημαίνει Ευρώπη. Είναι ανησυχητικό να βλέπουμε δημοσκοπήσεις στις οποίες οι πολίτες υποστηρίζουν ευρωσκεπτικιστικά ή ακόμη και εχθρικά προς την Ευρώπη κόμματα. Ελπίζουμε όμως ότι με μια προεκλογική εκστρατεία που θα εξηγεί πάλι καλύτερα τις ευρωπαϊκές αξίες θα πείσουμε τους πολίτες που έχουν αμφιβολίες ότι η Ευρώπη είναι ο καλύτερος τρόπος για να εργαστούμε μαζί».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ