Η «μητέρα όλων των απεργιών», όπως χαρακτηρίστηκε από το ΚΚΕ η απεργία στη Χαλυβουργία, διήρκεσε εννέα μήνες και τώρα που έληξε (έστω και με την επέμβαση των ΜΑΤ) άρχισε ένας ιδιότυπος απολογισμός από τους εργαζομένους, τους συνδικαλιστές, το ΠΑΜΕ, αλλά και από τους εργοδότες. Ποιος, αλήθεια, κέρδισε και ποιος έχασε από την απεργία στον Ασπρόπυργο;
«Το συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα που δίδαξε ηρωισμό και αυτοθυσία, που φανέρωσε την ασίγαστη πάλη που υπάρχει ανάμεσα στο κεφάλαιο και στη μισθωτή εργασία» λένε υπερηφάνως οι συνδικαλιστές της Χαλυβουργίας και μαζί με αυτούς το ΠΑΜΕ, που επί εννέα μήνες τούς στήριξε και πολιτικά, αλλά (κυρίως) και οικονομικά.
Ή μήπως νίκησε ο εργοδότης και κατ’ επέκταση το κεφάλαιο, σε μια περίοδο μάλιστα οικονομικής κρίσης, που κατάφερε να ελαχιστοποιήσει τα λειτουργικά του έξοδα, εφόσον δεν είχε να καταβάλει μισθούς, εργοδοτικές και ασφαλιστικές εισφορές, δεκάδες εκατομμύρια σε ΦΠΑ, δεν πλήρωσε ούτε ΔΕΗ ούτε ΔΕΠΑ; Και από την άλλη είχε ανοιχτό το δεύτερο εργοστάσιό του στον Βόλο, με τις μηχανές και τα καζάνια του στο φουλ, και αποδείχθηκε έτσι συνεπής στους πελάτες του;
Τι θα έλεγε, αλήθεια, σ’ αυτή την περίπτωση ο Μαρξ; Θα επικροτούσε τη στάση των συνδικαλιστών, επειδή κράτησαν επί εννέα μήνες ψηλά τη σημαία της «επανάστασης», με αποτέλεσμα όμως δεκάδες συνάδελφοί τους να απολυθούν, ή θα έγραφε σε κάποια υποσημείωση στο βιβλίο του «Το Κεφάλαιο» ότι «ο καπιταλισμός ποτέ δεν πεθαίνει εφόσον η εργατική τάξη κάνει λάθη»;
Τέτοιες μακροχρόνιες απεργίες, όπως αυτή της Χαλυβουργίας, υπήρξαν και άλλες στο παρελθόν, με καταστρεπτικές – όπως αποδείχθηκε – συνέπειες, τόσο για τους εργαζομένους, για τα πολιτικά κόμματα που τις στήριξαν απροκάλυπτα, για το κεφάλαιο, όσο γενικότερα για όλη την οικονομία. Η περίπτωση της Pirelli, της Πειραϊκής – Πατραϊκής αλλά και του ελληνικού αυτοκινήτου Pony στη Βόρεια Ελλάδα είναι χαρακτηριστικές. Εκλεισαν ύστερα από μακροχρόνιες απεργίες, στερήθηκαν οι εργαζόμενοι θέσεις εργασίας, ορισμένες από τις επενδύσεις αυτές σηκώθηκαν και πήγαν, με όλον τον εξοπλισμό τους, σε γειτονικές χώρες ισχυροποιώντας την οικονομία τους και επιπλέον οι έλληνες καταναλωτές στράφηκαν, μη μπορώντας να κάνουν διαφορετικά, σε εισαγόμενα προϊόντα. Ειδικότερα το Pony, όπως θυμούνται οι παλαιότεροι, ήταν μια επικερδής ελληνική επιχείρηση, πλην όμως δεν είχε καλό τέλος: μια μεγάλη σε διάρκεια απεργία των εργαζομένων με μαξιμαλιστικά αιτήματα και τα συμφέροντα την ανάγκασαν να κλείσει το 1983.
Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι ο εκ των μεγαλομετόχων της Χαλυβουργίας κ. Ν. Μάνεσης θα προχωρούσε, σε περίπτωση που δεν λυνόταν η απεργία, στο κλείσιμο του εργοστασίου στον Ασπρόπυργο, αφήνοντας 360 εργαζομένους χωρίς δουλειά. Υστερα από εννέα μήνες απεργιακού αγώνα, το εργοστάσιο είχε ουσιαστικά σταματήσει να λειτουργεί και η συνολική παραγωγή του μεταφέρθηκε στον Βόλο, χωρίς να υπάρξουν ζημιές για την εργοδοσία. Αυτό προφανώς το αντιλήφθηκαν και οι περίπου 130 από τους 360 εργαζομένους , που είχαν πιστέψει, όταν άρχισε ο αγώνας, στο σύνθημα των συνδικαλιστών τους «Εργάτη, μπορείς χωρίς αφεντικά» και συμμετείχαν στην απεργία. Εν συνεχεία, όταν διεπίστωσαν ότι «καπελώθηκαν» από συγκεκριμένο κόμμα, ότι συνέχιζαν την απεργία μόνο και μόνο για την απεργία και ότι τα αιτήματα των εργατών στη συνέχεια έγιναν αιτήματα ταξικά, πολιτικά, αντιμνημονιακά και κυρίως κομματικά, ζήτησαν να επιστρέψουν στις εργασίες τους χωρίς να προβάλουν καμία απαίτηση. Μόνο που οι συνδικαλιστές δεν τους το επέτρεπαν.
«Τι κερδίσαμε με 272 ημέρες απεργίας;» διερωτάται η εργάτρια της Χαλυβουργίας κυρία Ελένη Καταβάτη: «Τίποτε απολύτως, αντιθέτως χάσαμε 117 απολυμένους, που παρέμειναν απολυμένοι διευκολύνοντας το μισθολογικό κόστος της επιχείρησης, μόνο και μόνο επειδή μας είπαν να παλέψουμε για το κομματικό μανιφέστο του Σιφωνιού. Μας ξεγέλασε όλους αυτός ο άνθρωπος, διότι αν είχε δεχθεί από την αρχή το πεντάωρο για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, τότε δεν θα φθάναμε σ’ αυτή την οδυνηρή θέση» λέει και επιπλέον αποκαλύπτει: «Το ΠΑΜΕ μάς έδινε 100 ευρώ την εβδομάδα, ως αποζημίωση, εν συνεχεία μάς έδινε δωρεάν πατάτες και καρπούζια.. Ολα αυτά ως την προπερασμένη Παρασκευή. Τώρα τι να μας δώσει; Αγγούρια, που λέει και ο λόγος, αφού τίποτε δεν κερδίσαμε; Αντιθέτως χάσαμε πολλά». Ολο αυτό το διάστημα είχαν διοργανωθεί στην πύλη της Χαλυβουργίας από τους απεργούς 50 εκδηλώσεις, συγκεντρώσεις, συλλαλητήρια, συναυλίες, παρουσιάσεις βιβλίων, εκδηλώσεις για παιδιά, για τις γυναίκες. Οι απεργοί έκαναν στην πύλη Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Πάσχα, Απόκριες… Ολοι μαζί «γίναμε μέσα από τον αγώνα μία οικογένεια, όπως πρέπει να είναι οι εργάτες» είπε ο κ. Σιφωνιός.


«Σε έναν αγώνα υπάρχουν και νεκροί»

Οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ δικαιολογούνται για τις απολύσεις
Για τον πρόεδρο των εργαζομένων στη Χαλυβουργία κ. Γ. Σιφωνιό αυτά που λέει η κυρία Καλαβάτη και άλλοι εργαζόμενοι που ήθελαν να σπάσουν την απεργία είναι λόγια τιποτένια, «κατευθυνόμενα από την εργοδοσία». Γιατί με τις 272 ημέρες απεργίας η Χαλυβουργία «μετατράπηκε σε σχολείο ταξικής διαπαιδαγώγησης και αφύπνισης. Βγάλαμε τον αγώνα μας έξω από την πύλη της Χαλυβουργίας, έφτασε μέχρι τα πέρατα του κόσμου. Μεταφέραμε το κάλεσμα των χαλυβουργών σε δεκάδες εργοστάσια στην Αττική και σε άλλες πόλεις. Ο αγώνας μας γράφτηκε ήδη με χρυσά γράμματα στην ιστορία του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα, αλλά και παγκόσμια. Ο αγώνας μας θα διαβάζεται, θα συζητιέται και θα τραγουδιέται για πολλά ακόμα χρόνια» είπε στους εργαζομένους μόλις άνοιξε ξανά η Χαλυβουργία, που τον κοίταζαν μ’ ένα τεράστιο ερωτηματικό στα μάτια τους, «πώς αρχίσαμε, τι έγινε και γιατί υποστείλαμε τη σημαία του αγώνα, αφού δεν κερδίσαμε τίποτα». Ποτέ, όπως είπαν σήμερα, δεν δόθηκε απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα.
Αντιθέτως, στους εννέα αυτούς μήνες συνέβησαν τα παρακάτω: χάθηκαν μισθοί εννέα μηνών για 360 εργαζομένους, χάθηκαν οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές και δεκάδες εκατομμύρια σε ΦΠΑ, που θα κατέβαλλε ο εργοδότης. Επιπλέον χάθηκαν έσοδα σε δημόσιους οργανισμούς, όπως ΔΕΗ και ΔΕΠΑ, που επίσης θα πλήρωνε ο εργοδότης. Κινδύνευσαν να χαθούν θέσεις εργασίας και λιμενεργάτες να μείνουν από τη μια μέρα στην άλλη χωρίς δουλειά, από την έλλειψη εμπορεύματος στo λιμάνι του Ασπροπύργου. Ακόμη, μηχανουργεία με τα οποία συνεργαζόταν η Χαλυβουργία έκλεισαν ή απέλυσαν απλούς εργάτες «μόνο και μόνο για να κάνει τραγούδι τον αγώνα της Χαλυβουργίας ο κ. Σιφωνιός και το ΠΑΜΕ» έλεγαν, και σήμερα όλοι αυτοί οι εργάτες των μηχανουργείων θερμοπαρακαλούν την εργοδοσία να τους δώσει εργασία.
Το κέρδος για το κεφάλαιο σ’ αυτούς τους εννέα μήνες «ανένδοτου απεργιακού αγώνα» ήταν τεράστιο, τόσο που αυξήθηκε ο κύκλος παραγωγής του κατευθύνοντας τα μισθολογικά και τα άλλα έξοδα παραγωγής του Ασπρόπυργου σε άλλες κερδοφόρες επενδύσεις. Ισως όλα αυτά να τα σταθμίζουν τώρα οι απεργοί, ακόμη και οι συνδικαλιστές τους, αφού ο κ. Σιφωνιός στην ομιλία του τους το είπε ξεκάθαρα: «Το αποτέλεσμα ενός αγώνα δεν μετριέται μόνο με πόσα παίρνεις ή δεν παίρνεις στο χέρι. Υπάρχουν αγώνες που προσφέρουν πολύ περισσότερα απ’ όσα παίρνεις στο χέρι, γιατί προετοιμάζουν τα επόμενα βήματα, τις επόμενες μάχες συνολικά της εργατικής τάξης. Βοηθάνε σημαντικά στη γενικότερη αφύπνιση, να σπάσει η τρομοκρατία, γίνονται ορόσημα»!
Για τους 120 εργάτες του Ασπροπύργου που απολύθηκαν και έχασαν τη δουλειά τους εξαιτίας της απεργίας δεν είπε λέξη ο κ. Σιφωνιός ούτε και οι κκ. Παπαβασιλείου, Κοτρώνης και Κούτρας (του ΠΑΜΕ) που βρίσκονταν συνεχώς κοντά του. Ή μάλλον δικαιολόγησε το γεγονός λέγοντας ότι «σ’ έναν αγώνα υπάρχουν και νεκροί», δηλαδή «παράπλευρες απώλειες», όπως τον κατηγορούν σήμερα οι συνάδελφοί του. Αυτό, λένε οι ίδιοι, ήταν η συνέπεια του «καπελώματος μιας απεργίας από πολιτικό κόμμα». Κάτι που δεν συνέβη στο αδελφό εργοστάσιο Χαλυβουργίας στον Βόλο, που όταν πήγε εκεί το ΠΑΜΕ οι εκπρόσωποι των εργαζομένων κκ. Γκλαδίνης και Τσοπάνης τούς έκλεισαν την πόρτα και συνέχισαν την εργασία τους, αποδεχόμενοι το πεντάωρο, το οποίο τελικά δεν εφαρμόστηκε λόγω φόρτου εργασίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ