Συνθήκες πολιτικής περιπλοκής δημιουργεί η διαβίβαση στη Βουλή με το αίτημα διερεύνησης τυχόν ποινικών ευθυνών των κκ. Γ. Παπανδρέου και Γ. Παπακωνσταντίνου, του φακέλου της ΕΛΣΤΑΤ για την υπόθεση της αναπροσαρμογής του ελλείμματος του 2009.

Το σχετικό αίτημα διατυπώθηκε από τον οικονομικό εισαγγελέα κ. Γρηγ. Πεπόνη και προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις από τα πολιτικά κόμματα, ενώ η ΝΔ έσπευσε να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την εξέλιξη, ζητώντας την απομάκρυνση από την κυβέρνηση των εμπλεκομένων πολιτικών προσώπων.

Η τροπή που παίρνει η υπόθεση δημιουργεί πλήθος ερωτηματικών, η απάντηση στα οποία θα κρίνει εν πολλοίς τις πολιτικές εξελίξεις του προσεχούς διαστήματος.

Ενα από τα βασικά ζητήματα είναι η ουσία της υπόθεσης και τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία θα κριθεί η περαιτέρω διερεύνηση και οι εξελίξεις.

Κρίσιμη παράμετρος παραμένει όμως και η στάση που θα τηρήσει η ΝΔ και το κατά πόσον θα επιμείνει πολιτικά στο θέμα.

Σύμφωνα με πληροφορίες από την πλευρά της ΝΔ, δεν υπάρχει πάντως αυτήν την χρονική στιγμή καμία διάθεση να προκληθούν προβλήματα στην κυβέρνηση συνεργασίας και προσωπικά στον Πρωθυπουργό κ. Λ. Παπαδήμο, τη στήριξη προς τον οποίο επαναβεβαίωσε προ διημέρου ο ίδιος ο κ. Α. Σαμαράς.

«Η κυβέρνηση αυτή έχει συγκεκριμένη αποστολή και σκοπό και δεν έχουμε καμία διάθεση να την υπονομεύσουμε. Από εκεί και πέρα όμως υπάρχουν πρόσωπα που αναφέρονται στη δικογραφία, τα οποία δεν μπορούν να παραμείνουν στην κυβέρνηση», σχολίαζαν χαρακτηριστικά στενοί συνεργάτες του κ. Σαμαρά.

Για την ΝΔ η υπόθεση αυτή μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει προεκλογικό όπλο και γι’ αυτό έσπευσαν στενοί συνεργάτες του κ. Σαμαρά να διαρρεύσουν λίγο πριν την έναρξη των δελτίων των 8 της Παρασκευής το εξής μήνυμα: «μέχρις ότου διαλευκανθεί η υπόθεση, όσοι εμπλέκονται σε αυτήν δεν μπορεί να έχουν κυβερνητικές θέσεις». Με αυτόν τον τρόπο αξίωναν εμμέσως την παραίτηση κυρίως του κ. Παπακωνσταντίνου και του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, κ. Φ. Σαχινίδη.

Παράλληλα, από την ΝΔ υπενθύμιζαν τις συχνές αναφορές του κ. Σαμαρά στην αλλοίωση των στοιχείων του ελλείμματος, ενώ έλεγαν με νόημα ότι η μόνη εξεταστική που θα προτείνει η ΝΔ εφόσον γίνει κυβέρνηση θα είναι αυτή για την Οικονομία και το πώς οδηγήθηκε η χώρα στο μνημόνιο.

Αντιπαράθεση ΠαΣοΚ – ΝΔ

Αμεση ήταν η αντίδραση του εκπροσώπου Τύπου του ΠαΣοΚ, κ. Π. Μπεγλίτη, ο οποίος σε ανακοίνωσή του υπογράμμισε:

«Αφού για δεύτερη φορά οι «καταγγελίες» των δύο οικονομικών Εισαγγελέων αρχειοθετήθηκαν από την προϊσταμένη αρχή τους και αποδείχθηκε «άνθρακας ο θησαυρός» , ο κ. Πεπόνης επανέρχεται για να ζητήσει με έγγραφό του την αποστολή στη Βουλή για τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών του Προέδρου του ΠαΣοΚ. Γ.Α. Παπανδρέου και του πρώην υπουργού Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, για την υπόθεση της αναπροσαρμογής του ελλείμματος του 2009 από την Ελληνική Στατιστική Αρχή.
Εάν δεν πρόκειται για μια ακόμη επίδειξη επικίνδυνης αφέλειας, από τον κ. Πεπόνη, τότε έχουμε να κάνουμε με μια καλά οργανωμένη παρέμβαση στην πολιτική και οικονομική ζωή, που θέτει σε άμεσο κίνδυνο τα εθνικά συμφέροντα, σε αυτή την εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τη χώρα και το λαό μας.
Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου θα πρέπει να προχωρήσει, άμεσα, σε όλες τις εκ του νόμου προβλεπόμενες, ενέργειές της.
Δεν έχει κανένας το δικαίωμα να παίζει με τα εθνικά συμφέροντα της χώρας, το πολιτικό σύστημα και την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος».
Νωρίτερα ο εκπρόσωπος της ΝΔ κ. Ι. Μιχελάκης είχε τονίσει ότι η αποστολή της δικογραφίας εγείρει δύο μείζονα πολιτικά ζητήματα, καταλυτικής σημασίας για τη δεινή κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η χώρα: το πρώτο αφορά την ουσία της διερευνούμενης υπόθεσης και το δεύτερο αφορά τις καταγγελίες των εισαγγελέων για παρεμβάσεις στο έργο τους.
Συγκεκριμένα, ο κ. Μιχελάκης αναφέρθηκε στις καταγγελίες μελών της ΕΛΣΤΑΤ για αυθαίρετη κατά το φθινόπωρο του 2010 αναθεώρηση του ελλείμματος του 2009, κατόπιν πιέσεων, όπως σημείωσε του τότε υπουργού Οικονομικών.

«Αναθεώρηση που αποτέλεσε συνέχεια του αρχικού φουσκώματος του ελλείμματος από την κυβέρνηση Παπανδρέου και είχε ως συνέπεια την περαιτέρω επιδείνωση της εικόνα της χώρας μας, την επιβολή ακόμη πιο επώδυνων μέτρων και την εξώθησή της σε κατάσταση ελεγχόμενης χρεοκοπίας», σημείωσε ο κ. Μιχελάκης.

Οργή Παπακωνσταντίνου

Ο πρώην υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, σημείωσε σε ανακοίνωση που εξέδωσε: «Η σημερινή ενέργεια των οικονομικών εισαγγελέων δημιουργεί τεράστια ερωτηματικά. Στην πράξη, αμφισβητούν τα επικυρωμένα από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία στατιστικά στοιχεία της Ελλάδας. Και αυτό γίνεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία για τη χώρα.
Θυμίζω ότι ήμουν ο υπουργός Οικονομικών που έλαβε την πρωτοβουλία για την ανεξαρτησία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ώστε να πάψουν να υπάρχουν πολιτικές παρεμβάσεις που εξέθεσαν σε προηγούμενες περιόδους την Ελλάδα και τους Ελληνες. Αυτή την ανεξαρτησία σεβάστηκα μέχρι κεραίας. Δυστυχώς σήμερα επιχειρείται να ποινικοποιηθεί η αλήθεια για την πραγματικά δεινή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η χώρα το 2009».

Ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ

Η ΕΛΣΤΑΤ από την πλευρά της εξέδωσε την εξής ανακοίνωση: «Με αφορμή δημοσιογραφικές πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες ο φάκελος για την «υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ» πρόκειται να διαβιβαστεί στη Βουλή για τη
διερεύνηση ενδεχόμενων ευθυνών από πολιτικά πρόσωπα, η Ελληνική Στατιστική Αρχή ανακοινώνει τα εξής:
Η καταγραφή του ελλείμματος της χώρας αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η εν λόγω Αρχή είναι κατά τον ιδρυτικό της νόμο ανεξάρτητη και κατά συνέπεια ούτε λαμβάνει, ούτε εκτελεί κυβερνητικές εντολές. Τα στατιστικά στοιχεία καταρτίζονται επί τη βάσει των κανόνων ορθής πρακτικής και των κανονισμών που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Είναι ως εκ τούτου σημαντικό να γίνει αντιληπτό ότι τα στατιστικά στοιχεία δεν «κατασκευάζονται» για να εξυπηρετήσουν οποιοδήποτε πολιτικό συμφέρον. Η ΕΛΣΤΑΤ ως ανεξάρτητη αρχή τηρεί απαρασάλευτα την εκ του νόμου υποχρέωσή της να παράγει αξιόπιστα και αδιάβλητα στατιστικά στοιχεία. Η άνευ επιφυλάξεων έγκριση των εν λόγω στοιχείων από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) αποδεικνύει το αδιάβλητό τους.
Είναι επομένως λυπηρό να αμφισβητείται η ανεξαρτησία της ΕΛΣΤΑΤ και να κλονίζεται η εμπιστοσύνη των πολιτών στην αξιοπιστία των στοιχείων που αυτή».