Πρωί Τρίτης, στην έξοδο του μετρό, ένα τηλέφωνο και η μέρα τέλειωσε εκεί. Είκοσι πέντε περίπου χρόνια φαίνονται τόσο πολλά. Μέσα σ΄ αυτά ανακαλύπτεις πολλά νέα πρόσωπα, κάνεις επιλογές, δοκιμάζονται οι αντοχές στον χρόνο και στην τύχη, πας μαζί με το γέλιο, τη στενοχώρια, τα προσωπικά, τα επαγγελματικά, τα πολιτικά, κοινές διαδρομές που πότε χωρίζουν και πότε ξαναδιασταυρώνονται, και προχωράς και πίσω απ΄ αυτά. Κι έτσι φτιάχνεται ένας μεγάλος μικρόκοσμος, που πιάνει πολλούς και πολλές καταστάσεις, χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνεις το πώς, όμως πορεύεσαι μαζί με όλα αυτά και σ΄ αρέσει.

Κι έπειτα μια μέρα κάτι γκρεμίζεται, και αρχίζεις την ιστορία από άλλη αφετηρία, πρέπει να δέσεις αυτά που έγιναν, αυτά που υπάρχουν με αυτά που χάνεις- μιλάμε για πρόσωπα, φιλίες, δεσμούς που φτιάχνουν μικρά ή μεγαλύτερα δεσμά μέσα σου, καθώς είναι τμήμα της ύπαρξής σου- και ξέρεις ότι τώρα η ιστορία ξεκινάει διαφορετικά. Οτι πια έρχεται ένα νέο κουβάρι ζωής, όπου και όσα έφυγαν είναι πια τμήμα αυτών που τόσο ξαφνικά ήρθαν κι έρχονται, και με αυτά έχεις να συνεχίσεις με αυτό που λέμε ζωή, και έχει μέσα της την απουσία, τη μνήμη, την οδύνη για έναν πολύ αγαπημένο φίλο.

Και ξέρεις πόσο πια η μνήμη θα είναι τμήμα και θα περάσει στη νέα πορεία, και προσπαθείς να θυμηθείς λεπτομέρειες και χαρακτηριστικά, ξέροντας επίσης πόσο ανώφελα όλα αυτά είναι όχι για σένα, αλλά για να αντιστρέψουν την πραγματικότητα της απώλειας μιας ζωής που έφυγε και ενός ολόκληρου κόσμου που έβγαινε από μέσα της και από την οποία κι εσύ είχες ζήσει κάποια μικρά τμήματα. Και ταυτόχρονα η αίσθηση ότι αφήνεις και κάτι δικό σου πίσω, κομμάτια της δικής σου ζωής, που δεν θα τα ξαναβρείς και είναι μάταιο να τα αναζητάς όπως τα είχες ζήσει. Αλλωστε, και αν ακόμα «ήσαν», έτσι κι αλλιώς δεν θα ήσαν ίδια. Για πολλούς πήγες και ήρθες μέσα μας πολλές φορές όλο το τελευταίο διάστημα. Σήμερα, προσκύνημα οδύνης. Και εικόνες από το χθες. Χθες, Δευτέρα, που μίλησες και ήταν όλα αισιόδοξα και ο λόγος σου όπως έβγαινε, συμπύκνωνε την αισιοδοξία και μια επιστροφή, που όμως δεν πρόλαβε να γίνει. Και σήμερα μένει η ανάγκη για ένα γραπτό χνάρι για σένα. Να γράψει κανείς όμως τι; Για το χάσμα της εικόνας σου και του κενού που αισθάνονται τόσοι που συνδέθηκαν με τον τρόπο που έζησες, τις αξίες που σεβάστηκες, το πώς λειτούργησες, το πώς στήριξες φίλους και άλλους ανθρώπους γύρω σου; Εχασες, καλέ μας φίλε, και χάσαμε όλοι.