Φαίνεται ότι δεν αρκούν τα 25 και πλέον χρόνια διχαστικής διαμάχης για το «μακεδονικό» και συνεχίζουμε ακάθεκτοι να αναπαράγουμε τους ίδιους αδιέξοδους ρόλους. Από τη μια θριαμβολογία από την άλλη καταστροφολογία για τη συμφωνία που επιτέλους κατατέθηκε χθες στη Βουλή.
Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση αρνούνται επί της ουσίας να παραδεχθούν ότι η συμφωνία αποτελεί ένα συμβιβασμό ανάμεσα στις δύο πλευρές.Και σε ένα συμβιβασμό υπάρχουν αναπόφευκτα παραχωρήσεις και υποχωρήσεις. Το κρίσιμο θέμα δεν είναι λοιπόν οι όποιες παραχωρήσεις αλλά αν η συμφωνία καλύπτει τα δικά μας εθνικά προαπαιτούμενα κι αν δίνει βιώσιμη λύση σε ένα πρόβλημα που μας ταλανίζει τόσα χρόνια.
Οι διεθνείς συμφωνίες οφείλουν να ξεπερνούν εθνικές μυθολογίες και να διακατέχονται από διπλωματικό, γεωπολιτικό και πολιτικό ρεαλισμό. Κρίνονται και αξιολογούνται με βάση το σημερινό εθνικό συμφέρον και όχι από τις όποιες, πραγματικές ή φανταστικές, ιστορικές μας αναφορές. Και καλό θα είναι να θυμόμαστε ότι η Ελλάδα κατάφερε να διασφαλίσει τα εθνικά της συμφέροντα όταν οι πολιτικές ηγεσίες στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, ακόμα και κόντρα στα λαϊκά αισθήματα.
Οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν τόσο εδώ όσο και στη γειτονική χώρα δείχνουν ότι έχουμε αρκετό δρόμο μπροστά μας μέχρι να ολοκληρωθεί ουσιαστικά η συμφωνία. Υπάρχουν οι θετικές διεθνείς αντιδράσεις, υπάρχει όμως κι ένα κλίμα κοινωνικής αμφισβήτησης και στις δύο χώρες. Αναμενόμενο σε κάποιο βαθμό μετά από τόσα χρόνια δυσπιστίας και προκλήσεων κυρίως από τους βόρειους γείτονες την περίοδο του γελοίου καθεστώτος Γκρουέφσκι.
Οι παθογένειες αυτές όμως, όπως και η επίσης γελοία στάση του εγχώριου κυβερνητικού εταίρου δεν πρέπει να δυναμιτίσουν το πολιτικό και κοινωνικό κλίμα και να υπονομεύσουν τη συμφωνία. Είναι ευθύνη και υποχρέωση όλης της πολιτικής ηγεσίας να κρίνει την συμφωνία επί της ουσίας, με βάση τις εθνικές προτεραιότητες που είχαν χαραχθεί κι όχι με συγκυριακές μικροκομματικές σκοπιμότητες.
Αρκετά κράτησε αυτή η διχαστική εκκρεμότητα, ας μην την παρατείνουμε κι άλλο δίνοντας μάλιστα τροφή σε ακραίους εθνικιστικούς κύκλους ένθεν – κακείθεν…
ΤΟ ΒΗΜΑ