Με τα ΕΛΤΑ την είχα πατήσει. Με ανάγκασαν, για να παραλάβω ένα δέμα, ένα τόσο δα δεματάκι, να τρέχω στου διαόλου τη μάνα. Νοστάλγησα τις εποχές που ο ταχυδρόμος έφερνε τα πάντα στο σπίτι, μου είπαν, όμως, πως αυτά τη σήμερον ημέρα είναι πολυτέλειες. Οχι στις πολυτέλειες, λοιπόν, αλλά πρέπει και να κάνουμε τη δουλειά μας.
Επειτα από μία-δύο ακόμη ατυχείς συνεργασίες με τα Ελληνικά Ταχυδρομεία στράφηκα προς τα courier. Ξεκινώντας με μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα: Πήγα μια Παρασκευή, νωρίς νωρίς το πρωί, για να στείλω έναν φάκελο (περιείχε μια απλή απόδειξη, τίποτε άλλο) στα Γλυκά Νερά. «Μου δίνετε 5,50 ευρώ, με παράδοση μετά το μεσημέρι της Δευτέρας» είπε βαριεστημένα η υπάλληλος. Κι εγώ που νόμιζα πως πληρώνεις κάτι παραπάνω για να γίνει πιο γρήγορα η δουλειά σου! Εντάξει, γνωρίζοντας πως όλα σε αυτή τη χώρα δουλεύουν στο ρελαντί, δεν περίμενα ο φάκελος να φτάσει στον προορισμό του την ίδια ημέρα (όπως γινόταν παλαιότερα), αλλά τουλάχιστον έως το μεσημέρι του Σαββάτου… «Το νωρίτερο Δευτέρα», με κοίταξε με γυάλινο βλέμμα η υπάλληλος δίνοντάς μου να καταλάβω πως και στα πόδια της να έπεφτα τη δουλειά μου δεν θα την έκανα. «Αν με ξαναδείς, να μου σφυρίξεις» σκέφτηκα φεύγοντας, αν και δεν νομίζω ότι θα της έλειπα ιδιαίτερα. (Παρεμπιπτόντως, το υφάκι «εδώ δουλεύω, αλλά σου κάνω χάρη που ασχολούμαι μαζί σου» που πολύ φοριέται στην Ελλάδα δεν θα το συνηθίσω ποτέ, αλλά μάλλον είμαι εγώ ο ιδιότροπος.) Εσβησα από την ατζέντα μου τα τηλέφωνα και της εν λόγω εταιρείας, και όταν χρειάστηκε να στείλω νέο φάκελο απευθύνθηκα σε άλλη, και έπειτα σε άλλη… Παντού η ίδια πάνω κάτω χρέωση (από 5 έως 5,70 ευρώ), η ίδια αδιάφορη συμπεριφορά και η ίδια καθυστέρηση. Είχα, όμως, την ανάγκη τους.
Στην ανάγκη τους έπεσα και τις προάλλες, όταν παράγγειλα κάτι από το Internet. Το πλήρωσα με πιστωτική κάρτα, μου τηλεφώνησε μια ευγενέστατη κυρία και με ενημέρωσε πως το πακετάκι μου θα έφτανε στο σπίτι μου με courier την επομένη. Εκείνη την ημέρα έτυχε να έχουμε απεργία. Εμεινα, λοιπόν, μέσα, περιμένοντας να χτυπήσει το κουδούνι. Μάταια. Στις 8 το απόγευμα, κατεβάζοντας τα σκουπίδια, βρήκα στην εξώπορτα κολλημένο ένα ειδοποιητήριο: ο courier είχε περάσει στις 3 το μεσημέρι, είχε χτυπήσει και δεν με είχε βρει. Που δεν είχε χτυπήσει, κουφός δεν είμαι!

Τηλεφώνησα στην εταιρεία του για να ενημερωθώ από αυτόματο τηλεφωνητή πως τα γραφεία της είναι ανοικτά από τις 8 το πρωί έως τις 7 το απόγευμα. Την επομένη, ακριβώς στις 8 το πρωί, τηλεφώνησα εκ νέου. Η (για άλλη μία φορά «βαριέμαι που ζω») τηλεφωνήτρια με ενημέρωσε: «Ο υπάλληλός μας έχει το δέμα σας μαζί του, θα το φέρει σήμερα έως τις 3 το μεσημέρι». Μα εγώ δουλεύω, δεν θα είμαι σπίτι πριν από τις 5 το απόγευμα. «Τότε να έρθετε αύριο από τα γραφεία μας να το πάρετε». Τέτοια εξυπηρέτηση. Παρότι στα 30 ευρώ που στοίχιζε η παραγγελία μου είχα πληρώσει επιπλέον 7 ευρώ για «παράδοση στον χώρο σας». Το απόγευμα που γύρισα από τη δουλειά βρήκα δεύτερη ειδοποίηση στην πόρτα: «Περάσαμε και δεν σας βρήκαμε».

Μου έμεινε κουσούρι: έκτοτε περπατώ, μετρώ τις κολλημένες ειδοποιήσεις των courier στις εισόδους των πολυκατοικιών, και αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποιος υπερτυχερός σε αυτή την πόλη που να έχει παραλάβει την παραγγελία του στην πόρτα του. Μόνο οι συνταξιούχοι, υποθέτω, που μπορούν να περιμένουν κλεισμένοι μέσα όλη την εβδομάδα, ή όσοι είχαν την ατυχία να βρεθούν χωρίς δουλειά, οπότε μπορούν πάλι να βρίσκονται στο σπίτι τις ώρες που συνήθως δούλευαν. Σε αυτούς απευθύνονται τα courier. Εγώ, για άλλη μία φορά, πήρα τα πόδια μου και πήγα στην έδρα των… ταχυμεταφορών (ποιος Ιονέσκο τις βάφτισε έτσι;) για να κάνω τη δουλειά μου. Οταν είπα στην υπάλληλο (το κριτήριο με το οποίο τις επιλέγουν είναι να μη χαμογελούν;) πως κανονικά τα 7 ευρώ της μεταφοράς θα έπρεπε να τα πληρώσουν εκείνοι σε εμένα και όχι εγώ σε εκείνους, με κοίταξε σχεδόν ενοχλημένη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ