ν κάνουμε μία δημοσκόπηση ζητώντας να χαρακτηρισθεί η Σαπφώ με μία λέξη, μάλλον θα είναι ελάχιστοι εκείνοι που θα απαντήσουν «ποιήτρια». Η πλειονότητα θα αντλήσει τον χαρακτηρισμό από τον τόπο καταγωγής της λυρικής δημιουργού αρθρώνοντας το επίθετο που ορίζει διεθνώς τη γυναικεία ομοφυλοφιλία. Συχνά τα ονόματα των λογοτεχνών συνδέονται με τις ερωτικές προτιμήσεις τους, έτσι δεν εκπλήσσεται κανείς μαθαίνοντας ότι η βιογραφία τής Αναΐς Νιν που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Αμερική δεν είναι παρά ένας κατάλογος ερωτικών συναντήσεων και μια προσπάθεια να καταγραφούν όλοι και όλες οι σύντροφοί της. Η βιογράφος Ντίντρε Μπερ δεν αποκαλύπτει τίποτε καινούργιο αφού έχει εκδοθεί το «Ημερολόγιο» της Αναΐς Νιν όπου περιγράφονται όλες οι ερωτικές περιπέτειες σε πρώτο πρόσωπο.


Η συγγραφέας τού «Venus Erotica» κρατούσε σημειώσεις από την ηλικία των 11 ετών ως τον θάνατό της, το 1977. Ελεγε μάλιστα ότι το ημερολόγιο είναι το «ναρκωτικό» της. Στα μικρά τετράδια, που έκρυβε επιμελώς, περιγράφεται πώς ο Χένρι Μίλερ τής μαθαίνει να απολαμβάνει τον έρωτα (παρ’ όλο που είναι παντρεμένη με τον Αμερικανό Ούγκο Γκάιλερ). Η Αναΐς Νιν μιλάει για τις στιγμές που πέρασε με τον συγγραφέα των «Τροπικών» αλλά και με τη σύζυγό του Τζουν. Το τρίγωνο διευρύνεται και μέσα από τις γραμμές του ημερολογίου καταγράφονται πολλές εμπειρίες πολυπληθών συνευρέσεων.


* Αντίδραση


στην αδιακρισία


Ο γαλλικός Τύπος υποδέχθηκε μάλλον άσχημα τη βιογραφία τής Νιν. Γράφτηκε ότι «προκαλεί αηδία» και ότι «αφαιρέθηκε η γοητεία μιας ζωής». Υποστηρίχθηκε ότι «κανείς δεν μπορεί να επαναλάβει όσα είχε πει η Αναΐς». Η Ντίντρε Μπερ προβαίνει σε εκτιμήσεις που εξοργίζουν τους θαυμαστές τής Νιν. Γράφει ότι πρόκειται για «δευτεροκλασάτη συγγραφέα» ή για «σπουδαία συγγραφέα ήσσονος αξίας». Μέσα στο ογκώδες έργο της η αμερικανίδα βιογράφος προβάλλει τη συγγραφέα των «Παιδιών του Αλμπατρος» ως νάρκισσο, με βίτσια και μαζοχιστικές τάσεις. Ετσι δεν καταφέρνει να δει τον άνθρωπο στη διάσταση που του έδιδε η Νιν, η οποία πάντοτε ανεδείκνυε τη μοναδικότητα του ατόμου.


Το βιβλίο τής Αναΐς Νιν «Χένρι και Τζουν» (εκδόσεις Σμίλη) αναφέρεται στην περίοδο όπου ο Μίλερ έγραφε τον «Τροπικό του Καρκίνου» και έδωσε θέμα και τίτλο σε ταινία του Φίλιπ Κάουφμαν. Οι περιπέτειες των συγγραφέων στο Παρίσι της δεκαετίας του ’30 προσφέρουν πλούσιο υλικό για σενάρια κινηματογράφου. Βέβαια η συγγραφέας του βιβλίου δεν ήταν παρούσα στα γυρίσματα ώστε να επηρεάσει την ατμόσφαιρα των εικόνων, καθώς η ταινία γυρίστηκε 13 χρόνια μετά τον θάνατό της. Στην περίπτωση του «Εραστή» του Ζαν-Ζακ Ανό συνέβη ακριβώς το αντίθετο: καθώς αποτελούσε κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος της Μαργκερίτ Ντυράς, η συγγραφέας ήταν ενήμερη για τα πάντα, λέγεται μάλιστα ότι επέβλεπε τη σκηνοθεσία του Ανό και δεν δίσταζε να επεμβαίνει με πάσης φύσεως συμβουλές και οδηγίες.


* Αυτοβιογραφικά στοιχεία


Οι de profundis εξομολογήσεις στην «Αυτοβιογραφία» και στον «Εραστή» (εκδόσεις Εξάντας) και στο «Φράγμα στον Ειρηνικό» (εκδόσεις Κέδρος) μιλούν φαινομενικά για τα πάντα: τις πρώτες ερωτικές συναντήσεις, τα οικονομικά προβλήματα της οικογένειας και τη χρήση ναρκωτικών από τον αδελφό της. Αργότερα θα έχει και η ίδια η Ντυράς πρόβλημα εξάρτησης, όχι από ναρκωτικά αλλά από το αλκοόλ. Αυτή την πτυχή της ζωής της αναλαμβάνει να μας περιγράψει ο νεαρός σύντροφός της κατά τη δεκαετία του ’80 Γιαν Αντρέα. Η Τατιάνα Γκρίτση – Μιλλιέξ, που μετέφρασε το έργο «Μ.D.» (εκδόσεις Κέδρος), σημειώνει: «Το βιβλίο δεν ξεκίνησε από κάποια λογοτεχνική φιλοδοξία ­ ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα ­ αλλά από τον βαθύ έρωτα, τον απεριόριστο θαυμασμό ενός νέου ανθρώπου προς το πνεύμα της δημιουργίας. Αυτό το πνεύμα της δημιουργίας ενσαρκώθηκε από τη Μαργκερίτ Ντυράς και τα 20 χρόνια τού Γιαν Αντρέα αφιερώθηκαν ολόψυχα σ’ αυτή τη γυναίκα που, ακριβώς τη στιγμή που τη γνώριζε, βρισκόταν στην πιο κρίσιμη και καταστροφική στιγμή της ζωής της».


Τέσσερα χρόνια μετά την πρώτη συνάντηση ο 24χρονος πλέον Αντρέα γράφει: «Από τις 30 Αυγούστου του ’80 πίνουμε. Από την πρώτη στιγμή που άνοιξε η πόρτα, από το πρώτο χαμόγελο, από το πρώτο φιλί. Ισαμε αργά τη νύχτα πίνουμε, πάντα το ίδιο μετριότατο μπορντό, λίγο μας νοιάζει». Και πιο κάτω: «Τώρα πια δεν μπορείτε να μείνετε ούτε μία ώρα χωρίς να πιείτε. Γέμισε η καλάθα άδεια μπουκάλια. Ξυπνάτε τρομαγμένη. Είμαι κοντά σας…». Η μαρτυρία του εραστή λοιπόν συμπληρώνει τα αυτοβιογραφικά ντοκουμέντα τής Ντυράς. Γνωρίζοντας τόσο καλά το πρόσωπο της γαλλίδας λογοτέχνιδος θα περίμενε κανείς να σιωπήσουν οι βιογράφοι. Και όμως η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Νίκαιας Κριστιάν Μπλοτ – Λαμπαρέρ εξέδωσε μια βιογραφική εργασία στις εκδόσεις Seuil. Το μότο είναι μάλλον αυτοσαρκαστικό: χρησιμοποιείται η άποψη της Ντυράς για το συγκεκριμένο είδος βιβλίου. Αναρωτιέται γιατί γράφονται βιογραφίες και υποστηρίζει ότι θα έπρεπε να ασχολούμαστε με τα έργα και όχι με τους ίδιους τους συγγραφείς.


Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ γνώριζε ότι η ζωή της έχει όλα τα απαραίτητα συστατικά για να γίνει λαϊκό ανάγνωσμα. Το 1977 έγραφε στον ανιψιό της Ζορζ ντε Κραγιανκούρ: «Είμαι σε θέση καλύτερα από τον καθένα να ξέρω ότι οι βιογράφοι, ακόμη και όταν δεν είναι σκόπιμα κακόβουλοι, ξεγελιούνται σχεδόν πάντοτε γιατί δεν έχουν παρά μόνο επιφανειακές πληροφορίες για τους ανθρώπους για τους οποίους μιλούν». Στο δοκίμιό της «Μισίμα ή το Οραμα του Κενού» (1981) η γαλλίδα συγγραφέας αμφισβητούσε το νόημα της βιογραφικής έρευνας. Εγραφε: «Εχει περάσει η εποχή κατά την οποία μπορούσαμε να απολαμβάνουμε «Αμλετ» χωρίς να μας ενδιαφέρει ο Σαίξπηρ: η χυδαία περιέργεια για το βιογραφικό ανέκδοτο είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του καιρού μας και ενισχύεται από έναν Τύπο και μέσα ενημέρωσης που απευθύνονται σε ένα κοινό που ξέρει ολοένα και λιγότερο να διαβάζει».


Η Γιουρσενάρ παρουσιάζεται να βοηθάει τους μελλοντικούς βιογράφους της. Κρατάει αντίγραφα όλων των επιστολών της και ενημερώνει ένα σημειωματάριο εν είδει ημερολογίου. Τα πάντα έχουν αρχειοθετηθεί και έχουν κατατεθεί στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, στη βιβλιοθήκη Χάουτον, όπου θα παραμείνουν σφραγισμένα επί 50 χρόνια μετά τον θάνατο της συγγραφέως των «Απομνημονευμάτων του Αδριανού». Το κλειδωμένο αρχείο τής Γιουρσενάρ περιλαμβάνει και την αλληλογραφία της με την Αμερικανίδα Γκρέις Φρικ, σύντροφό της επί 40 χρόνια. Η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ είχε διαισθανθεί ότι οι βιογράφοι θα διεισδύσουν στα άδυτα της προσωπικής ζωής της. Και φυσικά δεν περίμεναν τα 50 χρόνια που επιθυμούσε…


Η Ζοζιάν Σαβινιό στις 500 σελίδες του βιβλίου της «Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, Η επινόηση μιας ζωής» (μετάφραση Ιωάννα Χατζηνικολή, εκδόσεις Χατζηνικολή) περιγράφει όλους τους έρωτες της Γιουρσενάρ. Την ατυχία της με τον εκδότη Αντρέ Φρενιό, ο οποίος δεν ανταποκρίθηκε ποτέ στα αισθήματά της. Γίνεται συζήτηση για το αν είχε ερωτικές σχέσεις με τον Ανδρέα Εμπειρίκο και κατατίθενται επωνύμως διαφορετικές απόψεις.


Η Ιωάννα Χατζηνικολή υποστηρίζει ότι «υπήρξε κάτι περισσότερο από μια ερωτική φιλία», ενώ ο Κ. Θ. Δημαράς δεν πιστεύει διόλου σε αυτή την ιστορία έρωτος. Τότε εμφανίζεται στις διηγήσεις η καθηγήτρια πανεπιστημίου Γκρέις Φρικ, που έμελλε να γίνει μόνιμη και πιστή σύντροφος της Γιουρσενάρ, η οποία όμως δεν ήταν και τόσο πιστή. Είχε συνάψει σχέση με τη Φρικ, ερχόταν όμως στην Ελλάδα για να συναντήσει έναν άλλον της έρωτα που άκουγε στο όνομα Λούση Κυριακού (η οποία ήταν παντρεμένη με παιδί).


Μέσα από το κείμενο της Σαβινιό μαθαίνουμε ότι οι δυο τους είχαν ταξιδέψει στην Αυστρία, γεγονός που επιβεβαιώνεται από φωτογραφία που είχε κρατήσει στο συρτάρι της η συγγραφέας. Από αφήγηση των διακριτικών λεπτομερειών μαθαίνουμε ­ φαινομενικά ­ τα πάντα σχετικά με την ερωτική ζωή τής Γιουρσενάρ, η οποία δεν πτοείται από τον χρόνο. Πληροφορούμαστε, π.χ., ότι την ημέρα όπου η Γαλλική Ακαδημία ανακοίνωνε ότι την κάνει μέλος της, εκείνη βρισκόταν κάπου στη Φλόριδα με τον Τζέρι, το καινούργιο της φλερτ (ο οποίος ήταν κατά 46 χρόνια νεότερός της).


* Το τρίγωνο


της φιλοσοφίας


Η δημοσίευση της αλληλογραφίας του Ζαν-Πολ Σαρτρ με τη Σιμόν ντε Μποβουάρ ήταν η αφορμή για να θυμηθεί μια 75χρονη γυναίκα τη σχέση της με το ζευγάρι των φιλοσόφων. Η Μπιάνκα Λάμπλιν ακολούθησε τη γαλλική ρήση που υποστηρίζει ότι η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο. Περίμενε μια ολόκληρη ζωή για να αποκαλύψει ότι ο Σαρτρ και η Μποβουάρ την εκμεταλλεύθηκαν ερωτικά. Στο βιβλίο της «Α disgraceful affair, Simone de Beauvoir, Jean-Paul Sartr, Bianca Lamblin», που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Βρετανία, λέει ότι γνώρισε την Μποβουάρ, η οποία ήταν καθηγήτρια σε λύκειο, όταν ήταν 17 ετών. Συνήψαν ερωτική σχέση η οποία συμπληρώθηκε από τον 33χρονο τότε φιλόσοφο. Η Λάμπλιν, που τώρα ζει μόνη στο Παρίσι, περιγράφει την πρώτη της σεξουαλική συνάντηση σε δωμάτιο ξενοδοχείου με τον Σαρτρ. Της είχε πει: «Η καμαριέρα θα μείνει με το στόμα ανοιχτό διότι μόλις χθες σε αυτό το κρεβάτι πήρα την παρθενιά ενός άλλου κοριτσιού».


Η σχέση των τριών διήρκεσε δύο χρόνια και η συγγραφέας της βιογραφικής μαρτυρίας παραδέχεται ότι «ήταν μοναδική εμπειρία». Για τους άλλους δύο η εμπειρία δεν ήταν τόσο ­ κυριολεκτικά ­ μοναδική. Η Λάμπλιν διατυπώνει την πεποίθηση ότι ήταν παγία τακτική τής Μποβουάρ να γνωρίζει κορίτσια στον αγαπημένο της για να ανανεώνεται η σχέση τους. Αυτό όμως που πραγματικά την εξόργισε ήταν η άποψη που διατύπωσαν για το πρόσωπό της οι δύο φιλόσοφοι στα γράμματά τους. Η Σιμόν έγραφε: «Ποτέ δεν ένιωσα το παραμικρό ενδιαφέρον για το άτομο αυτό, δεν έχει άλλωστε τίποτε να προσφέρει…». Η αλήθεια είναι ότι η συγγραφέας του «Δεύτερου φύλου» μετάνιωσε για την… κακία της. Πέντε χρόνια αφού απομάκρυνε την Μπιάνκα αναφέρει σε επιστολή της προς τον Ζαν-Πολ: «Νομίζω ότι ήταν λάθος μας. Είναι το μόνο πρόσωπο που πραγματικά του κάναμε κακό…».


* Χωρίς ερωτικά


στοιχεία


Θα ήταν λάθος αν υποστηρίζαμε ότι γράφονται βιογραφίες λογοτεχνίδων μόνο όταν έχουν δώσει δείγματα πλούσιας ερωτικής δραστηριότητας. Στην περίπτωση των αδελφών Μπροντέ συμβαίνει το αντίθετο: οι φιλόλογοι που ασχολούνται μαζί τους πάντοτε στέκονται στο γεγονός της μηδαμινής κοινωνικής ζωής τους. Ζούσαν απομονωμένες στο Γιόρκσαϊρ, δίπλα στο νεκροταφείο, με τον αυστηρό ιερωμένο πατέρα τους, ορφανές από μητέρα. Μέσα σε ένα σπίτι όπου απαγορευόταν το γέλιο, οι τρεις θυγατέρες (Σαρλότ, Εμιλι και Ανν) ζούσαν τον έρωτα μέσα από τη φαντασία τους. Η ιστορία τους έχει δώσει υλικό για περισσότερες από 12 βιογραφίες (που περιγράφουν τη ζωή των τριών ή καθεμιάς ξεχωριστά). Η Ελίζαμπεθ Γκάσκελ έγραψε το βιβλίο «Η ζωή τής Εμιλι Μπροντέ» δύο χρόνια μετά τον θάνατό της, το 1857. Η Εμιλι, παρ’ όλο που δεν είχε κανέναν Χίθκλιφ στη ζωή της, κατάφερε, σύμφωνα με τον G. Κ. Chesterton, να εκφράσει έναν ρομαντισμό υψηλής ποιότητας μέσα από την πιο πεζή πραγματικότητα.


Η πιο πρόσφατη έκδοση, «Σαρλότ Μπροντέ» της Λίνταλ Γκόρντον κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Vintage. Μαθαίνουμε ότι η Σαρλότ δεν πρόλαβε να χαρεί τη δόξα που της έφερε η έκδοση της «Τζέιν Εϊρ». Από το 1847 ως το 1853 πεθαίνουν οι δύο συγγραφείς αδελφές της, ο αδελφός της Μπράνγουελ και ο πατέρας της. Στις 400 σελίδες που έγραψε η Γκόρντον αφιερώνει ένα κεφάλαιο σε μια λιγότερο γνωστή πτυχή της ζωής της συγγραφέως: στον γάμο της. Η συγγραφέας ήταν ήδη 38 ετών όταν αποφάσισε να παντρευτεί τον πάστορα που διαδέχθηκε τον πατέρα της. Ενας γάμος που δεν επηρέασε το έργο της, καθώς εκείνη απεβίωσε λίγους μήνες αργότερα.


* Οι κοινωνικές


γνωριμίες


Θα ήταν άδικο να υποστηρίξει κανείς ότι η Γερτρούδη Στάιν έχει χαρακτηριστεί από τις ερωτικές επιλογές της. Η συγγραφέας των «Τρυφερών κουμπιών» έγινε διάσημη από το διαμέρισμα της οδού Ντε Φλερύ στο Παρίσι όπου συγκεντρωνόταν όλη η διανόηση των αρχών του αιώνα: Απολλιναίρ, Χέμινγκγουεϊ, Ράσελ, Πικάσο, Ματίς. Το έργο της που έχει διαβαστεί περισσότερο είναι η «Αυτοβιογραφία τής Αλις Μπ. Τόκλας» (1934). Η Τόκλας υπήρξε σύντροφος της Στάιν επί σειρά ετών. Η αμερικανίδα συγγραφέας πήρε τη θέση της ερωμένης της για να περιγράψει τον εαυτό της. Δώδεκα χρόνια αργότερα έγραψε ένα άλλο βιβλίο με αυτοβιογραφικά στοιχεία, το «Μπρούζι και Ουίλι», που αναφέρεται στη γνωριμία της με νεαρούς Αμερικανούς που υπηρετούσαν στη Γαλλία στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και τα δύο αυτοβιογραφικά βιβλία περιγράφουν την κοινωνική ζωή τής Στάιν και τις γνωριμίες της με καλλιτέχνες που αργότερα έγιναν διάσημοι.


Τα βιβλία που γράφτηκαν για τη Στάιν μιλούν κυρίως για το έργο της ή για τις φιλικές σχέσεις της με καλλιτέχνες. Είναι αλήθεια ότι αναφέρθηκαν σε αυτήν οι σημαντικότεροι καθηγητές αμερικανικής φιλολογίας: ο Οσκαρ Κάγκριλ την περιλαμβάνει στο έργο του «Intellectual America» (1941), ο Ρ. Χάας έχει γράψει το «Catalogue of the published and unpublished writings of Gertrude Stein», ο Ρ. Σ. Μίλερ εξέδωσε το 1949 τη μελέτη «Gertrude Stein: Form and intelligibility». Τέλος, ο Τ.Σ. Ελιοτ αναφέρεται στο πρόσωπό της σε δοκίμιο του 1932.


* Φιλολογικά


ερωτήματα


Οι φιλολογικές αδιακρισίες δεν εκδηλώνονται μόνο στο εξωτερικό. Μια Ελληνίδα που συζητήθηκε αρκετά για την προσωπική ζωή της ήταν η Μαρία Πολυδούρη. Το πιο γνωστό στοιχείο της ζωής της είναι ο δεσμός της με τον Κώστα Καρυωτάκη. Ποιος όμως θα φανταζόταν ότι 50 και πλέον χρόνια μετά τον θάνατό της θα υπήρχαν κάποιοι που θα ασχολούνταν με το αν ολοκλήρωσε τις σχέσεις της με τον ποιητή; Στο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου «Καρυωτάκης – Πολυδούρη, η αρχή της αμφισβήτησης» (εκδόσεις Γνώση) καταγράφεται ο εξής διάλογος με τον φίλο και βιογράφο του ποιητή Χ. Γ. Σακελλαριάδη: ­ Δεν είχαν δηλαδή δεσμό;, ρώτησα τον Σακελλαριάδη. ­ Ποτέ, μου απαντά. Ο Καρυωτάκης δεν είχε αισθηματικούς δεσμούς, κοιμόταν πάντα με πληρωμένες γυναίκες, του δρόμου. ­ Και δεν κοιμήθηκε ποτέ με τη Μαρία; ­ Μ’ αυτήν ποτέ. ­ Στο βιβλίο σας όμως αφήνετε ξεκάθαρα να φανεί ότι η Πολυδούρη ήταν μια πόρνη. ­ Ηταν, μου απάντησε κατηγορηματικά. ­ Αν ήταν, γιατί δεν κοιμήθηκε μαζί της ο Καρυωτάκης…


Λίγες σελίδες πιο κάτω δημοσιεύεται το γράμμα που έστειλε η Πολυδούρη στον Καρυωτάκη προτείνοντάς του να παντρευτούν. Γράφει λοιπόν: «Ελα Τάκη να ζήσουμε μαζί… να δεις πόσο γλυκιά, πόσο ανακουφιστική θα είμαι για σένα (…) θα είμαι η αιώνια ερωμένη σου. Μην σκεφτείς πως θα μου έκανες κακό».


Η αρνητική απάντηση που δέχθηκε οφειλόταν στην ασθένεια από την οποία έπασχε ο ποιητής, την Ωχρά Σπειροχαίτη, όπως αναφέρει τη σύφιλη στο ομώνυμο ποίημά του. Η Λιλή Ζωγράφου αναφέρει στο δεύτερο μέρος του βιβλίου της ότι μετά την απόρριψη από τον ποιητή των «Νηπενθών» η Μαρία επέλεξε έναν από τους αναρίθμητους θαυμαστές της: αρραβωνιάστηκε τον νεαρό και όμορφο δικηγόρο Γεωργίου που μόλις είχε επιστρέψει από τις σπουδές του στο Παρίσι. Τον εγκατέλειψε σύντομα με την ελπίδα επανασύνδεσής της με τον Καρυωτάκη. Μετά την αυτοκτονία του ποιητή η Πολυδούρη νοσηλεύθηκε στη κλινική Καραμάνη με φυματίωση. Ενα βράδυ ζήτησε από φίλο της να της κάνει ένεση μορφίνης γνωρίζοντας ότι ο οργανισμός της δεν θα το αντέξει…