Χρειάστηκε να περάσουν 468 μέρες για να παραδεχθεί ο κ. Τσίπρας αυτό που κάποιοι από την αρχή του φωνάζαμε.
«Μπορείτε να μας κατηγορήσετε για αυταπάτες. (…) Να μας κατηγορήσετε ότι δεν είχαμε την εμπειρία (…)» είπε στη Βουλή την Κυριακή το βράδυ.
Αυταπάτες και απειρία, λοιπόν. Ακούγονται αθώα αλλά δεν είναι.
Θα ήταν αθώα αν ήταν η ομολογία ενός εφήβου.
Ή ενός επιχειρηματία που πειραματίζεται με τα δικά του λεφτά.
Αλλά μπορεί ένας πιλότος ή ένας ναυαγοσώστης ή ένας πρωθυπουργός να υπερηφανεύεται για τις αυταπάτες του; Να αναζητεί άλλοθι στην απουσία εμπειρίας; Που στη συγκεκριμένη περίπτωση σημαίνει «δεν είχα σχέδιο», «δεν είχα σκεφθεί τις λύσεις». Και τότε γιατί τόσα χρόνια λυσσαλέα διεκδικούσε την πρωθυπουργία;
Βέβαια δεν είναι πρώτη φορά που η χώρα αφέθηκε σε χέρια μαθητευόμενων μάγων. Για μεγάλα διαστήματα στην πολιτική κυριάρχησαν άνθρωποι ανίκανοι και με ιδεολογικές αυταπάτες. Και αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η χρεοκοπία.
Οι αυταπάτες έφεραν τις αλόγιστες σπατάλες, την άνιση ανάπτυξη, τον μαρασμό στην Παιδεία. Η ανικανότητα έφερε το κομματικό κράτος, τη φοροδιαφυγή, τη διαφθορά, τη γραφειοκρατία. Μια αλυσίδα από λάθη σε μια χώρα που οι κυβερνήσεις έπεφταν αλλά τα προβλήματα έμεναν.
Το κοινό χαρακτηριστικό των «κομμάτων εξουσίας» ήταν ότι «πάντα μπορούσαν μόνα τους» και «πάντα ήξεραν τις λύσεις». Ετσι εξοβελίστηκαν από την πολιτική οι συνεργασίες, οι συμβιβασμοί και τελικά η ευθύνη. Ετσι παραμερίστηκαν αυτοί που πράγματι ήξεραν και θεοποιήθηκαν αυτοί που υπόσχονταν.
Και παραδόθηκε η χώρα στα χέρια λαϊκιστών και κομματικών στρατών που κάθε φορά υπηρετούσαν τις δικές τους αυταπάτες οχυρωμένοι στη δική τους ανικανότητα. Η στρατηγική Τσίπρα ήταν «κεκλεισμένων των θυρών να τους απειλούμε» ότι η Ελλάδα θα βγει από το ευρώ, αποκαλύπτει τώρα ο κ. Βαρουφάκης. Τους απειλούσαμε, δηλαδή, με τον θάνατό μας.
Ωραία, και τώρα τι κάνουμε;
Η χώρα έχει δύο δρόμους.
Ο ένας είναι των μνημονίων. Το μνημόνιο του Γιώργου. Το μνημόνιο του Αντώνη. Το μνημόνιο του Αλέξη. Το συμπληρωματικό μνημόνιο του Αλέξη. Και ίσως αύριο το μνημόνιο του Κυριάκου.
Αλλά αυτή είναι η μια «λύση».
Η άλλη είναι ένα new deal.
Μια πολιτική – οικονομική – κοινωνική – πολιτιστική συμμαχία για «να τα αλλάξουμε όλα χωρίς να γκρεμίσουμε τη χώρα».
Να δούμε χωρίς παραμορφωτικούς φακούς την πραγματικότητα, να ζυγίσουμε τα προβλήματα, να βάλουμε προτεραιότητες, να μεταφέρουμε «αποτελεσματικές πρακτικές» από το εξωτερικό, να δώσουμε μάχες εκεί όπου είμαστε πραγματικά δυνατοί.
Οταν ξεκίνησε το Ποτάμι μιλήσαμε για τη συνωμοσία του καλού. Τη συνωμοσία, δηλαδή, της λογικής, του ρεαλισμού, της γνώσης. Τη συνωμοσία του 51% της πραγματικής κοινωνίας –όχι απλώς ένα αριθμητικό ή βουλευτικό 51%.
Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που περνάει κρίση. Είναι όμως η μόνη χώρα που η κρίση δεν λέει να τελειώσει ενώ συνεχώς «αντιμετωπίζεται».
Το δεκαετέςπλάνο ανάπτυξηςτου Σρέντερ στην κρίση απάντησε. Το υιοθέτησε η Μέρκελ αλλά πριν το είχαν «συνυπογράψει» τα συνδικάτα. «Αντάλλαξαν» μειώσεις μισθών και συντάξεων με αύξηση των θέσεων εργασίας. Γιατί δεν υπάρχουν μαγικά σφουγγάρια για να μαζέψεις τα ελλείμματα.
Η συγκατοίκηση το 1997-2002 του κεντροδεξιού Σιράκ και του σοσιαλιστήΖοσπέν μείωσε από το 12,6% στο 8,6% την ανεργία στη Γαλλία.
Και οι Ιρλανδοί στα χρόνια μας, για να ξεπεράσουν την κρίση, έκαναν κυβέρνηση φιλελεύθερων Χριστιανοδημοκρατών και Εργατικών με 117 έδρες σε σύνολο 166. Και το 2014 η Ιρλανδία σημείωσε ανάπτυξη 4,8% και το 2015 6,8%.
Σπεύδω όμως να προλάβω το ερώτημα: Η λύση λοιπόν για την Ελλάδα είναι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ;
Οχι. Είναι πολύ αργά γι’ αυτή τη λύση. Και οι γέφυρες έχουν ανατιναχθεί.
Αυτό όμως δεν πρέπει να μας αλλάζει τον στόχο: ένα new deal για μια νέα αρχή.
Αυτή την επανάσταση έχουμε ανάγκη. Να βγάλουμε έξω τους λαϊκιστές, τους οπισθοδρομικούς, τους πλιατσικολόγους και να συνεργασθούμε. Επάνω σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο αλλαγών. Με μια ομάδα αποφασισμένων ανθρώπων μπροστά.
Το Ποτάμι θα συνεχίσει να προσπαθεί. Γι’ αυτό συνομιλεί και συνεργάζεται με φιλελεύθερους και αριστερούς μεταρρυθμιστές. Γι’ αυτό καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις στη Βουλή (δες Ασφαλιστικό) και στην κοινωνία (δες καμπάνια «Κόβουμε σπατάλες – κόβουμε φόρους»). Γι’ αυτό πρωτοστατεί στον διάλογο του Κέντρου. Γι’ αυτό ενισχύει τη συνεννόηση των παραγωγικών δυνάμεων. Γι’ αυτό στηρίζει αυτούς που ξεχωρίζουν. Γι’ αυτό συμμαχεί με τους νεωτεριστές στις «αποκομμένες» τοπικές κοινωνίες.
Ισως τώρα που οι φωνές του λαϊκισμού έχασαν το σαγηνευτικό τους φίλτρο ο κόσμος μας ακούσει περισσότερο. Ισως και όχι. Αργά ή γρήγορα πάντως θα συμβεί. Ή για να το πω αλλιώς: Αν δεν συμβεί, δεν θα βγούμε ποτέ από την κρίση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ