Ωριμα χρόνια, ώριμα ποιήματα. Ο λόγος για τη δέκατη ποιητική συλλογή του Δημήτρη Δασκαλόπουλου στις εκδόσεις ΚΙΧΛΗ. Τίτλος της: «Με δίχτυ τον άνεμο». Μοιρασμένη σε τρία μέρη: «Πλάγιος Λόγος», «Τοπογραφίες», «Ταξίδι περί του οίκου σου». Με ενεπίγραφα ποιήματα: επτά στο πρώτο μέρος, τέσσερα στο δεύτερο, πέντε στο τρίτο μέρος. Σύνολο: δεκαέξι ποιήματα. Επιλέγονται εφεξής (και αντιγράφονται επακριβώς –σημειώνονται οι λίγες παραλείψεις) ισάριθμα αποσπάσματα. Ακολουθεί συνθηματικά η αμφίβολη εξήγηση της αυθαίρετης αυτής επιλογής.
Πρώτο μέρος: «Τα δέντρα παραδομένα στη σιωπή / ο αγέρας πηχτός το τοπίο ακίνητο. / Μόνον το πέρασμα της σαύρας στην ξερολιθιά / και το πέταγμα ενός πουλιού. // Ο ήλιος χάθηκε, / η γη σκοτείνιασε, το καταπέτασμα του ναού / άνοιξε στα δυο. // Τώρα που γίναμε συνομήλικοι / τα πάντα είναι εύκολα και δυνατά, / όπως η νύχτα που ξημέρωσε σ’ ένα λεπτό, / καθώς το συνηθίζει να ξημερώνει στα όνειρα. // Το απόγευμα ήταν ήρεμο. Καθρέφτης / η θάλασσα∙ η αύρα νεογέννητο του Αιόλου. / Ακούστηκαν πολλές προτιμήσεις. // Η καμπύλη μέρα / με νουθετεί κάθε πρωί / με το εφήμερο του σκότους. // Γυναίκες που παρέμειναν ανέγγιχτες / Ανέραστες με νεκρό σώμα / Μεσόκοπες που αρχίζουν να τρέμουν / Καθώς τις εγκαταλείπει η επιθυμία. // Τα μικρά παιδιά / σιδερωμένα και ατσαλάκωτα.»
Δεύτερο μέρος: «Κι εκείνος ο Γέρος άφαντος / και παρών. Αμίλητος και λαλίστατος / κυκλοφορούσε ανάμεσα στις αστραπές / κι ύστερα κατέβαινε αλώβητος και χθόνιος / να πάρει τη θέση του στα καθημερινά. // Οι κλαγγές των όπλων […] και τα ποδοβολητά των αλόγων θαμμένα / στο πρωινό χορτάρι. // Για ένα ρήμα / για μια προστακτική / για εκείνο το άχρηστο / γεμάτο αυταπάρνηση / το αγέρωχο ρήμα βλώσκω / αφανίστηκαν τρακόσιες / τρακόσιες υπερήφανες ψυχές / στον Αδη. // Λίγες κινήσεις χειραψίες / με σπουδαία δημόσια πρόσωπα –αφανισμένα.»
Τρίτο μέρος: «Τώρα τα ουσιώδη δεν υπάρχουν πια. / […] Ελάχιστα σώζονται: το νέο φεγγάρι / που δεν θα γίνει ποτέ πανσέληνος / η αμμουδιά της θάλασσας / το δροσερό αεράκι. // […] οι ωδίνες / με πνιγμένες κραυγές και το πρώτο φως / στα τυφλά μάτια. // Ψηλά στον Βορρά ο πόλεμος / έσπερνε ανθρώπινα κορμιά στο χιόνι. // Ξαφνικά / πήρε να μαυρίζει η μέρα / παρόντος του ήλιου […] Νύχτα στην πόλη, νύχτα στη χώρα, / στη νύχτα χωνεμένος // Μόνον το άλλο πρωί κατάλαβες / πως ήταν οριστική δοκιμή / για τον αιώνιο ύπνο.» (Σημείωση: το ρήμα βλώσκω είναι ομηρικό και σημαίνει «πηγαίνω» ή «έρχομαι»).
Επεται η παράταιρη εξήγηση της επιλογής, που απερίσκεπτα υποσχέθηκα. Κάθε αξιόλογο ποίημα διαθέτει δυνάμει στις εσοχές του έναν κρυφό πυρήνα, που ο αναγνώστης καλείται μόνος του να τον εντοπίσει και να τον φανταστεί. Συνταγές στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχουν. Ο τίτλος του ποιήματος ενμέρει μόνον βοηθεί, αν δεν είναι σκόπιμα παραπλανητικός. Οσο για τον επίτιτλο του κάθε μέρους, αυτός παραπέμπει συνήθως στον ορίζοντα των περιεχόμενων ποιημάτων του, αφήνοντας τον πυρήνα τους ανέπαφο.
Που πάει να πει ότι στο κρίσιμο αυτό σημείο, ο ποιητής αφήνει τον αναγνώστη να αποφασίσει μόνος του αν, πού και πώς διαφαίνονται κάθε φορά τα ίχνη του εσωτερικού πυρήνα. Προσωπικά τα αναζήτησα στους στίχους που αισθανόμουν πως ευνοούν κάθε φορά την ιχνηλασία. Ετσι προέκυψε η διάταξή τους σε ένα ενιαίο ποίημα, το οποίο επέχει θέση πειραματικής ανάγνωσης. Αφησα απείρακτο μόνον το τελευταίο ποίημα της συλλογής, που αντιγράφεται εδώ ακέραιο:
«Νά πως έγιναν τα πράγματα. // Βραδάκι στον κήπο του νοσοκομείου / η ανήλικη δροσιά του δειλινού προσπαθούσε / μάταια ν’ ανταγωνιστεί τη θέρμη της μέρας. / Δεν είχαν μεστώσει κορμί και μυαλό / δεν γνώριζες τι ξημερώνει η επιούσα. / Μπροστά σου απλώνονταν υποσχετικές / οι εύφορες κοιλάδες της νεότητας και / ένας νεόκοπος έρωτας –νόμισμα ακυκλοφόρητο. / Το ελάχιστο σύννεφο μπροστά στο φεγγάρι / ήταν η σκιά που έριχνε ο θάνατος / καθώς πλησίαζε αναποφάσιστος. / Ερχόταν κι έφευγε ερχόταν κι έφευγε / με βήματα αθόρυβα. / (Το νόμισμα αποδείχτηκε κίβδηλο / οι εύφορες κοιλάδες κατάντησαν / άνυδρη στέπα.) / Καθώς τελείωνε το επισκεπτήριο / δεν είπες την καθιερωμένη καληνύχτα / μη θέλοντας να ταράξεις τον βαθύ ύπνο της. / Μόνον το άλλο πρωί κατάλαβες / πως ήταν οριστική δοκιμή / για τον αιώνιο ύπνο.»
Περιττεύει να πω ότι ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος υπήρξε και παραμένει φίλος πιστός και ανεκτίμητος. Οσοι εξάλλου με διαβάζουν, ξέρουν την προσήλωσή μου στην πολύτροπη προσφορά του στα νεοελληνικά μας γράμματα και στην υποδειγματική ποιητική του θητεία, που βρήκε στην προκείμενη συλλογή την καλή της ώρα. Υπολείπεται η εθιμική ευχή «Καλά Χριστούγεννα», όσο το επιτρέπουν τα δίσεχτα χρόνια που ζούμε.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ