Η νέα κυβέρνηση του κ.Τσίπρα είναι φανερό ότι αντιμετωπίζει τρομακτική πίεση από τους ευρωπαικούς θεσμούς και ιδιαιτέρως από τις ισχυρότερες χώρες, με τη Γερμανία να πρωταγωνιστεί παρασκηνιακά, μέσω της επιρροής που ασκεί στις Βρυξέλλες και στη Φραγκφούρτη.

Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι χαρακτηριστική των πιέσεων και ενδεικτική των διαθέσεων.
Και το νέο τελεσίγραφο Μοσχοβισί για συμφωνία μέχρι την επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup φανερώνει επίσης το περιορισμένο του χρόνου.
Και η δικαιολόγηση της απόφασης Ντράγκι από τον Ολάντ και τον Ρέντσι δείχνουν ότι πραγματικοί υποστηρικτές των ελληνικών θέσεων δεν υπάρχουν.
Μπροστά στη γερμανική ηγεμονία ουδείς είναι διατεθειμένος να υποστηρίξει την Ελλάδα, για πολλούς και διαφορετικούς λόγους.
Μετά μάλιστα και την δημόσια αντιπαράθεση Σόιμπλε – Βαρουφάκη, δημιουργείται η αίσθηση ότι οι ευρωπαίοι απαιτούν σχεδόν συνθηκολόγηση άνευ όρων από τη νέα ελληνική κυβέρνηση. Και δη εντός ασφυκτικών προθεσμιών.
Η ελληνική κυβέρνηση ωστόσο δείχνει ψύχραιμη, δεν μετακινείται εύκολα,ούτε μοιάζει να κυριαρχείται από μεγάλη ανησυχία.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι δεν έχει κατανόηση των ευρωπαϊκών κανόνων και διαδικασιών και κινδυνεύει να παρασυρθεί σε δίνη καταιγιστικών εξελίξεων που θα την φέρουν προ τετελεσμένων γεγονότων.
Άλλοι εκτιμούν ότι οι προγραμματικές δηλώσεις θα κρίνουν τις εξελίξεις.
Αν απ’ αυτές προκύπτει σκελετός επαρκούς οικονομικού προγράμματος τότε θα ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας για συμφωνία.
Μένει λοιπόν στον κ.Τσίπρα να ξεδιαλύνει τα πράγματα.
Αυτός έχει την ευκαιρία, αυτός και την ευθύνη της χώρας.
Η σύγκρουση μπορεί όντως να προετοιμάζει ένα συμβιβασμό, αλλά απαιτεί και αξιολόγηση των συνθηκών και ταχύτητα αντίδρασης.
Καλώς ή κακώς δεν μένει πολύς χρόνος.Πολύ περισσότερο όταν οι άλλοι είναι συντονισμένοι απέναντί μας.
ΤΟ ΒΗΜΑ