Ολοι μας βλέπουμε, έχουμε ανησυχίες, έχουμε ορισμένες στάσεις, συμπεριφορές, εκτιμήσεις, πού πάει ο τόπος μας, πού πάει η Ευρωπαϊκή Ενωση, τι γίνεται με το ένα, με το άλλο και ούτω καθεξής. Η καθημερινότητα λοιπόν τι είναι; Είναι ο χώρος που υφίσταται το πολιτικό πεδίο κόπωση; Οπου αποσύρεται ο καθένας από εμάς και λέει «άσ’ το, δεν με ενδιαφέρει τι γίνεται», ή είναι ο χώρος επιβεβαίωσης του πολιτικού; Δηλαδή, ο τρόπος με τον οποίο είναι οργανωμένη μια κοινωνία, ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι πολιτικοί θεσμοί, ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η πολιτική και επομένως υπάρχουν αποτελέσματα. Υπάρχει λοιπόν ένα σύνολο ανακλάσεις, με συγκεκριμένα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά και τους τρόπους κατανόησης και οργάνωσης της καθημερινότητας. Επομένως μπορεί να φαίνεται σε πρώτη ματιά ότι είναι ο χώρος παροπλισμού του πολιτικού πεδίου, αλλά αναμφίβολα η καθημερινότητα είναι ο χώρος που διακυβεύεται κάθε φορά και κρίνεται εντελώς συγκεκριμένα ο τρόπος με τον οποίο ασκείται σ’ έναν τόπο η πολιτική. Σε συνδυασμό μ’ αυτή την αμφισημία μπορούν να συζητηθούν οι μεγάλες, όπως είχαμε συνηθίσει, αφηγήσεις, τα οράματα ν’ αλλάξουμε τον κόσμο. Αυτές οι λεγόμενες «μεγάλες αφηγήσεις» πού ακριβώς κρίνονται; Τι έχουν ως όριο επιβεβαίωσης; Ακριβώς το όριο της επιβεβαίωσης δεν μπορεί παρά να είναι άλλο από τον χώρο της καθημερινότητας. Και φαίνεται δεν είναι απλώς οι «μεγάλες αφηγήσεις», αλλά είναι και τα λεγόμενα «μικροπράγματα», αν χρησιμοποιήσω μια έκφραση ποιητή, δηλαδή εκεί που βλέπουμε τη λεπτομέρεια. Εκεί που βλέπουμε μια χαρακτηριστική πτυχή, που θα μπορούσε να συνδεθεί και με μια ευρύτερη κοσμοθεωρητική αντίληψη ή, όπως είπα λίγο νωρίτερα, μια «μεγάλη αφήγηση». Και ειδικότερα εδώ στην καθημερινότητα είναι που αναπτύσσεται αυτή η διελκυστίνδα για τα θέματα που συζητούμε ανάμεσα στο «μέρος» και στο «όλο». Ανάμεσα στα πολύ μερικότερα, στα πολύ συγκεκριμένα, και σ’ αυτά που φαίνονται να υπερβαίνουν το συγκεκριμένο υποκείμενο, να υπερβαίνουν ό,τι μπορεί να συνιστά μια μορφή πρακτικής συμπεριφοράς.
Εάν επιστρέψω τώρα, μετά κι απ’ αυτήν την επισήμανση ως προς το πολιτικό πεδίο, στο ίδιο το υποκείμενο και στον τρόπο που τα βιώνει αυτά τα πράγματα, νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι χαρακτηριστικές μορφές που προκύπτουν από την καθημερινότητά μας συνδέονται για τον καθένα από εμάς με «μορφές ζωής». Είναι ριζωμένες διεργασίες, σιγά-σιγά εδραιώνονται, σιγά-σιγά δημιουργούν μορφές στάσης, μορφές μιας καθιερωμένης πρακτικής. Σ’ αυτήν την «έξη», σ’ αυτό το «habitus», λοιπόν δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια πρακτική αίσθηση που έχει ο καθένας από εμάς ως προς τις τάσεις, οι οποίες βέβαια σιγά-σιγά μπορεί να γίνονται και κανονικότητα. Δηλαδή, η καθημερινότητα για τον καθένα από εμάς έχει βασικά χαρακτηριστικά, και σήμερα και αύριο και μεθαύριο και ούτω καθεξής, άντε ν’ αλλάξουμε, άντε να πάμε δεν ξέρω πού, άντε να δούμε κάτι άλλο, άντε να γνωρίσουμε κάποιον, αλλά και μέσα απ’ αυτά υπάρχει ένα σύνολο προσαρμογών, υπάρχει ένα σύνολο από στάσεις, συμπεριφορές κ.τ.λ. που δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια έξις, μια τέχνη να προλαμβάνουμε την εκάστοτε έκβαση του παιχνιδιού, να έχουμε την ετοιμότητα, να έχουμε τη δυνατότητα κάθε φορά να μπορούμε να προλαμβάνουμε το επόμενο βήμα τους. Ποιο επόμενο βήμα; Αυτό που σε πρώτη ματιά φαίνεται να ξεφεύγει, φαίνεται να υπερβαίνει, για τον καθένα από εμάς, την καθημερινότητά μας.
Ο καθένας και ο φόβος του; Ιδού μια άλλη αμφισημία: Είναι μια αξίωση για ένα δικαίωμα στη διαφορά; Και επομένως να πούμε «η δική μου καθημερινότητα διαφέρει»; Η δική μου καθημερινότητα έχω την αξίωση να είναι εντελώς διαφορετική από την καθημερινότητα, ας πούμε, για να αρχίσω από τα πιο κοντινά, της συζύγου μου; Ή, εκτός από το κατά τα άλλα σεβαστό αυτό δικαίωμα στη διαφορά, μήπως υπάρχουν αρκετές πτυχές και επομένως ολισθαίνουμε –κάποτε το καταλαβαίνουμε, κάποτε όχι –και σε μια περιχαράκωση στη διαφορά; Επομένως ένα κατά τη γνώμη μου σημαντικό σημείο για να καταλάβουμε τις πρακτικές μας είναι να δούμε την «τοπικότητα», αυτό που είναι ο δικός μας χώρος ο οριοθετημένος κάθε φορά. Να δούμε αν είναι όχι απλώς ένας κόσμος, ένας χώρος που αξίζει να τον σεβόμαστε, αλλά να προσέχουμε μήπως είναι και ολισθηρό πεδίο. Για να μην οδηγούμαστε και σε μια αυτοπεριχαράκωση στη διαφορά. Και βέβαια αυτή η στάση ζωής, αυτή η πρακτική ιδεολογία, αυτό το είδος αντιμετώπισης της καθημερινότητάς μας μέσα από τους προβληματισμούς που μόλις σημείωσα, αναμφίβολα συνδέεται όχι απλώς με μια μορφή συμπεριφοράς, αλλά συνδέεται και με μια γενικότερη στάση ζωής ή, αν θέλετε, και με μια μορφή κοσμοθεωρίας.
Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ