Η εμμονή της τρόικας στο περιβόητο δημοσιονομικό κενό,υποδηλώνει μια δογματική προσήλωση σε ένα οικονομικό μοντέλο, που τουλάχιστον στη δική μας περίπτωση έχει φτάσει στα όρια του. Γιατί δεν μπορεί να αγνοεί κανείς, ότι παρά τις δεδομένες και επαναλαμβανόμενες παλινωδίες του πολιτικού μας συστήματος,έχουμε προχωρήσει σε μια κυριολεκτικά απίστευτη δημοσιονομική προσαρμογή, που κατά κοινή παραδοχή δεν έχει προηγούμενο.Το να ζητάς από μια οικονομία που βρίσκεται επί 6 χρόνια σε ύφεση, μόλις κάνει ένα βηματάκι για ανάπτυξη νέες περικοπές δαπανών ή νέους φόρους δεν είναι μόνο παράλογο αλλά και αναποτελεσματικό.

Αν η χώρα δεν ανασυγκροτήσει την παραγωγική της βάση, το μέλλον προβλέπεται σκοτεινό και αβέβαιο. Οι αριθμοί του προϋπολογισμού που κατατέθηκε προχθές, είναι αμείλικτοι. Όταν από τα 55 δις των κρατικών δαπανών, κατευθύνεται σε μισθούς, συντάξεις επιχορηγήσεις στην κοινωνική ασφάλιση και τόκους δανείων τα 40 δις,όσες περικοπές κι αν κάνεις ακόμα, απλώς θα επιδεινώσεις μια ήδη προβληματική κατάσταση.¨Όταν το σύνολο των άμεσων φόρων,που ήδη έχουν αυξηθεί υπέρμετρα, φτάνει τα 22 δις περίπου, επαρκεί για να πληρώνονται σχεδόν μόνο οι μισθοί και οι συντάξεις του δημοσίου – 18,7 δις – πόσο μπορούν να αυξηθούν ακόμα για καλυφθεί το κενό που διαπιστώνει η τρόικα;
Αν δεν πάρει μπρος η οικονομία, αν δεν δημιουργηθούν θέσεις εργασίας για να μπορέσουν να ανασάνουν και τα ταμεία, μονίμως θα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση ασταθούς ισορροπίας. Με 2,7 εκατ. συνταξιούχους και 3,6 εκατ. εργαζόμενους, από τους οποίους το 30% τουλάχιστον είναι με μειωμένης απασχόλησης και πάνω από ένα εκατ. ανέργους, είναι προφανές ότι καμιά χώρα, καμιά οικονομία δεν μπορεί αισθάνεται ασφάλεια. Αν συνυπολογίσουμε ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις βρίσκονται στο ναδίρ και οι δημόσιες καρκινοβατούν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, οι ελπίδες για ανάπτυξη είναι αναιμικές.
Η επιμονή λοιπόν του ΔΝΤ κυρίως για νέα μόνιμα μέτρα δεν οδηγεί πουθενά αλλού παρά στην υπονόμευση των πρώτων ενδείξεων για ανάπτυξη που άρχισαν να αχνοφαίνονται. Δεν αντιλαμβάνονται ότι με την τακτική αυτή υπονομεύουν πέρα από την αξιοπιστία της χώρας και τη δική τους;
ΤΟ ΒΗΜΑ