«Για να εκδώσω ένα βιβλίο θα πρέπει να το πιστεύω πολύ» είπε επικεφαλής τμήματος μεγάλου εκδοτικού οίκου. Η φράση ακούστηκε σε μια συζήτηση για έναν νέο συγγραφέα και δεν αφορούσε το memoir φρίκης του Δημήτρη Κουφοντίνα. Συμπύκνωσε όμως μια βασική αρχή που ισχύει για όλους τους σοβαρούς εκδοτικούς οίκους. Κανένας εκδότης δεν εκδίδει βιβλία που δεν πιστεύει προς χάριν και μόνο της «ελευθερίας του λόγου». Δεν θέλουμε να ισχυριστούμε ότι οι εκδόσεις Λιβάνη –που γεννήθηκαν μέσα από τον αγώνα του Αντώνη Λιβάνη κατά της δικτατορίας και ανδρώθηκαν επί Ανδρέα Παπανδρέου –«πιστεύουν πολύ» ότι το αιματοβαμμένο μανιφέστο είναι ένα «κομμάτι της Ιστορίας» με το οποίο άξιζε να ταυτιστούν. Προφανώς εξέδωσαν το βιβλίο γιατί, παρά τις κοινωνικές σχέσεις της οικογένειας Λιβάνη με παρ’ ολίγον θύματα και οικογένειες θυμάτων της «17 Νοέμβρη», εκτίμησαν ότι θα εξασφάλιζαν μια εκδοτική επιτυχία. Κατά συνέπεια, πολλοί λένε πως μπροστά στο κέρδος δεν δίστασαν να παραμερίσουν θεμελιώδεις ηθικές αρχές που σαφώς τους χαρακτήριζαν τα τελευταία 40 χρόνια.
Παράλληλα, ο γνωστός τρομοκράτης δεν επέλεξε κάποιον «εναλλακτικό» οίκο για να εκδώσει τα «επαναστατικά» απομνημονεύματά του, ούτε τα δημοσίευσε δωρεάν στο Internet, αλλά προσέγγισε έναν μεγάλο εκδοτικό οίκο, που μάλιστα την εποχή της ευμάρειας πρωταγωνίστησε ακόμα και στο Χρηματιστήριο. Προφανώς το έκανε γιατί προσδοκά οικονομικά οφέλη, που μπορεί να περιλαμβάνουν προκαταβολές και ποσοστά.
Κατά συνέπεια, δεν είναι λίγοι όσοι πιστεύουν πως με την πράξη της έκδοσης αποκαλύφθηκε η ένδεια αξιών τόσο των εκδόσεων όσο και του συγγραφέα αφού εγκλωβίστηκαν σε μια ανήθικη σύμπραξη με μοναδικό στόχο το κέρδος. Οι εκδόσεις Λιβάνη ταυτίστηκαν με τα κατάπτυστα απομνημονεύματα ενός serial killer με βαρύτατη συναισθηματική αναπηρία και προκλητική ελαφρότητα πολιτικής σκέψης και ο «εθνικός τρομοκράτης» υπέκυψε σε αυτό που υποτίθεται ότι πολέμησε, δηλαδή τα «φράγκα» και την αναγνώριση από τη Λούμπεν Μεγαλο-Αστική Τάξη (ΛΜΑΤ).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ