Μετά το «κούρεμα» των καταθέσεων στην Κύπρο, ο ασκός του Αιόλου στην Ευρώπη άνοιξε για τα καλά. Ακόμη και στη Γερμανία, που συνεχίζει να αποτελεί καταφύγιο για τις καταθέσεις του Νότου, σε πρόσφατη έρευνα αποκαλύφθηκε ότι το 70% του πληθυσμού ανησυχεί για τις καταθέσεις του. Αποτέλεσμα είναι η μαζική φυγή κεφαλαίων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η τοποθέτηση σε κρατικά και άλλα χρεόγραφα θεωρείται ασφαλής.
Δυστυχώς η κατάσταση στα τραπεζικά συστήματα της Ευρώπης πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης δεν έχει βελτιωθεί. Αντίθετα μάλιστα. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες της Pricewaterhouse και της Ernst & Young, περίπου 1 τρισ. ευρώ σε τραπεζικά δάνεια σταμάτησαν να εξυπηρετούνται, ενώ άλλα 1,5 τρισ. ευρώ απαιτήσεις, με άλλα όμως χαρακτηριστικά, είναι προβληματικά, αφού δεν ανήκουν στον στενό πυρήνα των εργασιών μιας τράπεζας.
Στον βαθμό που οι ίδιες οι τράπεζες δεν καταφέρουν να διαχωρίσουν τα νεκρά αυτά περιουσιακά στοιχεία και να τα εναποθέσουν στα λεγόμενα τραπεζικά νεκροταφεία (Bad Banks), το φάντασμα της χρεοκοπίας θα απειλεί πολλές από τις σημερινές τράπεζες. Οι αποφάσεις που ελήφθησαν για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα δυστυχώς αφορούν τα συμπτώματα και όχι τις αιτίες που γεννούν το πρόβλημα. Αυτό που ενδιέφερε τους ευρωπαίους ηγέτες ήταν πώς θα μοιρασθεί η ζημιά από μια ενδεχόμενη χρεοκοπία και όχι η δημιουργία προϋποθέσεων ώστε η τράπεζα να μη φθάσει στη χρεοκοπία.
Θα πληρώνουν λοιπόν πρώτα οι μέτοχοι, μετά οι δανειστές κάτοχοι τίτλων της τράπεζας, κατόπιν οι καταθέτες άνω των 100.000 ευρώ, μετά το εθνικό ταμείο εγγύησης και στο τέλος το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Οι καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ συμμετέχουν μόνο έμμεσα, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι το ταμείο εγγύησης, που θα ανέρχεται στο 8% των καταθέσεων σε κάθε χώρα, θα σχηματιστεί με τη συμμετοχή των εγγυημένων καταθέσεων.
Υπάρχει συνεπώς πρόβλημα και για τους μικροκαταθέτες, οι οποίοι δεν μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι όσο γνωρίζουν ότι η βόμβα που λέγεται παράγωγα και τοξικά προϊόντα μπορεί να εκραγεί ανά πάσα στιγμή και να παρασύρει τις οικονομίες τους. Οσο υπάρχουν τράπεζες που, μακριά από τη βασική τους αποστολή, τοποθετούνται και διαχειρίζονται προϊόντα των οποίων η τοξικότητα είναι στο κοινό άγνωστη, θα είναι υποψήφιες για χρεοκοπία.
Η ΕΕ λοιπόν δεν έπρεπε να ρυθμίσει την αγορά με τέτοιον τρόπο ώστε να εξαλειφθούν οι αιτίες που οδηγούν κάποιες τράπεζες σε χρεοκοπία. Αυτό που χρειάζεται το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι μια γενναία μεταρρύθμιση, που να στοχεύει σε τρεις άξονες:
1. Στον διαχωρισμό εμπορικών και επενδυτικών τραπεζών. Ετσι απομονώνονται οι κίνδυνοι στις επενδυτικές τράπεζες, που μπορούν να αφεθούν να χρεοκοπήσουν, αφού δεν χρησιμοποιούν κεφάλαια καταθετών αλλά επενδυτών που αναλαμβάνουν μεγαλύτερους κινδύνους, αφού αναμένουν και υψηλότερες αποδόσεις.
2. Στην ενίσχυση της εποπτείας των νομισματικών αρχών, κυρίως από την πλευρά της ΕΚΤ. Είναι φανερό ότι ο κάθε καταθέτης δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει τη φερεγγυότητα μιας τράπεζας.
3. Στη δημιουργία ενός ταμείου στήριξης των εμπορικών τραπεζών με εισφορές των τραπεζών-μελών για την περίπτωση που ακόμη και μια εμπορική τράπεζα αντιμετωπίζει δυσκολίες.

Ο κ. Χαράλαμπος Γκότσης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ