Το πρώτο άρθρο που βρίσκουμε στο προοίμιο της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και προσδιορίζει την κοινοτική αλληλεγγύη ως συστατικό στοιχείο της σχέσης του θεσμικού εγχειρήματος με τα κράτη-μέλη, έχει πάει περίπατο.
Η πρόταση για την φορολόγησης των καταθέσεων στις Κυπριακές τράπεζες με μια οριζόντια λογική (από 0 έως 100.000 είναι μια πρόταση που μοιάζει να μην έχει καμία επεξεργασία) αποτυπώνει και στον πλέον φανατικό εκπρόσωπο των Βρυξελλών, πως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει ολοκληρωμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Η απόρριψη του συγκεκριμένου σχεδίου από την Κυπριακή Βουλή είναι μία ιστορία με ευρύτερες οικονομικές και κυρίως γεωπολιτικές παραμέτρους, που θα χρειαστεί να περάσει διάστημα προκειμένου να αξιολογηθεί. Αυτό όμως που αξιολογείτε μέρα με τη μέρα είναι πως η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει πράξη την περίφημη φράση του Ντε Γκωλ «να κυβερνάς σημαίνει να διαλέγεις συνέχεια μεταξύ των κακών λύσεων».

Πώς νοηματοδοτούνται αυτές οι κακές λύσεις σε επίπεδο οικονομικό και πολιτικό: Η απουσία αλληλεγγύης επιτείνει αφενός το έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ε.Ε. αφετέρου δημιουργεί έντονα φοβικά σύνδρομα ανάμεσα σε αυτήν και τους λαούς της Ευρώπης. Κάτι που αναμένεται να αποτυπωθεί στις επερχόμενες ευρωεκλογές είτε με την αύξηση της αποχής (που θα οξύνει το έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης) είτε με την υπερψήφιση ακραίων και αντι-ευρωπαϊκών δυνάμεων.

Σε κάθε περίπτωση ο ρόλος του τιμωρού που έχει επιλέξει να διαδραματίσει η ΕΕ, επιβάλλοντας στα κράτη-μέλη ποινές, μετατρέπει το όραμα για «περισσότερη Ευρώπη» σε όνειρο θερινής νυκτός, ενώ η ίδια δεν είναι, όσο και αν πασχίζει να φανεί, άμοιρη ευθυνών για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα μέλη της.

Η θέση της στο διεθνές σύστημα παρακμάζει και με την στάση της αναδεικνύει ως «εν δυνάμει» σωτήρες άλλους πόλους όπως τη Ρωσία. Η ηχηρή σιωπή των οργάνων της –από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέχρι της Επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου- δείχνει παράλληλα την ανυπαρξία ενός απλού πλάνου για την διαχείριση των κρίσεων: ένα ολοκληρωμένο πολιτικό σχέδιο για την αντιμετώπιση των εγγενών αδυναμιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με προσαρμογές στις ιδιαίτερες και ξεχωριστές ανάγκες που επικρατούν σε κάθε κράτος-μέλος.

Κάτι τέτοιο συνιστά τη βάση μετάβασης από τη σημερινή Ν. Ε. στην Ο.Ν.Ε.. Δηλαδή της μετάβασης από την ατελή και όπως αποδείχθηκε προβληματική Νομισματική Ένωση στην πλήρη Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Της μετάβαση προς ένα ρεαλιστικό μοντέλο διαχείρισης της οικονομικής καθημερινότητας των ευρωπαίων πολιτών. Τη μετάβαση προς μία πραγματική οικονομική διακυβέρνηση.

Ωστόσο, η φορολόγηση των καταθέσεων, ακόμα και αν είχε ως στόχο να χτυπήσει το μαύρο ρωσικό χρήμα, όπως γράφτηκε από πολλούς, το μόνο που θα καταφέρει θα είναι να επιταχύνει τον επαναπατρισμό ρωσικών κεφαλαίων στη Μόσχα.
{{{ moto }}}
Όσο παραμένουν ανυπέρβλητες αυτές οι παθογένειες και διατηρείται στο ακέραιο μία θεσμική διάρθρωση δύο και τριών ταχυτήτων τόσο θα παραμένει στο προσκήνιο το εξής ερώτημα: Μπορεί η Ευρώπη να δώσει λύσεις στα προβλήματα των ευρωπαίων πολιτών;. Και εάν δεν μπορεί, γιατί χρειάζεται να υπάρχει; Μήπως τα κράτη – μέλη θα μπορούσαν καλύτερα και αποτελεσματικότερα να διασφαλίσουν, το καθένα μόνο του, τα συμφέροντά τους και των λαών τους;

Η Ευρώπη της ύφεσης, της ανεργίας, της σκληρής λιτότητας, της ελλειμματικής αλληλεγγύης και της ανάδυσης ακραίων λαϊκιστικών, μισαλλόδοξων πολιτικών δυνάμεων που παραπέμπουν στις πιο σκοτεινές σελίδες της πρόσφατης πολιτικής της ιστορίας, δεν είναι η Ευρώπη που εμείς πιστεύουμε και θέλουμε να δούμε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να χαράξει μια νέα πορεία αφού όμως θα έχει πρώτα αναγνωρίσει τις αδυναμίες, τις ελλείψεις και τα λάθη της. Για να διορθώσει ό,τι την έφερε έως εδώ. ‘Ο,τι την έσπρωξε στη σημερινή, εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση που αντιμετωπίζουν πολλοί λαοί της, αλλά και αυτή η ίδια ως ένωση δημοκρατιών και κοινότητα αρχών και αξιών.

Μόνο έτσι θα ξεκινήσει τη διαδικασία για την ανάκτηση της αξιοπιστίας της προς τους ευρωπαίους πολίτες αλλά και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης μεταξύ των ίδιων των κρατών-μελών.

Απομένει να διαπιστώσουμε εάν θα κάνουν εκεί στις Βρυξέλλες πράξη την περίφημη ρήση του πρωτεργάτη της Ένωσης Jean Monnet: «Δεν είμαι αισιόδοξος. Αποφασισμένος είμαι…».