Η συζήτηση για τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων είναι «αυθαίρετη και αβάσιμη». Το δήλωσε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Αντώνης Μανιτάκης. Διευκρίνισε μάλιστα ότι είναι αυθαίρετη και αβάσιμη όσον αφορά μειώσεις ή απολύσεις, τους 150.000 ή τους 15.000 ή την εφεδρεία.

Θα απαντήσουμε με όλο το σεβασμό καθώς ο κ. Μανιτάκης δεν συγκαταλέγεται στα συνήθη τσόκαρα της πολιτικής. Η συζήτηση για τις απολύσεις είναι καισυμβατή και βάσιμη. Τις απολύσεις τις επιδιώκουν οι δανειστές: εκείνοι είχαν την ιδέα, εκείνοι καθόρισαν τον αριθμό και το χρονικό περιθώριο. Υποτίθεται μάλιστα ότι οι πρώτες απολύσεις θα είχαν γίνει ως το Πάσχα.

Ένα μικρό χρονικό για να μην ξεχνιόμαστε. Το χειμώνα η κυβέρνηση συμφωνούσε με την αραίωση δημοσίων υπαλλήλων ώστε να μειωθεί το μισθολογικό κόστος. Ελεγαν λοιπόν τότε ότι θα φύγει κόσμος και κοσμάκης από καταργήσεις ζημιογόνων οργανισμών. Ελεγαν ότι οι υπάλληλοι οργανισμών δεν μπορούν να μεταταχθούν στον στενό δημόσιο τομέα και άφηναν να διαρρεύσει ότι οι πρώτοι θα προέρχονται από την αμυντική βιομηχανία.

Αυτά έχουν συζητηθεί επισήμως, δεν τα φανταστήκαμε. Κατόπιν καταπιάστηκαν με τους 50.000 υπαλλήλους αορίστου χρόνου. Έλεγαν ότι η κατάργηση των θέσεών τους μπορεί να γίνει χωρίς συνταγματικά κολλήματα. Ελεγαν επίσης ότι στους δήμους περισσεύουν 10.000 υπάλληλοι που αν αρνηθούν τη μετακίνησή τους, θα απολυθούν. Κι επειδή όλα αυτά είναι καισυμβατά και βάσιμα, είχαν υπολογίσει το οικονομικό αποτέλεσμα: 440 εκατ. ευρώ.

Ποιοι και γιατί τα έλεγαν αυτά. Τα έλεγαν οι τότε υπουργοί επειδή αυτά προέβλεπε το πρώτο Μνημόνιο. Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης ήταν ο κ. Δημήτρης Ρέππας: εκείνος είχε αναλάβει την απομάκρυνση υπαλλήλων και μάλιστα πρότεινε την αξιολόγησή τους με εξετάσεις και συνέντευξη (για να μην υπάρξουν «οριζόντιες απολύσεις» ή όπως αλλιώς χαρακτήριζε τη εφεδρεία). Ο ίδιος άνθρωπος, αυτός που τα κανόνιζε όλα, έκανε την ίδια εποχή,την εξής δήλωση: «δεν υπάρχει θέμα απολύσεων στην ατζέντα μας και την ατζέντα τη διαμορφώνει αυτή η κυβέρνηση και ο υπουργός».

Στις ίδιες συζητήσεις περί απολύσεων στην αρχή του χρόνου συμμετείχε ο τότε υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος. Δεν άρθρωσε καμία αντίρρηση. Δεν είπε κάτι για τους 15.000 υπαλλήλους που θα έχαναν τη δουλειά τους τις επόμενες 90 μέρες. Εγιναν όμως εκλογές και ξέχασαν καθένας τους τι είχε συμφωνήσει με τους δανειστές. Ετσι πριν λίγες μέρες ο κ. Βενιζέλος στο συνέδριο του Economist είπε ότι οι απολύσεις είναι βάρβαρες και απαιτούνται «για λόγους συμβολισμού». Μιλούσε για απολύσεις που ο ίδιος είχε εγκρίνει.

Επί της ουσίας διαφωνούμε με τις απολύσεις. Καλά κάνει και λέει ο κ. Μανιτάκης ότι θα κάνει οικονομία στο λειτουργικό κόστος χωρίς να διώξει ανθρώπους. Αρκεί να το πει και σε αυτούς που πρέπει να το ακούσουν, στους δανειστές δηλαδή. Να το πει με την ίδια απλότητα και αποφασιστικότητα με την οποία απευθύνεται στους έλληνες πολίτες. Τα ερωτήματα είναι απλά.Πόσο θα αυξηθεί η ανεργία αν χάσουν τις δουλειές τους 150.000 άνθρωποι και τι σημαίνει αυτό σε επιδόματα; Πόσο θα επηρεάσουν τα νέα δεδομένα την ύφεση; Γιατί κακά τα ψέματα, τα 440 εκατ. των μισθών είναι χρήματα που θα αποσυρθούν από την αγορά. Θα συνεχιστεί ο φαύλος κύκλος, θα κλείσουν τα κομμωτήρια, οι ταβέρνες, τα ωδεία, τα γυμναστήρια, θα βγουν κι άλλοι στην ανεργία και πάει λέγοντας.

Δαπάνες μπορούν να περικοπούν, όχι μόνο από τα προφανή (να σταματήσουμε να πληρώνουμε υποβρύχια που δεν παραλαμβάνουμε). Μπορούν να περικοπούν από τα ίδια τα υπουργεία που καλούνται να σώσουν τους εργαζόμενούς τους. Υπάρχει οικονομία στην ενέργεια, στα ενοίκια, στα αναλώσιμα, στις ψεύτικες υπερωρίες. Η πρώτη απόφαση ελήφθη, δεν θα αμείβονται οι υπάλληλοι που μετέχουν σε επιτροπές στο ωράριό τους καθώς θεωρείται κομμάτι της δουλειάς. Το σημαντικότερο όμως είναι να υπάρχει για κάθε υπάλληλο αντικείμενο. Αν κατηγορούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι ότι «κάααθονται» είναι επειδή για πολλούς δεν έχει αποφασιστεί τι θα προσφέρουν, τι πρέπει να έχουν ολοκληρώσει στο τέλος της ημέρας. Είναι μια καλή ευκαιρία να ξανασχεδιαστούν οι υπηρεσίες κάθε υπουργείου, να καθοριστούν αρμοδιότητες, να καταγραφούν οι ανάγκες, να γίνουν μετατάξεις, να συζητηθεί το προνόμιο της μονιμότητας. Ίδωμεν.