Είναι λοιπόν ντροπή το ΔΝΤ; Ναι, είναι. Η οποιαδήποτε επιβολή, καταργώντας την ατομική αυτοβουλία, προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό. Ως εκ τούτου, η ντροπή για όσα γίνονται και κατ’ επέκταση η αγανάκτηση εναντίον ενός ανίκανου πολιτικού προσωπικού, η οποία μας βγάζει στις πλατείες, είναι απολύτως δικαιολογημένη.

Όμως το οδυνηρό αυτό αίσθημα έχει νόημα μόνο όταν συνδέεται και με τον εαυτό μας· όταν η συντριβή μάς οδηγεί να διερωτηθούμε, ο καθένας χωριστά, για το δικό του μερίδιο ευθύνης. Ποιες επιλογές του αποδείχτηκαν μοιραίες : από το μαύρο χρήμα και τις ολέθριες καταλήψεις μέχρι τον οικειοθελή εκμαυλισμό με στόχο το διορισμό σε ΚΤΕΟ και Λιμενικά, σε Νοσοκομεία και Αστυνομίες κι ένα σωρό βολέματα στου βοδιού το κέρατο· κατά πόσο συμβάλαμε στον εξανδραποδισμό του κράτους—με σημαιοφόρους τους πολιτικούς ταγούς—εκλέγοντας σκοπίμως όμως τους χειρότερους από δαύτους σαν «καταλληλότερους». Ο καθένας ξέρει πότε και ποιο προσωπικό συμφέρον του προώθησε σε βάρος τού συλλογικού. Κι αν αρνείται τώρα να το παραδεχτεί ή το κρύβει ακόμα κι απ’ τον εαυτό του, δεν μας σώζει τίποτα.

Γιατί, τότε μόνο μπορεί κανείς να περιμένει βαθιές τομές και αλλαγές, όταν η ντροπή αποτελεί αφορμή αυτοσυνειδησίας. Αλλιώς, καταλήγει σ’ έναν φτηνό ηθικισμό, επιπόλαιο και αδιέξοδα ενοχικό. Αν ο θυμός δεν συντελεί στην αναθεώρηση της σχέσης με τον εαυτό και με τους άλλους, αν δεν σχετίζεται με την προσωπική πορεία και τις πρακτικές που μας οδήγησαν ίσαμε εδώ, δεν έχει νόημα η οργή. Καμιά ντροπή δεν έχει αξία αν δεν γίνεται εφαλτήριο για μια νέα υπαρξιακή ματιά. Ενδεχομένως να οδηγεί σε ανακατατάξεις – όλα υποχωρούν μπροστά στη αγανάκτηση τού όχλου— αλλά χωρίς συνείδηση για το «πώς» και το «γιατί», η ντροπή είναι στην ουσία στείρα κι ατελέσφορη: απλώς περιμένουμε να ξεπεράσουμε τον κάβο, για να επιδοθούμε εξαρχής στο γνωστό μας σπορ.

Περισσότερο επιμηθείς σαν λαός και θυμικοί παρά νηφάλιοι και προμηθείς, αντιδρούμε με το αποτέλεσμα, ποτέ με τα αίτια και τη ρίζα τού κακού. Αντίθετα, άνθρωποι ορθολογιστές και ψύχραιμοι (όπως και λαοί) αναζητούν τις αιτίες που τους φέρνουν ως εδώ, ψάχνουν να βρουν πού στράβωσε ο δρόμος, κι αποδέχονται τ’ αποτελέσματα των ενεργειών τους. Η πείρα τους είναι το κέρδος τους. Ούτε ντροπές, ούτε αισθηματολογίες και ολοφυρμούς.

Αυτό είναι η ωριμότητα και η ‘αντρίκια’ στάση συμπεριφοράς που την ξέρουμε και σαν ανάληψη προσωπικής ευθύνης — όσο αναλογεί του καθενός μας, τόσο μόνο · όμως στην πράξη, κι όχι σαν το ανέξοδο και παραγραμμένο mea culpa των πολιτικών.

Αυτήν τη σημασία πρέπει, θαρρώ, να δώσουμε στην «αρετή» και την «τόλμη» που λέει ο Κάλβος ότι χρειάζεται η Ελευθερία. Έτσι διαφοροποιείται, άλλωστε, η δημιουργική από την άγονη ντροπή. Κι αυτή η σκέψη πρέπει να διέπει, κατά την ταπεινή μου γνώμη, τους Αγανακτισμένους και τον ξεσηκωμό τους στις πλατείες. Ούτε ο τσαμπουκάς τού «δεν χρωστάμε τίποτα» ούτε ο τραμπουκισμός τού «δεν πληρώνουμε κανέναν» — σύμφυτα και τα δυο με το ιδεολόγημα περί δήθεν αδούλωτου φρονήματος του Έλληνα. Αποποιούμενοι κάθε μερίδιο ευθύνης, σημαίνει πως η αγανάκτηση και η ντροπή δεν είναι αποτέλεσμα συνειδητοποιημένης γνώσης· οφείλεται στο απροσδόκητο ξεβόλεμα, στο ξαφνικό ξεμπρόστιασμα και ότι γρήγορα θα επανέλθουμε στα ίδια.

Ο Κώστας Λογαράς είναι συγγραφέας