Η ψήφος της Κυριακής προσδιορίστηκε ασφαλώς από την αγανάκτηση για το κάκιστο δείγμα γραφής της κυβέρνησης· και του κ. Κ. Καραμανλή προσωπικά. Ηταν σαν μια απόρριψη με χρονοκαθυστέρηση: ακριβώς επειδή η ανανεωμένη εντολή του 2007 είχε δοθεί με επιφυλάξεις, το μετά διετίας ράπισμα ήρθε απροσδόκητα βαρύ. Σαν να προσπάθησαν οι ψηφοφόροι να «εξιλεωθούν» αναδρομικά. Το εύρος της νίκης του ΠαΣοΚ προδίδει βεβαίως και ψήφο προσδοκιών προς τον κ. Γ. Παπανδρέου. Το ναδίρ της ΝΔ δείχνει όμως ότι η ετυμηγορία εμποτίστηκε κυρίως από τη διάθεση της απόρριψης.

Αλλά όχι μόνο. Στο σημείωμα του Σαββάτου λέγαμε ότι το βασικότατο ζητούμενο των εκλογών είναι η διακυβέρνηση της χώρας. Οταν ο πολίτης βλέπει πως οι συνεργασίες είναι αδύνατες ή προσχηματικές λυκοφιλίες, τείνει να προτιμά την αυτοδυναμία κάποιου κόμματος, ακόμη κι αν δεν είναι η παράταξη της «ψυχής» του, ακόμη κι αν η πλειοψηφία σε έδρες επιτυγχάνεται με νόθευση της αναλογικής αντιπροσώπευσης του πληθυσμού.

Το αποτέλεσμα των εκλογών έχει και αυτή τη διάσταση. Την επιβεβαιώνουν και οι εκ των υστέρων δημοσιοποιηθείσες μετρήσεις των δημοσκόπων, που διαπίστωσαν ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι ήθελαν να αναδειχθεί από τις κάλπες σταθερή κυβέρνηση.

Αυτή την- αυτονόητη- διάσταση πρέπει να τη «διαβάσει» και να την αναγνωρίσει κάποτε η παραδοσιακή Αριστερά. Μέχρι στιγμής, τα κόμματα που τοποθετούνται σε αυτήν ή αρνούνται «εξ ορισμού» τη συνεργασία ή θέτουν προϋποθέσεις που την αποκλείουν εκ των πραγμάτων.

Από τη μια προβάλλεται η θέση ότι οι δύο μεγάλοι ίδιοι είναι (ας το πουν σε όσους πληρώνουν ΕΤΑΚ, επειδή κάποιοι άλλοι δεν πληρώνουν πλέον ΦΜΑΠ), από την άλλη υιοθετούνται ως απαράβατοι όροι στοχεύσεις απραγματοποίητες, όπως η έξοδος από την ΕΕ.

Κανένας δεν υποτιμά την πίεση που αισθάνεται η Αριστερά από το ΠαΣοΚ, που απειλεί να τη σύρει σε γραμμές τις οποίες η ίδια δεν ασπάζεται και να αφαιμάξει το εκλογικό της δυναμικό. Στις εκλογές όμως δεν παύουμε να ψηφίζουμε και κυβέρνηση, όχι μόνο οργανωτές διαδηλώσεων. Παράμετρος της ψήφου μας είναι ποιος θα ανέβει- ή και ποιος θα παραμείνει, επειδή εμείς κάνουμε διά της ψήφου μας επαναστατική γυμναστική επί χάρτου. Το «Καλώς τα παιδιά» του κ. Αλαβάνου ήταν για κάποιους «μαγκιά». Για κάποιους άλλους ήταν μικρομεγαλισμός- και για τους περισσότερους σήμα ότι έπρεπε να στραφούν στα «παιδιά» αν ήθελαν να φύγει η κυβέρνηση της τελευταίας πενταετίας. Αν η Αριστερά θέλει πραγματικά να συμμετάσχει στην άσκηση της εξουσίας, αλλά και να απεμπλέξει τους φίλους της από τη λογική τής χαμένης ψήφου, πρέπει να αναμετρηθεί με αυτή την πραγματικότητα των εκλογών. Διαφορετικά, όποτε η αγανάκτηση διογκώνεται και ο κόσμος θέλει να διώξει την κυβέρνηση, θα προσφεύγει όχι στους κήρυκες της επανάστασης, αλλά στο κόμμα που διεκδικεί την αυτοδυναμία. Οπως την περασμένη Κυριακή.