Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην πρόοδο και στη συντήρηση καταργήθηκαν με την αυτοαναγόρευση της ΝΔ σε προοδευτική και κεντρώα δύναμη. Δεν έχει σημασία που η Αμερική ζει με τους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικανούς, η Αγγλία με τους Εργατικούς και τους Τόρρηδες, η Γερμανία με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Χριστιανοδημοκράτες, ακόμη και η Ευρώπη με τους Σοσιαλιστές και τους Λαϊκούς. Δεν έχει σημασία που όλα τα κόμματα στις ανεπτυγμένες δημοκρατίες διαθέτουν προτάσεις, προγράμματα, πολιτικές σε διαφορετικές προοδευτικές ή συντηρητικές κατευθύνσεις σε ευθεία αντιστοιχία με την ιστορική τους διαδρομή, την ιδεολογική τους οριοθέτηση, την κοινωνική τους αναφορά. H Ελλάδα είναι ίσως η μόνη χώρα στον κόσμο που δεν θα έχει από ‘δώ και πέρα συντηρητική παράταξη.


Ο πρεσβύτερος Καραμανλής κατηγορήθηκε για «σοσιαλμανία» στην πρώτη φάση της μεταπολίτευσης και ο νεότερος επιχειρεί να εμφανιστεί ακραιφνής «σοσιαλδημοκράτης» στην αρχή της νέας εποχής. «Ευημερία για όλους», «ανάπτυξη παντού», «κοινωνικό κράτος», «ισχυρός πολίτης», «δίκαιη κοινωνία», «αξιοκρατία», «επανίδρυση του κράτους», «προοδευτική διακυβέρνηση», «πλήρης απασχόληση», «δίκαιο μέλλον», σεμνά και ταπεινά περνούν στο λεξιλόγιο της ΝΔ. Ως και ο συμπαθής Βύρων Πολύδωρας ομνύει στο όνομα του «κοινωνικού κράτους», επιμένοντας παράλληλα να αποκαταστήσει τα «δικά μας παιδιά», χωρίς να μπει στον κόπο να εξηγήσει πώς συνδέονται δύο εν δυνάμει αντιφατικά πράγματα.


E γκαταλείποντας τον «ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό» του ιδρυτή της, αποκηρύσσοντας μετά βδελυγμίας τον «οικονομικό νεοφιλελευθερισμό» του K. Μητσοτάκη, προσπερνώντας ακόμη και τη «λαϊκή Δεξιά» του M. Εβερτ, ο σημερινός Πρωθυπουργός επιχειρεί να απεκδυθεί η παράταξή του τον δεξιό μανδύα, χωρίς να χάσει βεβαίως τους δεξιούς της ψηφοφόρους, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία αυτοτοποθετούνται σε όλες τις μετρήσεις στον ακραιφνώς συντηρητικό χώρο. Με το νέο ιδεολόγημα του «κοινωνικού Κέντρου» υπερίπταται των πραγματικών αντιθέσεων, με τον εμφανή στόχο να επεκταθεί και να εγκατασταθεί κυριολεκτικά σ’ έναν χώρο, στην προσπάθεια να διασφαλίσει τη λαϊκή πλειοψηφία για σημαντικό χρονικό ορίζοντα. Επιχειρεί έτσι να προσδώσει στη νέα Δεξιά άρωμα Κέντρου και προοδευτικότητας, αντιγράφοντας απλώς αυτολεξεί ιδέες και κείμενα του ΠαΣοΚ, από διαφορετικές μάλιστα εποχές του.


Θα ήταν όντως πολύ ωραία να ήταν όλα τόσο απλά και απλώς επικοινωνιακά…


Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι ιδεολογικές αναζητήσεις και οριοθετήσεις στον χώρο της ελληνικής Δεξιάς είχαν και έχουν πάντα έναν επιφανειακό και ατελή χαρακτήρα. Και αυτό γιατί επιστρατεύονται κάθε φορά για να καλύψουν την απόσταση ανάμεσα σε μια βαθιά συντηρητική ως και αντιδραστική πρακτική, και το αναγκαίο προοδευτικό προσωπείο της.


Σ ε όλη τη μεταπολιτευτική διαδρομή ο χώρος του Κέντρου έθελγε τη ΝΔ. Το Κέντρο ωστόσο ως πολιτική παράταξη ιστορικά αποτέλεσε την καρδιά της φιλελεύθερης δημοκρατικής παράδοσης και υπήρξε πάντα ένα προοδευτικό κίνημα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων. H δε κοινωνική του αναφορά είχε βάση κυρίως τη μεσαία τάξη και τα μικροαστικά στρώματα, που διαμορφώνουν προοδευτική και δημοκρατική συνείδηση.


Οι σύγχρονοι θεωρητικοί – προφανώς αυτοί που το εισηγήθηκαν στη ΝΔ – του «κοινωνικού Κράτους» οι οποίοι έσπευσαν αυτό τον καιρό να μας διαφωτίσουν το υποβιβάζουν σε ένα ουδέτερο και ασπόνδυλο μόρφωμα. Το υποβαθμίζουν σε πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά. Το περιγράφουν με απολίτικο τρόπο περισσότερο ως επικοινωνιακό χώρο, αφαιρώντας του κάθε στοιχείο πολιτικής στάσης και επιλογής, κάθε ίχνος κοινωνικής συνείδησης. Είναι η σύγχρονη μεταφορά και μεταγραφή της παράταξης των «νοικοκυραίων». Ετσι η μεσαία τάξη μετατρέπεται σε «μεσαίο χώρο», η πολιτική ιδεολογία περιγράφεται με όρους «σεμνότητας και ταπεινότητας», η πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση υποτάσσεται στις ανάγκες του «νέου πολιτικού πολιτισμού».


Ετσι όμως εμφανίζεται μια αντεστραμμένη εικόνα. H ΝΔ υιοθετεί όλες ανεξαιρέτως τις μεταρρυθμίσεις που μόνο το ΠαΣοΚ τόλμησε ως προοδευτική δύναμη να κάνει μεταπολιτευτικά και τις όποιες λυσσαλέα είχε πολεμήσει. Επαγγέλλεται προεκλογικά με τρόπο βαρύγδουπο ανατροπές τις οποίες κηρύσσει μετεκλογικά ανεκτέλεστες. Εκμεταλλευόμενη την ιδεολογική αφυδάτωση, τη μεταρρυθμιστική ατολμία και την ύστερη διαχειριστική λογική που κυριάρχησε στον χώρο του κέρδισε εκτός έδρας στο δικό του γήπεδο των αξιών. Σήμερα θέλει να αγοράσει και το γήπεδο. Δεν είναι ούτε τόσο απλό ούτε τόσο εύκολο.


Π ρόδηλο είναι ότι μεσοπρόθεσμα οι ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στη χώρα καθώς και η σημερινή προσπάθεια της ηγεσίας της ΝΔ θα κριθούν στην πράξη από δύο σημαντικές και αλληλένδετες παραμέτρους.


H πρώτη παράμετρος αφορά αυτή καθαυτήν την κυβερνητική πολιτική και τις απαντήσεις που θα δώσει με τις συγκεκριμένες επιλογές της στα πραγματικά προβλήματα της διακυβέρνησης. Απαντήσεις που θα προσδώσουν σχήμα, χρώμα και περιεχόμενο τόσο στο σημερινό άμορφο πολυσυλλεκτισμό της ΝΔ όσο και στις αξεπέραστες αντιφάσεις και τις εγγενείς αντινομίες που συνυπάρχουν στο εσωτερικό της. Αντιφάσεις και αντινομίες ανάμεσα στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων και στη ρητορική επίκληση του «μεσαίου χώρου». Ανάμεσα στην προσήλωση στην πλήρη απελευθέρωση της αγοράς και του χωρίς όρους και όρια ανταγωνισμού και στην αντιμετώπιση της ακρίβειας που καλπάζει. Ανάμεσα στην πλήρη απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και στην καταπολέμηση της ανεργίας. Ανάμεσα στη δραματική μείωση των φόρων και στην επαγγελία για γενναία αύξηση μισθών, εισοδημάτων και κοινωνικών δαπανών. Ανάμεσα στην ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών και δημοσίων αγαθών και στη ρητορική υπόσχεση για υγεία, ασφάλιση, απασχόληση σε όλους. Ανάμεσα στην παλινόρθωση του κράτους της Δεξιάς και στην πομφόλυγα της επανίδρυσης του κράτους. Ανάμεσα, τελικά, στον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό και στον αυταρχισμό της νέας Δεξιάς που ζήσαμε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και στον όψιμο λαϊκισμό και στον «φιλαθρωπισμό» της δήθεν λαϊκής και κοινωνικά ευαίσθητης Δεξιάς, που προσπαθεί να φιλοτεχνήσει ο K. Καραμανλής.


Ηδη τα συστατικά στοιχεία μιας βαθιάς συντηρητικής πολιτικής άρχισαν να διαφαίνονται έξω και πέρα από τις απόπειρες ρητορικής μετάλλαξης. Στην καρατόμηση, όχι μόνο των στελεχών της δημόσιας διοίκησης, αλλά κάθε έννοιας αξιοκρατίας σε αυτή. Στις μαζικές απολύσεις των συμβασιούχων. Στο ανεξέλεγκτο της αγοράς. Στην ανατίμηση των φαρμάκων ευρείας λαϊκής κατανάλωσης. Στην απελευθέρωση των διδάκτρων στα ιδιωτικά σχολεία. Στη νομιμοποίηση της αισχροκέρδειας του μεγάλου κεφαλαίου. Στην προαγγελία της δραματικής αύξησης της ανεργίας. Και έπονται τα ουσιώδη. H κατανομή του αναπτυξιακού πλεονάσματος, τα πραγματικά μεγέθη του προϋπολογισμού, η μετάθεση στις καλένδες των προεκλογικών εξαγγελιών και των μεγάλων θεσμικών αλλαγών, ο τρόπος διαχείρισης του μεταναστευτικού, η διαφαινόμενη ήδη απουσία οράματος και εθνικής στρατηγικής για τη χώρα.


Στη μέθη της νίκης ίσως να δικαιολογούνται οι ιδεολογικές ακροβασίες. Στα δύσκολα της πράξης και των συγκεκριμένων επιλογών που δοκιμάζονται οι προθέσεις μπορούν να γκρεμιστούν σαν χάρτινοι πύργοι. Ας μη ξεχνάμε ότι ως τώρα η μόνη νέα πραγματικότητα που ζουν οι Ελληνες στα πρώτα βήματα της πολιτικής αλλαγής είναι τα έργα του ΠαΣοΚ που παραδίδονται το ένα μετά το άλλο, και τα εγκαινιάζουν οι υπουργοί της ΝΔ.


H δεύτερη παράμετρος που θα καθορίσει τις επερχόμενες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις αφορά την ικανότητα του ΠαΣοΚ να αρθρώσει ακριβώς πάνω στις αξεπέραστες αντιφάσεις και τις συντηρητικές επιλογές της κυβέρνησης τον σύγχρονο αντιπολιτευτικό του λόγο και να οικοδομήσει στην πράξη μια πραγματική και ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση.


Μια πρόταση που πατά στέρεα στο έδαφος της νέας πραγματικότητας, που επαναφέρει τις πραγματικές οριοθετήσεις, διαφορές και αντιθέσεις, που γίνεται σημαία για το σύνολο των προοδευτικών δυνάμεων.


Το ΠαΣοΚ δεν μπορεί να διεκδικήσει την επάνοδό του στη διακυβέρνηση ούτε στο όνομα μιας επιστροφής στην εξουσία ούτε στο όνομα της πολιτικής εκδίκησης για τις ήττες του 2004. Με τη δύναμη της ιστορίας του, των ιδεών και της πολιτικής του, με τη δύναμη της εσωτερικής του ανασύνταξης και ανανέωσης οφείλει να ανοίξει έναν πραγματικά νέο δρόμο.


Σε αυτόν τον δρόμο δεν ταιριάζει η σπασμωδική άμυνα στην επίθεση του Καραμανλή και της ΝΔ να «καταλάβουν το Κέντρο» ούτε η θεωρητική περιπλάνηση στην αναζήτηση του ζωτικού χώρου στο Κέντρο, στην Αριστερά ή στην Κεντροαριστερά, λες και η πολιτική τοπογραφία κρίνει τα περιεχόμενα της προοδευτικής ή της συντηρητικής πολιτικής.


Πρέπει να επανακτήσουμε βήμα με βήμα την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία της προοδευτικής μας πρότασης, θέτοντας εξ αρχής τα ουσιαστικά πολιτικά διλήμματα που συνοδεύουν τη νέα εποχή. Ανατρέποντας ριζικά μία προς μία τις πρακτικές που αποδοκίμασε ο λαός. Διατυπώνοντας με σαφήνεια τις αλλαγές και τις ανατροπές στην ως τώρα πολιτική μας. Ανασκευάζοντας τις σχέσεις με τις κοινωνικές δυνάμεις που μπορούν σήμερα να προωθήσουν το νέο σχέδιο για την ευημερία. Αποδομώντας, ταυτόχρονα, τον νεοσυντηρητισμό που συνοδεύει τις επιλογές της νεοφιλελεύθερης ΝΔ και αποκαλύπτοντας τη δήθεν λαϊκή Δεξιά, που θέλει να εισχωρήσει στον κεντρώο και πολιτικά φιλελεύθερο χώρο, να αποδείξουμε εμπράκτως ποιος μπορεί να εγγυηθεί την εναρμόνιση της ελευθερίας με την κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή.


Το επικείμενο συνέδριο γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν μπορεί να απαγκιστρωθεί από τις εξελίξεις. Πρέπει να συνδεθεί με τη συγκυρία και τα γεγονότα της, καθώς είναι η πρώτη ευκαιρία να διατυπωθεί το ιδεολογικό και πολιτικό περίγραμμα της προοδευτικής πρότασης και το νέο της περιεχόμενο. Αυτό θα κρίνει εν πολλοίς και τα επόμενα βήματα.


Ο κ. Κώστας Σκανδαλίδης είναι βουλευτής A’ Αθηνών του ΠαΣοΚ και τέως υπουργός Εσωτερικών.