H εκλογή του κ. Γ. Παπανδρέου στην ηγεσία του ΠαΣοΚ και οι φιλελεύθερες προσεγγίσεις που θαρραλέα υιοθετεί σε πλείστα κοινωνικά προβλήματα ήταν αναμενόμενο να προκαλέσουν το ενδιαφέρον μας. Ετσι μεταξύ των κομματικά ανένταχτων φιλελευθέρων άρχισε μια έντονη συζήτηση για τη στάση μας κατά τις προσεχείς εκλογές. Στις εν λόγω συζητήσεις η θέση μου ήταν ότι, ενώ θα πρέπει να περιμένουμε τον κ. Γ. Παπανδρέου να μεταμορφώσει το ΠαΣοΚ σε ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, στην παρούσα συγκυρία προέχει να υποστηρίξουμε την εναλλαγή των κομμάτων στη διακυβέρνηση της χώρας. Προκειμένου λοιπόν να μην υπάρξει καμία αμφιβολία για τα λογικά θεμέλια της επιχειρηματολογίας μου, επιθυμώ να προσθέσω στις απόψεις που έχω ήδη διατυπώσει επί του θέματος και τα ακόλουθα.


Εστω ότι ο κεντρικός στόχος του κ. Γ. Παπανδρέου είναι να μεταμορφώσει το ΠαΣοΚ σε ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με το οποίο κανένας μας δεν θα είχε αντίρρηση να συνεργαστεί στη βάση κάποιας προγραμματικής συμφωνίας στην κατεύθυνση των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που προτείνει. Για την επιτυχία του εξυπακούεται ότι θα πρέπει να επιβάλει μεγάλες αλλαγές στο κόμμα του σε πρόσωπα, σε διαδικασίες και σε νοοτροπία. Τα φθαρμένα στελέχη από τη μακροχρόνια άσκηση της εξουσίας θα πρέπει να παροπλιστούν. H δύναμη στο κόμμα των συνδικαλιστών, κυρίως του δημόσιου τομέα, θα πρέπει να ψαλιδιστεί. Για τη στελέχωση των χιλιάδων θέσεων στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς θα πρέπει να βρεθούν κατάλληλα στελέχη κτλ., κτλ. Επειδή λοιπόν μιλάμε για εξαιρετικά δύσκολα πράγματα, οι φιλελεύθεροι οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά του οφείλουν να προβληματιστούν με το εξής ερώτημα: Οι πιθανότητες του κ. Γ. Παπανδρέου να επιτύχει τον προαναφερθέντα στόχο εξαρτώνται θετικά ή αρνητικά από το αποτέλεσμα των εκλογών; Προς απάντηση, ας υποθέσουμε ότι το ΠαΣοΚ κερδίζει τις εκλογές και ότι ο κ. Γ. Παπανδρέου καλείται να σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση. Οντας πρωθυπουργός θα πρέπει να επιδοθεί απερίσπαστος στη διακυβέρνηση της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα έχει ούτε τον χρόνο ούτε τη δυνατότητα να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του κόμματός του. Και τούτο για τρεις τουλάχιστον λόγους: πρώτον, γιατί θα διαπιστώσει αμέσως ότι η ανεύρεση ικανών στελεχών εμφορουμένων από τα πολιτικά του ιδεώδη είναι ανέφικτη, αφού το ΠαΣοΚ για χρόνια τώρα ανακυκλώνει τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα· δεύτερον, γιατί η χρησιμοποίηση στελεχών από τον φιλελεύθερο χώρο και τις επιχειρήσεις θα προκαλέσει μεγάλη αναταραχή στο ΠαΣοΚ και στην κυβέρνησή του· και, τρίτον, γιατί οι μηχανισμοί νομής της εξουσίας στη δημόσια διοίκηση, στις ΔΕΚΟ και στις δημόσιες προμήθειες αποκλείεται να δεχθούν την αποξένωσή τους χάριν κάποιου δυσδιάκριτου δημόσιου συμφέροντος. Κατόπιν τούτων, όπως ακριβώς συνέβη και κατά το παρελθόν με τον κ. K. Σημίτη, το πιο πιθανόν είναι ο νέος πρωθυπουργός να συμβιβαστεί με την ισχύουσα κατάσταση.


Εξ αντιδιαστολής συνεπώς προκύπτει ότι οι πιθανότητες του κ. Γ. Παπανδρέου να αλλάξει το ΠαΣοΚ εξαρτώνται αντίστροφα από το αποτέλεσμα των εκλογών για το κόμμα του. Σε τελευταία ανάλυση, ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους του ανοίγματός του προς τους φιλελευθέρους.


Ο κ. Γεώργιος K. Μπήτρος είναι καθηγητής και πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.