«Μισώ την ιδέα του διεθνούς ιμπεριαλισμού»





Ο Κουέντιν Σκίνερ είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας και επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας των Τεχνών και των Επιστημών. Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς στον κόσμο της πολιτικής σκέψης κατά την περίοδο της Αναγέννησης και της Μεταρρύθμισης. Το έργο του περιλαμβάνει σημαντικές μελέτες πάνω στον Χομπς και στον Μακιαβέλι καθώς και βιβλία-σταθμούς, όπως το Foundations of Modern Political Thought (Κέιμπριτζ, 1978). Στη χώρα μας ήρθε προσκεκλημένος του Τμήματος ΜΙΘΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Deree College και έδωσε στις αρχές αυτής της εβδομάδας δύο διαλέξεις. Η πρώτη είχε θέμα την «ιστορία του γέλιου» και η δεύτερη το «νόημα της πολιτικής ελευθερίας».




– Τι είναι ο ιστορικός της φιλοσοφίας, ιστορικός ή φιλόσοφος;


«Είναι και τα δύο. Πρέπει να απομακρυνθούμε από την ιδέα ότι μπορούμε να ορίσουμε έννοιες όπως «δικαιοσύνη», «ελευθερία», «ανθρώπινα δικαιώματα». Αυτό που μας αφορά είναι πώς οι έννοιες αυτές χρησιμοποιήθηκαν ανά τους αιώνες και ποιες μορφές θεωρητικής υπόστασης και πολιτικής εφαρμογής έλαβαν. Αυτό είναι που οδηγεί τον φιλόσοφο προς μία ιστορική κατεύθυνση. Προσπάθησα να το εξηγήσω εδώ στην Αθήνα λέγοντας «μη ρωτάτε τι ακριβώς σημαίνει μια έννοια, γιατί δεν θα λάβετε ποτέ μία απάντηση»».


– Εχετε δεχθεί δριμεία κριτική από τους οπαδούς του μεταμοντερνισμού.


«Εχω μάθει πολλά από τους κριτικούς μου και έχω ο ίδιος επηρεαστεί από τον μεταμοντερνισμό. Ο Φουκό είναι ένας από τους ήρωές μου και η άποψη του Ντεριντά ότι πολλά φιλοσοφικά επιχειρήματα δεν είναι παρά μεταφορές ή γλωσσικά παιχνίδια με συναρπάζει. Η μεγαλύτερή μας διαφωνία είναι στη μεθοδολογία: εμένα με ενδιαφέρει ο τρόπος χρήσης ενός κειμένου, η σχέση του με τα άλλα κείμενα της εποχής του και κυρίως η πρόθεση του συγγραφέα. Δεν μου φτάνει να πω ότι ο Λεβιάθαν είναι μια υπεράσπιση της απολυταρχίας, αλλά ότι «αυτά επιθυμούσε να περάσει ο Χομπς μέσα από το έργο του»».


– Εχει επηρεάσει η αρχαία ελληνική σκέψη το έργο σας πάνω στη δυτική πολιτική φιλοσοφία;


«Η αρχαία ελληνική παράδοση είναι το θεμέλιο των πάντων. Οι φιλόσοφοι της Αναγέννησης, τους οποίους εγώ μελετώ, ήταν, με τη σειρά τους, ένθερμοι μελετητές του Αριστοτέλη. Τα έργα του είχαν μεταφραστεί στα λατινικά από τον 13ο αιώνα και θεωρείτο ο κορυφαίος στοχαστής σε θέματα αρετής και πολιτεύματος. Ελπίζω να φάνηκε στην ομιλία μου περί ελευθερίας ότι βάση των φιλοσοφικών αναζητήσεων της εποχής υπήρξε η ρήση του Αριστοτέλη πως «μόνο μέσα σε μια δημοκρατία μπορείς να είσαι πραγματικά ελεύθερος»».


– Γράφετε πως ο Μακιαβέλι εμπνεύστηκε τον «Ηγεμόνα» μελετώντας αρχαία ελληνική ιστορία.


«Ναι, τα αρχαία κείμενα χρησιμοποιούνταν και για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Ο πρώτος μεταφραστής του Θουκυδίδη στα αγγλικά ήταν ο Χομπς, τον 17ο αιώνα, ο οποίος το έκανε ως προειδοποίηση για τις έριδες, τους εμφύλιους πολέμους, τις δημαγωγίες, όλα δηλαδή τα κακά της δημοκρατίας από τα οποία «κινδύνευε» η πατρίδα του».


– Η έννοια του κράτους απασχόλησε ανέκαθεν την πολιτική φιλοσοφία. Απειλούνται τα έθνη-κράτη από την παγκοσμιοποίηση;


«Αυτό που συμβαίνει είναι πως τα κράτη γίνονται όλο και πιο ανίσχυρα ερχόμενα αντιμέτωπα με την ελεύθερη διακίνηση του κεφαλαίου. Το εργατικό δυναμικό τους εξαρτάται από την ελεύθερη αγορά και, παραδόξως αλλά όχι τυχαία, καθίσταται όλο και λιγότερο ελεύθερο. Η άποψη ότι η παγκοσμιοποίηση θα σημάνει το τέλος του κράτους είναι παράλογη, από την άλλη όμως απειλείται άμεσα η δυνατότητα κρατικής μέριμνας για τον πολίτη».


– Δηλαδή πόσο ελεύθεροι είμαστε ως πολίτες της κοινωνίας που περιγράφετε;


«Είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια ολοένα αυξανόμενη σχέση εξάρτησης: εκλέγουμε τους αρχηγούς μας και μετά δεν μπορούμε να επέμβουμε στις ενέργειές τους ούτε να ασκήσουμε εύκολα κριτική. Οι κυβερνήσεις είναι ευάλωτες στους εκβιασμούς των πολυεθνικών εταιρειών και τα δικαιώματα των πολιτών σιγά σιγά μετασχηματίζονται σε προνόμια, τα οποία ανά πάσα στιγμή μπορεί να αναιρεθούν».


– Βλέπετε να συμβαίνει αυτό στη χώρα σας;


«Στη Βρετανία έχουμε αυτό που οι συγγραφείς του 18ου αιώνα αποκαλούσαν «τυραννία της εκτελεστικής εξουσίας». Ακόμη και αν εβδομήντα βουλευτές των Εργατικών καταψηφίσουν μια απόφαση της κυβέρνησής τους, δεν μπορούν να την αγγίξουν γιατί προστατεύεται απολύτως από την πλειοψηφία. Αναλογιστείτε ότι ο Μπλερ πρόσφερε την αμέριστη συμπαράστασή του προς τις αμερικανικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν χωρίς καν να συγκαλέσει το Κοινοβούλιο. Ο πρωθυπουργός έχει γίνει μια εντελώς προεδρική μορφή».


– Πώς νιώθετε για τις επιχειρήσεις αυτές;


«Νιώθω εξαιρετικά άβολα. Μισώ την ιδέα του διεθνούς ιμπεριαλισμού και με ανησυχεί το γεγονός ότι η αμερικανική πολιτική στο Αφγανιστάν ακόμη συνεχίζεται. Είμαι όμως υπέρ της άσκησης πιέσεων σε χώρες που παραβιάζουν κατάφωρα τις διεθνείς συμβάσεις. Θεωρώ εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι για πρώτη φορά στην ιστορία αμερικανός πρόεδρος απαίτησε από το Ισραήλ να αναγνωρίσει τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, οι οποίες καθιστούν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των Παλαιστινίων – στα όρια της γενοκτονίας κατά τη γνώμη μου – εντελώς παράνομες. Βέβαια ο Μπους απαιτεί και ο Σαρόν τον αγνοεί. Είμαι κατάπληκτος με την απόλυτη αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να δράσει αποφασιστικά».


– Συμφωνείτε με τη διδασκαλία των Κλασικών Σπουδών στη Βρετανία χωρίς να είναι υποχρεωτική η εκμάθηση των αρχαίων ελληνικών;


«Αυτή η εθνογραφική προσέγγιση των αρχαίων πολιτισμών με βρίσκει εντελώς σύμφωνο. Οι νέοι, απαλλαγμένοι από τον φετιχισμό της γλώσσας, επικεντρώνονται στο μοναδικό πολιτισμικό και πολιτειακό επίτευγμα των Ελλήνων. Η εκμάθηση της αρχαίας γλώσσας μπορεί να ατροφεί σήμερα στα σχολεία και στα πανεπιστήμια, αλλά η μελέτη της αρχαιότητας γνωρίζει μεγάλη αναγέννηση».


– Δεν μπορώ να μη σας ρωτήσω για τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Είναι άλλωστε μια εκκρεμότητα μεταξύ παρελθόντος και παρόντος.


«Δεν έχω ξεκάθαρη θέση: μπορώ να συμμεριστώ τον ισχυρισμό πως ο Ελγιν ασέλγησε πάνω στο μεγαλύτερης ιστορικής σημασίας κτίριο στον κόσμο, αλλά μπορώ και να δικαιολογήσω τη νομιμότητα της συναλλαγής του με τον σουλτάνο, εντάσσοντάς την στο πλαίσιο της εποχής. Η ιστορία των μεγάλων έργων τέχνης στην Ευρώπη είναι δυστυχώς η ιστορία της ημινόμιμης «οικειοποίησής» τους από πλούσιες χώρες. Αν επιστραφούν τα ιταλικά αριστουργήματα στην Ιταλία, θα αδειάσει το Λούβρο. Βέβαια, βλέποντας τον Παρθενώνα χθες, από κοντά για πρώτη φορά στη ζωή μου, αναθεώρησα κάπως την αμεροληψία μου και ένιωσα ότι ο Ελγιν έκανε μια πράξη ακραίου βανδαλισμού!».


– Κλείσατε τη μία ομιλία σας με τον στίχο του Τ.Σ. Ελιοτ «Η αρχή μου είναι το τέλος μου». Γυρνώντας στην αρχή λοιπόν, γιατί γίνατε ιστορικός της φιλοσοφίας;


«Αιτία υπήρξε το ενδιαφέρον μου για την πολιτική. Ποτέ δεν θέλησα να γίνω ο ιστορικός εκείνος που υποστηρίζει την έρευνα του παρελθόντος για χάρη του παρελθόντος. Πίστεψα, και πιστεύω, ότι η πολιτική φιλοσοφία και η ιστορία της μπορούν να χρησιμεύσουν στην ανάλυση της σύγχρονης πραγματικότητας. Αυτό προσπάθησα να μεταδώσω εδώ, στην Ελλάδα».