Ενα αίνιγμα περιμένει να απαντηθεί μετά την τοποθέτηση του Γεργκ Ασμουσεν στο συμβούλιο της ΕΚΤ: Θα συνεχίσει ο νυν αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας την πολιτική του Γιούργκεν Σταρκ ή μήπως η μετάβασή του στη Φρανκφούρτη σηματοδοτεί μια στροφή στη γερμανική στάση απέναντι στην ευρωζώνη;

Η παραίτηση του Γιούργκεν Σταρκ από το εξαμελές Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΕΚΤ και η επικείμενη αντικατάστασή του από τον Γεργκ Ασμουσεν θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως η προαναγγελία για την αλλαγή της πολιτικής του Βερολίνου – τουλάχιστον σε ό,τι έχει να κάνει με τη νομισματική σταθερότητα στην ευρωζώνη. Υπάρχει όμως ο χρόνος για κάτι τέτοιο; Ή μήπως οι εξελίξεις τρέχουν τόσο γρήγορα που ο Ασμουσεν δεν θα προλάβει να δώσει το στίγμα του;

Κατ’ αρχάς, η τοποθέτηση του Ασμουσεν δεν θα ολοκληρωθεί τυπικά προτού περάσουν αρκετές εβδομάδες – γιατί πρέπει πρώτα να επικυρωθεί από τους ευρωπαίους ηγέτες, αφού προηγηθεί η διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την ΕΚΤ. Αυτό σημαίνει ότι ο Σταρκ θα παραμείνει ακόμη στη θέση του για ένα χρονικό διάστημα. Ενδεχομένως να παραμείνει ως την προγραμματισμένη αναχώρηση του νυν προέδρου Ζαν-Κλοντ Τρισέ, την 1η Νοεμβρίου.
Ο Σταρκ ανακοίνωσε ότι αποχωρεί για «προσωπικούς λόγους», αλλά είναι κοινό μυστικό ότι είχε κουραστεί να το παίζει θεματοφύλακας της τευτονικής νομισματικής πειθαρχίας και να κατακεραυνώνει τους συναδέλφους του στη Φραγκφούρτη κάθε φορά που συναινούσαν στην αγορά από την ΕΚΤ ομολόγων από χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ελλάδα, συνολικής αξίας 135 εκατ. ευρώ. Ο Σταρκ ακολουθεί σε αυτή την πορεία τον πρώην πρόεδρο της Bundesbank Αξελ Βέμπερ, ο οποίος επίσης παραιτήθηκε για τον ίδιο λόγο τον περασμένο Μάιο για να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Δύο παραιτήσεις Γερμανών από την ΕΚΤ μέσα σε λίγους μήνες, μόνο τυχαίες δεν μπορεί να χαρακτηριστούν. Αυτό που αποτελεί όμως σύμπτωση είναι η παρουσία δύο μαθητών του Βέμπερ στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, αφού τόσο ο Ασμουσεν όσο και ο νυν διοικητής της Bundesbank Γενς Βάιντμαν είχαν καθήσει στα ίδια έδρανα του Πανεπιστημίου της Βόννης.
Σχεδόν συνομήλικοι, ο Ασμουσεν και ο Βάιντμαν έχουν συνεργαστεί στενά τα τελευταία χρόνια στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους της ευρωζώνης. Η ψηλόλιγνη φιγούρα του και το ξυρισμένο κεφάλι του Ασμουσεν είναι αρκετά οικεία σε όσους από το υπουργείο της οδού Νίκης είχαν την ευκαιρία να διαπραγματευθούν τους τελευταίους μήνες στο Βερολίνο με τη γερμανική κυβέρνηση…
Από τη στιγμή που ο Βάιντμαν παραιτήθηκε από σύμβουλος της καγκελαρίου Μέρκελ για να πάει στην Bundesbank άρχισε να γίνεται επικριτικός απέναντι στην αγορά ομολόγων από τις προβληματικές χώρες της ευρωζώνης. Ισως η επιρροή του Βέμπερ να φταίει σε αυτό. Δεν αποκλείεται λοιπόν να κάνει το ίδιο και ο Ασμουσεν. Γι’ αυτόν τον λόγο οι πρώτες του δηλώσεις και τοποθετήσεις αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Οπως τονίζει στο Reuters ο καθηγητής Μάνφρεντ Νόιμαν, o Ασμουσεν «είναι περισσότερο «γεράκι» απ’ όσο «περιστέρι»».Και συμπληρώνει: «Αν και πιστεύω ότι θα κρατήσει μια μετριοπαθή στάση». Η γνώμη του έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού υπήρξε και αυτός καθηγητής και του Βάιντμαν και του Ασμουσεν στη Βόννη. Και τους ξέρει και τους δύο καλά.

WHO IS WHO

ΗΛΙΚΙΑ:44
ΣΠΟΥΔΕΣ:Πολιτική Οικονομία στα γερμανικά πανεπιστήμια του Γκίσεν και της Βόννης και MBA στο Bocconi του Μιλάνου.
ΚΑΡΙΕΡΑ:Από το 1996 που μπήκε στο υπουργείο Οικονομικών είχε ραγδαία εξέλιξη στην ιεραρχία, φθάνοντας να γίνει το 2008 ο δεύτερος τη τάξει μετά τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, παρ’ όλο που προέρχεται από τους Σοσιαλδημοκράτες.
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ:Εχει δύο κορίτσια από τη σύντροφό του Ενριέτε Πόικερ, σύμβουλο επικοινωνίας το επάγγελμα.
ΤΙ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΜΕ ΓΙ’ ΑΥΤΟΝ:Το 2007 είχε δεχθεί πολλά πυρά για τη συμμετοχή του στο συμβούλιο της τράπεζας IKB, που κατέρρευσε λόγω της έκθεσής της σε αμερικανικά επισφαλή δάνεια. Λέγεται – χωρίς να έχει αποδειχθεί – ότι ο Ασμουσεν είχε εισηγηθεί τις τοποθετήσεις σε αυτά. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι δεν γνώριζε τίποτε.

Μια ιστορία εντάσεων

Ο Ασμουσεν είναι ο τρίτος κατά σειρά Γερμανός που γίνεται μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ. Ο πρώτος ήταν ο Οτμαρ Ισινγκ, ο οποίος άφησε εποχή στη Φραγκφούρτη, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της τράπεζας, με την αυστηρή εμμονή του στα γερμανικά πρότυπα. Εχοντας στην ουσία τον ρόλο του chief economist της ΕΚΤ, προσπάθησε – με αρκετή επιτυχία – να μεταφέρει τους κανόνες της Bundesbank, τονίζοντας πάντα την ανάγκη για μια αυστηρά αντιπληθωριστική πολιτική. Οταν ολοκλήρωσε τη θητεία του, το 2006, είχε την ευκαιρία να επικρίνει ελεύθερα την πρώην εργοδότριά του τράπεζα για την πολιτική της – ιδίως στο θέμα της αγοράς ομολόγων, που είναι «κόκκινο πανί» για όλα τα εκ Γερμανίας «γεράκια». Ο Σταρκ που τον διαδέχθηκε είχε πάντα έναν κακό λόγο να πει για όσες κυβερνήσεις παρέβαιναν τους όρους του Συμφώνου Σταθερότητας, στη σύνταξη του οποίου είχε και ο ίδιος συμβάλει κατά τη δεκαετία του ’90. Προσπάθησε παρασκηνιακά να βάλει εμπόδια στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, αλλά ο Τρισέ είχε φροντίσει να εξασφαλίσει τις κατάλληλες πλειοψηφίες στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ.
Η αποχώρηση του Σταρκ ίσως αποκλιμακώσει τις εντάσεις και η έλευση του Ιταλού Μάριο Ντράγκι στο πηδάλιο της τράπεζας δημιουργεί σε ορισμένους αναλυτές την πεποίθηση ότι τα πράγματα ίσως χαλαρώσουν. Βεβαίως ο Ντράγκι έχει προειδοποιήσει όλες τις κυβερνήσεις – ακόμη και τη δική του – ότι η πολιτική της αγοράς ομολόγων δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Οπότε όλα είναι ρευστά, όπως ρευστή είναι και η διαχείριση της κρίσης που υφιστάμεθα.