Την περασµένη Κυριακή, µε τον θάνατο του Θωµά Λαναρά, έκλεισε ένας αιώνας επιχειρηµατικής ιστορίας µιας οικογένειας που το τυπικό της ξεκίνηµα αρχίζει από το 1909. Μεσουράνησε στον Μεσοπόλεµο παίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας – έναν από τους πιο ισχυρούς κλάδους της τότε (προστατευόµενης) ελληνικής οικονοµίας. Ο ιδρυτής της οικογενειακής βιοµηχανικής ιστορίας, ο Θεόδωρος Λαναράς, ήταν άτυχος. Χρεοκόπησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Και κάµποσες δεκαετίες αργότερα ο κλάδος της οικογένειας που ευδοκίµησε για περίπου 50 χρόνια στην ελληνική και στη διεθνή αγορά, του Χρίστου Λαναρά, είχε την ίδια τύχη. Προτού πεθάνει ο Θωµάς Λαναράς είχε ήδη καταστραφεί ο επιχειρηµατικός όµιλος που διοικούσε για 12 χρόνια, από το 1998. Η πόλη της Νάουσας ήδη από τα µέσα της περασµένης δεκαετίας είχε βυθιστεί στη φτώχεια. Τρίτης γενιάς επιχειρηµατίας συνέδεσε το όνοµά του µε τη «φούσκα» του Χρηµατιστηρίου και ο «λαός» των µικροµετόχων του οµίλου του αριθµούσε 320.000 άτοµα. Η κατάρρευση τον έκανε να παίρνει απίστευτα µέτρα προστασίας της ζωής του. Βυθισµένος στα χρέη ο όµιλος δέχθηκε αλλεπάλληλα δάνεια από τις τράπεζες. Αλλά η σωτηρία δεν ήρθε. Η εποχή του είχε παρέλθει. Οι εκατοντάδες εργαζόµενοι των εργοστασίων του είναι πλέον σε απόγνωση. Μια ιστορία 100 χρόνων έκλεισε µε τον πιο άδοξο τρόπο…

Η ιστορία

Το όνοµα Λαναράς παραπέµπει ευθέως στις απαρχές του κλάδου της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας. Αυτό τουλάχιστον υποστήριζε σε ένα µάλλον άγνωστο, εν πολλοίς, κείµενο, το οποίο εκδόθηκε τον Αύγουστο του 1956, ο Θεόδωρος Λαναράς, ιδρυτής της οικογενειακής βιοµηχανικής ιστορίας (επρόκειτο για πέντε αδέλφια εκ των οποίων τα τρία, οι Θεόδωρος, Θωµάς και Σταύρος, δραστηριοποιήθηκαν επιχειρηµατικά).

Σε αυτή την «Ανοικτή Επιστολή» – έτσι επιγράφεται το κείµενο που µε απόγνωση απέστειλε τότε προς τον «Βασιλέα Παύλο», τον «Πρωθυπουργόν κ. Καραµανλήν», τους αρχηγούς των κοµµάτων, τους υπουργούς, τους βουλευτές σε µια εξαιρετικά κρίσιµη περίοδο της επιχειρηµατικής του δραστηριότητας – αναφέρει ότι «το επώνυµόν µου µαρτυρεί τον δεσµό της οικογενείας µου µε την Εριοβιοµηχανίαν». Η είσοδος της οικογένειας Λαναρά στον κλάδο της βιοµηχανίας έγινε το 1909, όταν ίδρυσε «λαδόµυλον προς εκµετάλλευσιν της υδατοπτώσεως εργοστασίου µε 100 ατράκτους και 3 ξύλινους χειροκίνητους αργαλειούς» µε την επωνυµίαν «Λαναράς και Πεχλιβάνος». Η εξέλιξη είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και σαφώς συνδεδεµένη µε σοβαρά γεγονότα της νεοελληνικής ιστορίας. «Εν έτει 1920 συνεπήξαµεν την Ετερόρρυθµον Εταιρείαν υπό την επωνυµίαν “Λαναράς, Κύρτσης και Σία” µε συµβούλιον εκ των Σ. Λαναρά, Π. Κύρτση, Φ. Πεχλιβάνου και Γενικόν ∆ιευθυντήν εµέ» αναφέρει ο ίδιος. Μία από τις σηµαντικότερες κλωστοϋφαντουργίες του Μεσοπολέµου.

Το 1928 ιδρύθηκε στη Νάουσα η εταιρεία Εριοκλωστήρια Πεννιέ (παραγωγής νηµάτων κτενισµένων) Αδελφοί Χρ. Λαναρά ΑΕ.

Η επιχειρηµατική πλέον παρουσία της οικογένειας Λαναρά στον κλάδο είναι ισχυρή και ο Θ. Λαναράς επαίρεται ότι «ωλοκλήρωσε µίαν γιγαντιαίαν βιοµηχανίαν ερίου (402 αργαλειοί, 54.000 άτρακτοι) µε παραγωγήν ανδρικών κασµηρίων εφάµιλλων των καλών αγγλικών και γαλλικών υφασµάτων». Ως το 1937 επικεφαλής παραµένει ο Θεόδωρος Λαναράς, στη συνέχεια τον διαδέχεται ο αδελφός του Θωµάς.

Χωρίζουν μεταπολεμικά

Το 1949 η οικογένεια «διασπάται» και οι επιχειρηµατικές δραστηριότητες των αδελφών «αυτονοµούνται». Ο Θεόδωρος Λαναράς διατηρεί την Εριοβιοµηχανία Λαναράς – Κύρτσης, ενώ οι άλλοι δύο αδελφοί, Θωµάς και Σταύρος, διατηρούν τα Εριοκλωστήρια Αφοί Χρ. Λαναρά.

Ο Θεόδωρος από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 αρχίζει να αντιµετωπίζει σοβαρά προβλήµατα, λόγω των συναλλαγών που είχε µε τον Στρατό, ώσπου η βιοµηχανία τίθεται υπό αναγκαστική διαχείριση – εξ αυτού του λόγου και η «Ανοικτή Επιστολή». Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 η Εριοβιοµηχανία Λαναράς – Κύρτσης κλείνει.

Αντιθέτως τα Εριοκλωστήρια Αφοί Χρ. Λαναρά συνεχίζουν µε επικεφαλής τον Σταύρο Λαναρά. Το 1958 τον διαδέχεται ο γιος του Χριστόδουλος. Το 1963 η βιοµηχανία, σε συνεργασία µε τον πρόδροµο της ΕΤΒΑ Οργανισµό Βιοµηχανικής Αναπτύξεως (ΟΒΑ), δηµιουργεί τη βιοµηχανία Κλωστήρια Ναούσης ΑΕ (60% ανήκει στον ΟΒΑ, 40% στα Εριοκλωστήρια). Το 1969 η νέα βιοµηχανία περνάει υπό τον έλεγχο των Εριοκλωστηρίων.

Οι θυγατρικές και η Κλωνατέξ

Τη δεκαετία του 1960 οι αδελφοί Θωμάς και Σταύρος Λαναράς χωρίζουν τις μεταξύ τους δραστηριότητες. Ετσι στην οικογένεια Σταύρου Λαναρά περνάει ο απόλυτος έλεγχος των Μακεδονικών Κλωστηρίων ΑΕ, που είχαν ιδρυθεί το 1947, και ο Χρίστος Λαναράς, γιος του Θωμά, μέσω της Προφίν ΑΕ, αποκτά τον έλεγχο των Κλωστηρίων Ναούσης. Το 1974 ο εκ των ιδρυτών Θωμάς Λαναράς αποχωρεί από τη διοίκηση της εταιρείας, στην οποία προστίθενται νέες δραστηριότητες. Το 1973 όμως, κατ’ απαίτηση της ΕΤΒΑ, η εταιρεία εισάγεται στο Χρηματιστήριο. Delta.001ιαθέτει πλέον τέσσερα εργοστάσια και δημιουργεί μια ολόκληρη σειρά από θυγατρικές εταιρείες: την Τρικολάν ΑΕ (πλεκτική), τη Βερλάν ΑΕ (βαμβακοϋφαντουργική), την Ολυμπιακή ΑΕ (ειδικά νήματα), την Κολμπλάν ΑΕ, την οποία δημιούργησε σε συνεργασία με γερμανούς επιχειρηματίες και της οποίας το 100% των μετοχών απέκτησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ο κ. Χρ. Λαναράς. Ακολούθως οι Κολμπλάν ΑΕ και Κλωστήρια Ναούσης ΑΕ συγχωνεύθηκαν. Συγχρόνως αποσπάστηκε ο βιομηχανικός κλάδος και έτσι δημιουργήθηκε η Κλωνατέξ ΑΕ, εταιρεία holding του ομίλου.

Τα λαναρόχαρτα και η φούσκα
Τραγικές οι επιπτώσεις στην οικονομία της Νάουσας, με την ανεργία στο 40%

Το 1998 ο προ ηµερών αποβιώσας Θωµάς Λαναράς γεφύρωσε τις σχέσεις του µε τον πατέρα του Χρίστο, ήρθε στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ και ανέλαβε τα ηνία της εταιρείας. Ο Χρίστος Λαναράς – πέθανε τα πρώτα χρόνια της προηγούµενης δεκαετίας – συνήθιζε να αυτοπροσδιορίζεται ως «βιοµήχανος» σε αντίθεση µε τον γιο του που έλεγε πως ο ίδιος είναι «επιχειρηµατίας» καυχώµενος ότι οι εταιρείες του διαθέτουν 320.000 µετόχους. Η πληθώρα όµως των µικροµετόχων µετά τη χρηµατιστηριακή κατάρρευση – ολοκληρώθηκε το 2003 – κατέγραψε µεγάλες ζηµιές και πλέον ο φέρων τότε και το προσωνύµιο «sir Thomas» συγκέντρωσε την µήνιν χιλιάδων απελπισµένων ανθρώπων, σε σηµείο που έπαιρνε αυξηµένα µέτρα ασφαλείας. Στην ιστορία του ΧΑ πρωταγωνίστησε µε εξαγορές επιχειρήσεων και την απαραίτητη κατευθυνόµενη φηµολογία… Οι µετοχές γίνονταν «φούσκες» και τα κέρδη έφταναν στα ύψη.

Ο Θ. Λαναράς, επικεφαλής του οµίλου Κλωνατέξ, που αργότερα µετονοµάστηκε Ενωµένη Κλωστοϋφαντουργία, την περίοδο της χρηµατιστηριακής ευφορίας έλεγχε τις επίσης εισηγµένες Κλωστήρια Ναούσης, ∆ούδος και Γιαννούσης και εξαγόρασε αρκετές άλλες, όπως τα Κλωστήρια Ροδόπης, την Gallop και την Οττο Εβρος. Κατόρθωσε µε την «τρέλα» της Σοφοκλέους να αποσπάσει µε αυξήσεις µετοχικού κεφαλαίου 300 εκατ. ευρώ και λίγο προτού αρχίσει η κατάρρευση η χρηµατιστηριακή αξία της Κλωνατέξ πλησίαζε τα 3 δισ. ευρώ!

Ο στόχος του ήταν να γίνει ο µεγαλύτερος κλωστοϋφαντουργός της Ευρώπης. Αλλά απέτυχε αφού η «φούσκα» έσκασε. Το 2004 αρχίζει η κατάρρευση. Οι συνολικές υποχρεώσεις του υπερβαίνουν τα 230 εκατ. ευρώ. Οι τραπεζίτες τον χρηµατοδοτούν και πάλι µε 23 εκατ. και δύο χρόνια αργότερα µε άλλα 25,5 εκατ. ευρώ. Η κατάσταση γίνεται όλο και πιο απελπιστική. Το 2008 ζητεί νέα χρηµατοδότηση 35 εκατ. ευρώ. Η λειτουργία των εργοστασίων γίνεται προβληµατική. Οι εργαζόµενοι µένουν απλήρωτοι, κατασκηνώνουν στην πλατεία Συντάγµατος, έξω από το κτίριο του υπουργείου Οικονοµίας. Οι επιπτώσεις στην οικονοµία της Νάουσας είναι τραγικές, µε την ανεργία να ξεπερνά το 40%.

ΤΟΑΔΟΞΟΤΕΛΟΣ

Η επιχειρηματική δραστηριότητα του Θωμά Λαναρά έφθασε στο τέλος με τη Lannet. Η τηλεπικοινωνιακή εταιρεία του ομίλου κατέβασε ρολά το 2009 αφήνοντας χρέη στον ΟΤΕ 23 εκατ. ευρώ. Η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ επεχείρησε να χρηματοδοτήσει την αναδιάρθρωση της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας με 62 εκατ. ευρώ. Αλλά και αυτό το σχέδιο απέτυχε. Ο Λαναράς και το Διοικητικό Συμβούλιο παραιτήθηκαν. Λίγους μήνες μετά ο επιχειρηματίας αρρώστησε. Την περασμένη Κυριακή σε ηλικία 54 ετών απεβίωσε, αφήνοντας τους εργαζομένους να θρηνούν τα επιχειρηματικά συντρίμμια τού άλλοτε κραταιού ομίλου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ