Αύξηση 13% σε τριμηνιαία βάση και 30% σε ετήσια βάση σημείωσαν τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων της Εθνικής Τράπεζας στην Ελλάδα, τα οποία διαμορφώθηκαν σε 244 εκατ. ευρώ το Α’ τρίμηνο του 2017.

Η ενίσχυση της οργανικής κερδοφορίας στην Ελλάδα αντανακλά τη βελτίωση των οργανικών
εσόδων (+2,3% σε τριμηνιαία βάση) και τη μείωση των λειτουργικών δαπανών (-7,1% σε
τριμηνιαία βάση)

Στην Ελλάδα, τα καθαρά έσοδα από τόκους ανήλθαν σε 398 εκατ. ευρώ (+1,4% σε τριμηνιαία
βάση) και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο διαμορφώθηκε σε 301 μ.β. (304 μ.β. σε επίπεδο
Ομίλου), ενισχυμένο κατά 15 μ.β. σε τριμηνιαία βάση (και 33 μ.β. σε ετήσια βάση).

«Τα οικονομικά αποτελέσματα του Α’ τριμήνου του 2017 καταδεικνύουν την ανθεκτικότητα της Εθνικής Τράπεζας εν μέσω της παρατεταμένης αβεβαιότητας που επικρατούσε τους πρώτους μήνες του έτους» επισημαίνει σε γραπτή του δήλωση ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Λεωνίδας Φραγκιαδάκης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «σε επίπεδο κερδοφορίας, η σημαντική ανάκαμψη των οργανικών κερδών προ προβλέψεων κατά 27% σε ετήσια βάση ήταν επαρκής για να απορροφήσει την πρόσκαιρη αύξηση στις προβλέψεις για επισφαλής απαιτήσεις, εν μέρει λόγω αβεβαιότητας, οδηγώντας σε λειτουργικό κέρδος της τάξεως των 24 εκατ. Ευρώ».

Ως αποτέλεσμα, σημειώνει ο κ. Φραγκιαδάκης, τα κέρδη μετά φόρων από συνεχιζόμενες δραστηριότητες σε επίπεδο Ομίλου παρέμειναν σε θετικά επίπεδα, παρά την απουσία των σημαντικών κεφαλαιακών κερδών του 2016, τα οποία τώρα αντικαθίστανται από οργανική κερδοφορία, βελτιώνοντας την ποιότητα των αποτελεσμάτων μας.

Και προσθέτει πως «παρά την αυξημένη αβεβαιότητα τους πρώτους μήνες του έτους, η ΕΤΕ κατάφερε να μειώσει τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) για ένα ακόμη τρίμηνο, επιβεβαιώνοντας ότι η επίτευξη των επιμέρους στόχων για το 2017 είναι εφικτή».

Από την άλλη πλευρά, παρά την εκροή καταθέσεων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, εν μέρει λόγω εποχικότητας, η εξάρτηση της Τράπεζας από τον ELA παρέμεινε αμετάβλητη σε σχέση με το τέλος του 2016, στα 5,7 δισ. ήτοι 8% του συνολικού ενεργητικού, ενώ ο δείκτης χορηγήσεων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε σε 87% στην Ελλάδα.

«Ως εκ τούτου, η ΕΤΕ παραμένει σε θέση ισχύος συγκριτικά με τις υπόλοιπες συστημικές τράπεζες ενόψει της ανάκαμψης της εγχώριας οικονομίας, δίνοντας έμφαση στη χρηματοδότηση υγιών επιχειρήσεων, η οποία αναμένεται να επιταχυνθεί στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τα Κύρια Βασικά Ίδια Κεφάλαιά (CET1) διαμορφώθηκαν σε 16,0%, υπερβαίνοντας κατά πολύ τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις για τον Όμιλο» υπογραμμίζει ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής.

Και καταλήγει υποστηρίζοντας ότι «η προκαταρκτική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Θεσμών αποτελεί σημαντικό βήμα προς την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του οικονομικού προγράμματος της χώρας, η οποία θα αποτελέσει τον αναμενόμενο καταλύτη για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, τη βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας και την ανάκαμψη της οικονομίας».

Σημειώνει δε, πως «το σταθερά βελτιούμενο οικονομικό κλίμα αναμένεται να συμβάλλει στην επίτευξη των βασικών μας στόχων για το 2017: ενίσχυση της κερδοφορίας, βελτίωση της ποιότητας των αποτελεσμάτων μας, περαιτέρω μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων, σύμφωνα με ή πλέον των στόχων μας προς τον Ενιαίο Μηχανισμό Στήριξης (ΕΜΣ) και χρήση της ρευστότητάς μας για να στηρίξουμε την ελληνική οικονομία στην προσπάθειά της να πετύχει έξοδο από την ύφεση».

Βασικά μεγέθη

– Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες στην Ελλάδα ενισχύθηκαν κατά 10,4% σε τριμηνιαία βάση και διαμορφώθηκαν σε 52 εκατ. ευρώ το Α’ τρίμηνο του 2017.

– Οι εγχώριες λειτουργικές δαπάνες διαμορφώθηκαν σε 227 εκατ. ευρώ (-6,7% σε ετήσια βάση), αντικατοπτρίζοντας τη μείωση των δαπανών προσωπικού (-11,7% σε ετήσια βάση). O δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα βελτιώθηκε σε 48% από 53% το προηγούμενο τρίμηνο και 56% το Α’ τρίμηνο του 2016.

– Χωρίς το κέρδος από την πώληση της ΑΣΤΗΡ ΠΑΛΑΣ ύψους 150 εκατ. ευρώ το Δ’ τρίμηνο του 2016, τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες παρέμειναν σε θετικό έδαφος το Α’ τρίμηνο του 2017, απορροφώντας τις αυξημένες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια (+7,7% σε τριμηνιαία βάση).

– Τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα μειώθηκαν για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο o Παρά την αυξημένη αβεβαιότητα κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών του έτους, τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) μειώθηκαν για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο (-0,2 δισ. σε τριμηνιαία βάση)

– Η συνολική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων ανέρχεται σε 3,0 δισ. από το τέλος του 2015, υπερβαίνοντας το στόχο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) κατά 0,7 δισ. o Ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 45,1%, στα χαμηλότερα επίπεδα του εγχώριου τραπεζικού κλάδου.

Το ποσοστό κάλυψης από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθε σε 56,6% στην Ελλάδα, το υψηλότερο του κλάδου1 o Ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών ανήλθε σε 33,9% στην Ελλάδα, στα χαμηλότερα επίπεδα του κλάδου.

Ο δείκτης κάλυψης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκε σε 75,2% στην Ελλάδα, στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου1 o Στην Ελλάδα, το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 294 μ.β. (+42 μ.β. σε τριμηνιαία βάση), λόγω της ετήσιας αναπροσαρμογής στις τιμές των ακινήτων το 2016.

Εξαίροντας την εν λόγω αρνητική επίπτωση που αφορούσε το σύνολο του 2016, το εγχώριο κόστος πιστωτικού κινδύνου του τριμήνου διαμορφώνεται σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά του Γ‘ τριμήνου του 2016 (περίπου 190 μ.β.)

– Η χρηματοδότηση μέσω ΕLA παρέμεινε αμετάβλητη σε τριμηνιαία βάση στα 5,6 δισ. το τέλος του Α’ τριμήνου του 2017, παρά τις εκροές καταθέσεων λόγω εποχικότητας και της προσωρινής αύξησης της αβεβαιότητας

– Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα διαμορφώθηκε σε 10,2 δισ. κατά το τέλος του Α’ τριμήνου του 2017 από 12,3 δισ. το τέλος του Δ’ Τριμήνου 2016

– Με δείκτη Δανείων προς Καταθέσεις στο 87% στην Ελλάδα και τη χαμηλότερη εξάρτηση από το μηχανισμό ELA1 , η Τράπεζα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα στη χρηματοδότηση υγιών επιχειρήσεων, η οποία αναμένεται να επιταχυνθεί το Β’ εξάμηνο του 2017. Δείκτης CET 1 στο 16,0%

– Ο δείκτης CET 1 ανέρχεται σε 16,0% και σε 15,8% με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ o Τα κεφάλαια της ΕΤΕ θα ενισχυθούν περαιτέρω από την πλήρη εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης της Τράπεζας