Οι δύσκολοι καιροί δεν έχουν έρθει ακόμη για τους πρίγκιπες –τουλάχιστον τους Σαουδάραβες. Η επιτυχία της πρώτης εξόδου της Σαουδικής Αραβίας στις αγορές ήταν εντυπωσιακή. Περί τα 15 με 20 δισ. δολάρια ζήτησε να αντλήσει από την αγορά το Βασίλειο των Σαούντ την περασμένη Τετάρτη, 67 δισ. δολάρια του πρόσφεραν οι επενδυτές! Κι αυτό αρκέστηκε να εισπράξει 17,5 δισ. δολάρια πουλώντας 10ετή και 30ετή ομόλογα.
Η επιτυχία της δημόσιας προσφοράς δεν αποδεικνύει, ωστόσο, μόνο την εμπιστοσύνη των επενδυτών προς αυτή. Υποδηλώνει και την ανησυχία της μεγαλύτερης πετρελαιοπαραγωγού χώρας στον κόσμο για το μέλλον του πετρελαίου ως «κινητήριας δύναμης» του πλανήτη.
Διότι από μια άλλη οπτική γωνία δεν είναι λίγο να ζητά δανεικά δολάρια η χώρα που επί δεκαετίες πλημμύριζε τις αγορές με πετροδολάρια.
Το κουδούνι του συναγερμού για τις προοπτικές της παγκόσμιας πετρελαϊκής βιομηχανίας είχε χτυπήσει, άλλωστε, το Διεθνές Ενεργειακό Συμβούλιο (World Energy Council) δύο ημέρες προτού προχωρήσει στην πρώτη έκδοση χρέους η Σαουδική Αραβία. Το εδρεύον στο Λονδίνο διεθνές Ιδρυμα που ως καταστατικό του στόχο έχει «την εξασφάλιση της διαρκούς παροχής και χρήσης ενέργειας προς όφελος όλων των ανθρώπων», προειδοποίησε ότι «αν η ραγδαία πρόοδος σε ό,τι αφορά την ανανεώσιμη ενέργεια, τα ηλεκτρικά οχήματα και άλλες επαναστατικές τεχνολογίες συνεχιστεί, η κατανάλωση πετρελαίου το έτος 2030 θα φθάσει στο ανώτατο επίπεδο παγκοσμίως και μετά θα αρχίσει να υποχωρεί».
Ανατροπή


Το Διεθνές Ενεργειακό Συμβούλιο παρατηρεί ότι η κάθετη πτώση του κόστους της ανανεώσιμης ενέργειας έχει ήδη ανατρέψει το επιχειρηματικό μοντέλο των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας. Και αναφέρει ως παράδειγμα τη μείωση κατά 50% του κόστους των ηλιακών ενεργειακών μονάδων από το 2009.
Το κύμα της ανατροπής απειλεί να φθάσει τώρα στην πετρελαϊκή βιομηχανία μέσω της διάδοσης των ηλεκτροκινούμενων οχημάτων. Διότι έως τα τέλη της δεκαετίας του 2020 τα αυτοκίνητα που κινούνται αποκλειστικά με ηλεκτρική ενέργεια υπολογίζεται ότι θα έχουν γίνει πιο οικονομικά, όχι μόνο στη συντήρηση αλλά και στην απόκτησή τους από τα βενζινοκίνητα και τα πετρελαιοκίνητα.
Οπως και να έχει το πράγμα, «οι μακροπρόθεσμες προοπτικές για το πετρέλαιο, οι εξελίξεις με ορίζοντα χρόνου 10 ετών δηλαδή, γίνονται όλο και πιο σκοτεινές» δήλωσε στο Bloomberg ο Αλεξ Μπλέιν, διαχειριστής ενεργειακού χαρτοφυλακίου της Amundi, η οποία διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία άνω του 1 τρισ. δολαρίων.
Ο βρετανός χρηματιστής στήνει τον πήχη της παρακμής στα 10 χρόνια, το Διεθνές Ενεργειακό Συμβούλιο στα τέλη της δεκαετίας του 2020, δηλαδή στα 15 χρόνια, οι επενδυτές όμως έκαναν ανάρπαστα όχι μόνο τα 10ετή αλλά και τα 30ετή ομόλογα που εξέδωσε η κυβέρνηση του Ριάντ.
Το χρονοδιάγραμμα


Οι ειδικοί αποδίδουν την τεράστια ζήτηση για σαουδαραβικό χρέος «στη μεγάλη πτώση των επιτοκίων παγκοσμίως και στη βαθιά απογοήτευση των funds από την έλλειψη περιουσιακών στοιχείων με υψηλές αποδόσεις που παρατηρείται σε κάθε γωνιά της γης» όπως μεταδίδει το Reuters.
Πέραν αυτών, όμως, η επιτυχία της πώλησης της περασμένης Τετάρτης υποδηλώνει την εμπιστοσύνη των αγορών ότι η Σαουδική Αραβία θα συμμαζέψει τα δημοσιονομικά της (πέρυσι το έλλειμμα του προϋπολογισμού της χώρας έφθασε στα 98 δισ. δολάρια ή 15% του ΑΕΠ) και κυρίως θα πετύχει τον μεγάλο της στόχο, που είναι η οικονομική απεξάρτησή της από το πετρέλαιο.
Διότι, κατά σύμπτωση, το 2030 είναι το καταληκτικό έτος του χρονοδιαγράμματος που έχει θέσει για τον σκοπό αυτόν ο άνθρωπος που έχει αναλάβει την απεξάρτηση της πρώτης πετρελαϊκής δύναμης στον κόσμο από το πετρέλαιο, ο πρίγκιπας του θρόνου Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν.

«Οραματικό Σχέδιο 2030»
έχει ονομάσει ο ηλικίας μόλις 31 ετών εκσυγχρονιστής και πραγματιστής διάδοχος το πρόγραμμα μετασχηματισμού της σαουδαραβικής οικονομίας και απεξάρτησής της από το πετρέλαιο, το οποίο περιλαμβάνει μέτρα οικονομικής λιτότητας για τους (καλο)μαθημένους σε εξωφρενικές καταναλωτικές εκτροπές Σαουδάραβες, ακόμα και την ιδιωτικοποίηση της γιγαντιαίας πετρελαϊκής εταιρείας Saudi Aramco με σκοπό τη δημιουργία ενός κρατικού πετρελαϊκού fund κατά τα πρότυπα εκείνου της Νορβηγίας.
Ο ορίζοντας απόδοσης του «οραματικού σχεδίου» είναι το 2030. Αλλά ο πρίγκιπας-διάδοχος πιστεύει ότι «η χώρα θα μπορεί να ζει δίχως πετρέλαιο από το 2020». Η εντυπωσιακή έξοδος της Σαουδικής Αραβίας στις αγορές προικίζει με αξιοπιστία τα σχέδια του Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν.

Εξαγορά διυλιστηρίου
Με deal $13 δισ. η Ρωσία «βάζει πόδι» στην αγορά της Ινδίας

Διεμβολισμό στο πελατολόγιο της Σαουδικής Αραβίας και των άλλων πετρελαιοπαραγωγών κρατών του Περσικού Κόλπου στη Νότια Ασία, και μάλιστα στη μεγαλύτερη καταναλώτρια χώρα πετρελαίου στην περιοχή, επιχειρεί η Ρωσία. Το περασμένο Σαββατοκύριακο ανακοινώθηκε συμφωνία της Ρωσίας με την Ινδία για την εξαγορά του δεύτερου σε παραγωγή διυλιστηρίου της χώρας αντί 13 δισ. ευρώ. Σημειωτέον ότι οι πετρελαιοπαραγωγοί της Μέσης Ανατολής καλύπτουν τα δύο τρίτα των εισαγωγών πετρελαίου της Ινδίας.
Βάσει της συμφωνίας, η ελεγχόμενη από την κυβέρνηση της Μόσχας πετρελαϊκή εταιρεία Rosneft, επικεφαλής ενός ομίλου επενδυτών από τη Ρωσία, επικράτησε των ανταγωνιστών της από τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν και εξαγοράζει το διυλιστήριο Vadinar της Essar Oil. Η συμφωνία προβλέπει επίσης την εκμετάλλευση από τους Ρώσους περίπου 2.700 σταθμών καυσίμων της Essar Oil στην Ινδία. Σημειωτέον ότι πρόκειται για μια αγορά που έχει προσελκύσει πολλούς δυτικούς επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων της Royal Dutch Shell Plc. και της BP Plc.
Ο κορυφαίος πετρελαϊκός όμιλος της Ρωσίας ακολουθεί μια στρατηγική που αποσκοπεί στη διασφάλιση της παραγωγής μεγάλων εταιρειών διύλισης σε διάφορες χώρες, όπως μεταδίδει το Bloomberg. Εν προκειμένω, σύμφωνα με το δημοσίευμα, η Rosneft ενδεχομένως θα διοχετεύει αργό από τη Βενεζουέλα στο διυλιστήριο Vadinar της Ινδίας. «Για τα επόμενα 25 χρόνια η Ινδία θα είναι η σημαντικότερη και ταχύτερα αναπτυσσόμενη αγορά για την παγκόσμια πετρελαϊκή βιομηχανία» υπενθυμίζει ο Νιλ Μπέβεριτζ της Sanford C. Bernstein & Co. στο Χονγκ Κονγκ επικαλούμενος σχετική έρευνα της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (IEA). Με την εξαγορά της Essar η Rosneft «βάζει πόδι» σε μια αγορά 1,3 δισεκατομμυρίου ανθρώπων που εισάγουν περισσότερο από το 80% του πετρελαίου που καταναλώνουν.

«Η Rosneft εξετάζει επίσης τις δυνατότητες επέκτασής της στην ευρύτερη περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού προμηθεύοντας με καύσιμα την Ινδονησία, το Βιετνάμ, τις Φιλιππίνες και την Αυστραλία»
σημειώνει η ρωσική εταιρεία σε ανακοίνωσή της.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ