Θα μπορούσε να γίνει το «βαρύ πυροβολικό» της εγχώριας τουριστικής βιομηχανίας. Το σίγουρο είναι ότι «επιστρατεύεται» για να αποτελέσει ένα ακόμη όπλο στην ανάδειξη του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Αλλά και για να προσφέρει διέξοδο σε τοπικούς παραγωγούς, συνδέοντας τον πρωτογενή με τον τριτογενή τομέα. Η ελληνική γαστρονομία υπάρχει και «δεν χρειάζεται πρόσθετες επενδύσεις», σημειώνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Γ. Δρακόπουλος, αναφερόμενος στο πλήθος των παραγωγών στη χώρα αλλά και στη «value for money» ποιότητα των προϊόντων. Εξάλλου, με στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού, ο ΣΕΤΕ έχει εκπονήσει από το 2009 μια ολοκληρωμένη μελέτη ενεργειών μάρκετινγκ, μέσα από τις οποίες είναι δυνατή σε μία τριετία η ανάδειξη της ελληνικής γαστρονομίας ως ενός από τους βασικούς λόγους επιλογής της Ελλάδας ως τόπου διακοπών. Στο πλαίσιο αυτό ξεκίνησε εκστρατεία χρηματοδότησης, για να συγκεντρωθούν 500.000 ευρώ ως τον Φεβρουάριο του 2013. Σύμφωνα με τη μελέτη το προφίλ των «γαστροτουριστών» συνθέτουν ηλικίες κυρίως μεταξύ 30 και 50 ετών και δευτερευόντως μεταξύ 51 και 64 ετών. Πρόκειται για άτομα επαγγελματικά καταξιωμένα, με υψηλότερο διαθέσιμο εισόδημα και μορφωτικό επίπεδο από τον μέσο τουρίστα, έμπειρους ταξιδιώτες, που αγαπούν την περιπέτεια, ενδιαφέρονται για τον πολιτισμό του προορισμού και δαπανούν μεγάλο ποσοστό του ταξιδιωτικού προϋπολογισμού σε δραστηριότητες γαστρονομικού ενδιαφέροντος. Οι βασικές χώρες προέλευσης των γαστροτουριστών είναι οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία, η Ισπανία, η Ολλανδία και η Μεγάλη Βρετανία, οι οποίες αποτελούν και τις κυριότερες αγορές του ελληνικού τουρισμού.
Ταυτόχρονα το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδας (ΞΕΕ) υλοποιεί με το πρόγραμμα «Ελληνικό Πρωινό» στα ξενοδοχεία ένα πρωινό εμπλουτισμένο με τα τοπικά προϊόντα κάθε περιοχής. Σε αυτό συμμετέχουν ήδη 50 ξενοδοχεία και εκτιμάται ότι το ενδιαφέρον θα είναι αυξημένο από όλη την Ελλάδα. «Η προσπάθεια του ΞΕΕ μέσω του «Ελληνικού Πρωινού» στοχεύει στην ανάδειξη των γαστρονομικών μας δυνατοτήτων σε συνδυασμό με τη σύνδεση του τουρισμού με τον πρωτογενή τομέα σε ένα περιβάλλον γνησιότητας και αυθεντικότητας των προσφερομένων προϊόντων» λέει ο πρόεδρος του ΞΕΕ κ. Γ. Τσακίρης.
Γαστρονομία στα ξενοδοχεία
Το μοντέλο ανάπτυξης της γαστρονομικής εμπειρίας έχουν ήδη αναπτύξει κορυφαίες ξενοδοχειακές μονάδες στη χώρα, όπως η Aldemar με το «Sympossio Greek Gourmet Touring», το Sani Resort με το «Sani Gourmet», ο όμιλος Ν. Δασκαλαντωνάκη με την παραδοσιακή φάρμα Agreco στο Ρέθυμνο, το Costa Navarino με τα «Navarino Icons», σειρά προϊόντων εμπνευσμένων από τη μεσσηνιακή παράδοση, και πρόσφατα το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία».
Από το 2006 που ξεκίνησε, το δεκαήμερο φεστιβάλ γαστρονομίας «Sani Gourmet» αξιοποιεί παράλληλα τους παραγωγούς της ευρύτερης περιοχής της Μακεδονίας, καθώς το φαγητόαποτελεί«εξαιρετικό μέσο για την προβολή του ελληνικού τουρισμού», τονίζει ο αντιπρόεδρος της Σάνη ΑΕ κ. Φ. Ζησιάδης. Το «Sympossio Greek Gourmet Touring», το οποίο διοργανώνει τα τελευταία τρία χρόνια ο όμιλος Aldemar, ταξίδεψε το 2012 σε 22 πόλεις της Ευρώπης. Σε αυτό συμμετείχαν 15 εταιρείες παραγωγών, ενώ είχε τη στήριξη του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ), της Λέσχης Αρχιμαγείρων Ελλάδας, του Συνδέσμου Εξαγωγών Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), του Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών (ΟΠΕ) και της Περιφέρειας Κρήτης. «Οταν ξεκίνησε η εικόνα των ελληνικών προϊόντων και της ελληνικής γαστρονομίας είχε καλύτερη αποδοχή από το ελληνικό τουριστικό προϊόν» σημειώνει ο εντεταλμένος σύμβουλος του ομίλου Aldemar και μέλος Διοικητικού Συμβουλίου του ΣΕΤΕ κ. Α. Αγγελόπουλος, προσθέτοντας ότι η γαστρονομική περιοδεία είχε «εξαιρετική ανταπόκριση».
«Για να αναδείξουμε τα ελληνικά προϊόντα, αναζητήσαμε καλούς παραγωγούς που να διαθέτουν τα προϊόντα τους στο ξενοδοχείο», λέει ο υποδιευθυντής του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρεταννία» κ. Γ. Λιασίδης. Το ξενοδοχείο ανέλαβε τον σχεδιασμό, το branding και τη συσκευασία των προϊόντων, η λίστα των οποίων περιλαμβάνει μαρμελάδα, μέλι, καφέ, τσάι, λάδι και ξίδι, που πωλούνται με επιτυχία από τον Σεπτέμβριο. «Οι επισκέπτες ψάχνουν να πάρουν μαζί τους κάτι από την Ελλάδα» τονίζει ο κ. Λιασίδης, αναφέροντας πρόσφατο παράδειγμα πελάτη που «επιστρέφοντας στο Ντουμπάι αγόρασε 40 βάζα μέλι».
Κρήτη και Σαντορίνη
Η Κρήτη και η Σαντορίνη θεωρούνται δύο περιοχές με ιδιαίτερη γαστρονομική ταυτότητα. Πάνω σε αγροτικά προϊόντα, με αιχμή του δόρατος το κρασί της Σαντορίνης, «χτίστηκε και η οινογαστρονομική εικόνα του νησιού, με αποτέλεσμα σήμερα περήφανα να διεκδικούμε μία θέση ανάμεσα στους πλέον γνωστούς γαστρονομικούς προορισμούς», τονίζει ο δήμαρχος Θήρας κ. Α. Ν. Ζώρζος. Εξάλλου ο πρόεδρος Εστιατόρων Σαντορίνης κ. Β. Ζαχαράκης πιστεύει ότι η γαστρονομία «θα είναι ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες ανάπτυξης τουρισμούγια το νησί μας» και προσθέτει: «Την προηγούμενη δεκαετία το ποσοστό των επισκεπτών που ενδιαφέρονταν ζωηρά για τη γαστρονομία στο νησί (foodies) δεν ξεπερνούσε το 5%, τα τελευταία δύο χρόνια όμως αυτό αλλάζει προς το καλύτερο». Η γαστρονομία «έχει ήδη ενταχθεί στο τουριστικό χαρτοφυλάκιο της Σαντορίνης και αποτελεί πλέον έναν ακόμη πόλο έλξης επισκεπτών» τονίζει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Ηλιότοπος ΑΕ κ. Κ. Κωνσταντινίδης, προσθέτοντας ότι το νησί «με το πέρασμα των χρόνων γίνεται διάσημο και για τις πολλές και ποικίλες επιλογές που προσφέρει στον τομέα της εστίασης».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ