Το δίλημμα είναι υπαρκτό. Θέλουμε να ζούμε σε προεκλογικές περιόδους ή σε κρίσιμες και σημαντικές για το οικονομικό μέλλον της χώρας; Προσωπικά, αν ήταν δυνατόν να αγνοήσω την επιστημονική μου ιδιότητα, θα προτιμούσα να ζω μόνιμα σε μια προεκλογική περίοδο.


Η κρατούσα άποψη ως πριν από λίγο καιρό ήταν δεδομένη. Η οικονομία μας βγαίνει από μια μακρόχρονη αστάθεια και επιτυγχάνει τους στόχους που είχε θέσει. Το διεθνές περιβάλλον όμως δεν ήταν ευνοϊκό. Η αστάθεια στην αγορά του πετρελαίου και η στασιμότητα στην οικονομική ανάπτυξη των βασικών μας εταίρων περιορίζουν τους βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της πολιτικής. Οι διαχειριστές των οικονομικών θεμάτων μας δηλώνουν ότι υπάρχουν λόγοι να περιμένουμε έντονες διαταράξεις στην αγορά συναλλάγματος, κυρίως λόγω της υποχρεωτικής προσαρμογής της δραχμής στις δεδομένες ισοτιμίες. Μας έχουν πείσει λοιπόν ότι πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί στις απαιτήσεις μας.


Η καταληκτική ημερομηνία του Πλαισίου Στήριξης δημιουργεί υπέρογκες εκταμιεύσεις. Για μία ακόμη φορά όλα γίνονται την τελευταία στιγμή. Οι πληρωμές πραγματοποιούνται ταυτόχρονα όλες μαζί, η ρευστότητα αυξάνεται και αναπόφευκτα επηρεάζεται ο πληθωρισμός σε μια υπερβολικά δύσκολη για την οικονομία περίοδο. Η κεφαλαιαγορά έχοντας ισορροπήσει στα ρεαλιστικά της επίπεδα, μετά όμως από μια σοβαρή διόρθωση που είχε δημιουργήσει έντονες κοινωνικές επιπλοκές, αναδεικνύει ένα πραγματικό φαινόμενο. Οι μοναδικοί κερδισμένοι από τις έντονες διακυμάνσεις των τιμών στην κεφαλαιαγορά είναι τα αμοιβαία και οι εισηγμένες επιχειρήσεις. Τα κέρδη που καταγράφονται στους ισολογισμούς σε ένα μεγάλο ποσοστό αφορούν έσοδα από διαχείριση χαρτοφυλακίων και όχι από παραγωγική δραστηριότητα. Αρα και η πορεία των επιχειρήσεων δεν είναι αυτή που προσδοκούσαν οι αισιόδοξοι αναλυτές. Μόνο η αναδιανομή των πόρων έχει επιτευχθεί. Το ενδιαφέρον τώρα επικεντρώνεται στο να πιεστούν οι τιμές για να ανακτηθούν τα χαρτοφυλάκια που ρευστοποιήθηκαν στην άνοδο.


Η χρονική περίοδος δεν ήταν ευνοϊκή για την επιτάχυνση της οικονομικής παραγωγής και τα στοιχεία των ανεξάρτητων τομέων της οικονομίας δεν ήταν ενθαρρυντικά. Στασιμότητα στη βιομηχανική παραγωγή, περιορισμένη ανάκαμψη στις υπηρεσίες, μείωση στον πρωτογενή τομέα. Ουσία η αναμενόμενη ανάπτυξη δεν φαίνεται να προκύπτει από τα ήδη γνωστά στοιχεία. Οι διαρθρωτικές μεταβολές αναβάλλονται για τη μετά τις εκλογές περίοδο στον βαθμό που και αυτή ακόμη η απόφαση της επιτροπής ανταγωνισμού για την ΑΓΕΤ μετατίθεται για πολιτικούς λόγους.


Για να διορθωθεί λοιπόν το κλίμα, για να αναθερμανθεί η οικονομία, λες και τη χρειαζόμαστε, ενεργοποιούμε τη μόνη διέξοδο που υπάρχει στο αδιέξοδο: προεκλογικές παροχές. Σε μια εποχή λοιπόν που σε παγκόσμιο επίπεδο οι δημόσιοι προϋπολογισμοί συρρικνώνονται και η διείσδυση του κράτους στις οικονομικές συναλλαγές περιορίζεται, εμείς για μία ακόμη φορά επιλέγουμε το αντίθετο: παροχές τρισεκατομμυρίων. Το μαγικό φίλτρο της αισιοδοξίας. Μοναδική συνταγή για την επιτυχία. Εφήμερη αλλά αποτελεσματική. Παροχές, όταν τα χρέη ως ποσοστό του ΑΕΠ απέχουν από τους στόχους και όταν οι συνθήκες μάς δεσμεύουν, έστω και αν θέλουμε να τις αγνοούμε.


Το ερώτημα όμως δεν έχει απάντηση. Πώς συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη μια αλόγιστη προεκλογική παροχολογία; Πώς επιδρά στην οικονομική ανάπτυξη η αναδιανομή του πλούτου που δημιουργείται από τις συγκεκριμένες ενέργειες;


Γνωρίζουμε ότι και αυτό, όπως και πολλά άλλα που συνθέτουν τις προεκλογικές παροχές δεν προκύπτουν από επιστημονική εκτίμηση. Είναι επιλογές που τις διακρίνει το «ζωώδες κίνητρο του ανταγωνισμού». Οπως ακριβώς ένας επιχειρηματίας χωρίς σαφή γνώση των αποτελεσμάτων αποφασίζει να εμπλακεί σε έναν πόλεμο τιμών με τον αντίπαλό του χωρίς πολλές φορές να γνωρίζει τις επιπτώσεις των ενεργειών του στην απασχόληση των εργαζομένων και στα κέρδη των μετόχων, έτσι και οι υποψήφιοι εμπλέκονται σε ανταγωνισμό παροχών. Προσφέρουν ελιξίρια για να πετύχουν στόχους χωρίς να τους απασχολούν οι επιπλοκές. Το μόνο που έχουμε να πούμε είναι κρίμα.


Ο κ. Ν. Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.