Μια σημαντική συμβολή στην έρευνα και μελέτη της πορείας εξέλιξης της κλασσικής κιθάρας στην χώρα μας, αποτελεί η βιογραφία του μουσικολόγου και κιθαριστή Τάσου Κολυδά για τον Δημήτρη Φάμπα, τον πρωτεργάτη της ελληνικής σχολής κιθάρας. Αυτός είναι και ο τίτλος του βιβλίου («Δημήτρης Φάμπας: πρωτεργάτης της ελληνικής σχολής κιθάρας») που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις PANASMUSIC και έρχεται να φωτίσει με εξαιρετικά συστηματικό και πλούσιο τρόπο το φαινόμενο του σπουδαίου κιθαριστή, μιας πολυσχιδούς μουσικής προσωπικότητας, που έδωσε αποφασιστική ώθηση στην άνθηση και διάδοση της κλασσικής κιθάρας στην Ελλάδα.

Στην πραγματικότητα ο κ. Κολυδάς ήλθε να καλύψει ένα σημαντικό κενό που υπάρχει στην Ιστορία της νεοελληνικής έντεχνης μουσικής και συγκεκριμένα στη διερεύνηση του φαινομένου που συνδυάστηκε με τη ραγδαία αύξηση του ενδιαφέροντος γύρω από την κλασική κιθάρα κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα στην Ελλάδα, καθώς και των συνθηκών θεμελίωσης και ανάπτυξης της ελληνικής σχολής κιθάρας, μέσα από τη διεξοδική μελέτη της ζωής και του έργου του Δημήτρη Φάμπα, ο οποίος υπήρξε ο ένας από τους δύο πρωτεργάτες (ο άλλος ήταν ο Γεράσιμος Μηλιαρέσης) αυτής της εξέλιξης, όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας.

Το βιβλίο συνιστά μια λεπτομερή και τεκμηριωμένη παρουσίαση της ζωής και του έργου του Δημήτρη Φάμπα, αφιερώνοντας ειδικά κεφάλαια στον καλλιτέχνη-σολίστ της κιθάρας, στον μουσικοπαιδαγωγό και στον συνθέτη. Ενώ παράλληλα επιχειρείται η εξερεύνηση και χαρτογράφηση του «γαλαξία» της ελληνικής Σχολής κιθάρας στην εποχή που έδρασε και δημιούργησε ο Φάμπας. Μια εποχή με δύσκολες κοινωνικές συνθήκες και έντονες προκαταλήψεις ως προς την κλασσική κιθάρα, η οποία μέχρι τα μισά του εικοστού αιώνα ήταν γνωστή αποκλειστικά ως όργανο της λαϊκής μουσικής και έως το 1945 κανένα ωδείο στην Ελλάδα δεν είχε ιδρύσει τάξη κιθάρας. Εξ αυτού του λόγου η προσφορά του Φάμπα, του πρώτου Έλληνα κιθαριστή με διεθνή παρουσία, είχε μια μοναδική σημασία.

Όπως επισημαίνει στον πρόλογο του βιβλίου ο καθηγητής Μουσικολογίας ΑπόστολοςΚώστιος, «επρόκειτο για έναν επίμονο και επίπονο αγώνα του Δασκάλου και μιας πλειάδας μαθητών του, μέσα από τους οποίους αναδείχθηκαν σπουδαίοι κιθαριστές, συνδιαμορφωτές και θεμελιωτές του έργου που δικαιολογημένα εδραιώθηκε στη συνείδηση μουσικών και μουσικόφιλων της Ελλάδας και της διεθνούς μουσικής κοινότητας ως “Ελληνική Σχολή κιθάρας”». Μεταξύ των μαθητών του Φάμπα οι οποίοι μάλιστα συνέβαλαν στην έρευνα του συγγραφέα είναι οι: Λίζα Ζώη, ΕυάγγελοςAσημακόπουλος, ΝότηςMαυρουδής, ΒαγγέληςMπουντούνης, Βασίλης Γρατσούνας, ΜάρκοςTσέτσος, ΠαύλοςKάβουρας, ΛευτέρηςΔαής, Νίκος Παναγιωτίδης κ.ά.

«Αρχιμάστορας ο Δημήτρης Φάμπας, ήταν εκείνος που από το ξεκίνημά του ενέπνευσε τον ενθουσιασμό, μετέδωσε το πάθος του στους μαθητές του και τους έπεισε πως ήταν ικανοί με σκληρή δουλειά να γίνουν επιφανείς ερμηνευτές και –παράλληλα– να επιτύχουν την καθαρά επαγγελματική καταξίωσή τους, κάτι που φαινόταν ουτοπικό στην εποχή του όταν η κιθάρα ούτε καν διδασκόταν στα ωδεία, ενώ θα περάσουν πολλά χρόνια έως ότου αναγνωριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως ισότιμο με τα άλλα όργανα και κατοχυρωθεί νομικά η διδασκαλία της», σημειώνεται μεταξύ άλλων στο πρόλογο. Αξίζει να επισημανθεί ότι ο Δημήτρης Φάμπας ανήκει στην πρώτη γενιά επαγγελματιών σολίστ κιθάρας, δεδομένου πως στις αρχές της δεκαετίας του ’50 κατέληξε στην απόφαση πως η ενασχόλησή του με το όργανο θα αποτελούσε το μοναδικό βιοποριστικό του επάγγελμα. «Η πρωτόφαντη ιδιότητά του ως σολίστ κιθάρας με την οποία εμφανιζόταν, σε συνδυασμό με την συχνότητα των εμφανίσεων, συνέβαλαν στην καλλιέργεια θετικού κλίματος για την κιθάρα. Σε πολλές από τις ελληνικές πόλεις που επισκέφθηκε δεν είχε ξαναδοθεί ρεσιτάλ κιθάρας· η κιθάρα ήταν γνωστή ως συνοδευτικό όργανο στη λαϊκή μουσική. Συνεπώς, με την παρουσία του σηματοδοτείται ο μετασχηματισμός της «σκηνής» για την αποδοχή της κιθάρας ως οργάνου – φορέα της «σοβαρής» μουσικής», αναφέρει ο κ. Κολυδάς, ο οποίος μας πληροφορεί ότι «ένδειξη του μετασχηματισμού αυτού συνιστά η εμφάνισή του σε χώρους που θεωρούνταν “απαγορευμένοι” για το όργανο της κιθάρας, όπως π.χ. το ρεσιτάλ του στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, το 1961, με το οποίο ο Φάμπας εγκαινίασε τη χρήση αρχαίων θεάτρων για την εκτέλεση μουσικής για κιθάρα στην Ελλάδα».

Παράλληλα, ήταν ο πρώτος Έλληνας σολίστ κιθάρας που εμφανίστηκε σε πολλές χώρες του εξωτερικού. Για πρώτη φορά εμφανίστηκε με την ιδιότητα του κιθαριστή στην Ισπανία (Βαρκελώνη), την Πορτογαλία (Λισαβόνα), και τη Γαλλία (Μασσαλία), το 1959. Αργότερα, επισκέφτηκε μεγάλα μουσικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης (Λονδίνο, Παρίσι), εκκλησιαστικές έδρες (Βατικανό, Κωνσταντινούπολη) κ.ά. «Μόνιμη επιδίωξή του Φάμπα, συνιστούσε η ανάδειξη της κιθάρας, ως οργάνου “σοβαρής” μουσικής στον χώρο της ελληνικής μουσικής ζωής και η διεκδίκηση μιας θέσης ισότιμης με τα αναγνωρισμένα “κλασικά” όργανα», αναφέρεται στο βιβλίο.

Από το 1954 και έπειτα μετείχε στην εκτέλεση μουσικής για ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες. Σε μια εποχή που ο ελληνικός κινηματογράφος γνώριζε άνθιση, η χρήση της κιθάρας από τους συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής, γινόταν όλο και πιο συχνή. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον περιορισμένο αριθμό των κιθαριστών που μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες των ηχογραφήσεων, ανέδειξαν το Δημήτρη Φάμπα σε πολύτιμο αρωγό και τακτικό συνεργάτη των συνθετών και τακτικό επισκέπτη των κινηματογραφικών στούντιο. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του για τις ανάγκες των κινηματογραφικών ταινιών γνώρισε τον Μάνο Χατζιδάκι.

Γνωρίστηκε, όμως και με την άλλη μουσική φυσιογνωμία που κυριαρχούσε στον ίδιο χώρο εκείνη την περίοδο. Ο Μίκης Θεοδωράκης πρότεινε στον Φάμπα να αναλάβει εξ ολοκλήρου την ερμηνεία της μουσικής που είχε γράψει για μια θεατρική παράσταση, το 1963. Χάρη στη συνεργασία αυτή ο Φάμπας εισήλθε σ’ ένα χώρο που θεωρείτο «απαγορευμένος» για την έντεχνη δυτικοευρωπαϊκή μουσική: το λεγόμενο «έντεχνο λαϊκό τραγούδι». O Φάμπας είχε έντονη συμμετοχή και στην ανάπτυξη της σχετικής δισκογραφίας, που εκείνη την περίοδο γνώρισε μεγάλη άνθιση στην Ελλάδα.