Ο κατάλογος με τις δημοσιευμένες επιστημονικές εργασίες του καθηγητή Φώτη Καφάτου, διευθυντή του Ευρωπαϊκού Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας, βρίσκεται πάνω στο τραπέζι μου. Ο αριθμός, 237 προς το παρόν, ίσως και να μην εκπλήσσει. Αναμενόμενος για τον άνθρωπο που έγινε ο νεαρότερος καθηγητής του Χάρβαρντ (σε ηλικία μόλις είκοσι εννέα ετών!). Η ποιότητα όμως; Στην πρώτη σελίδα μετράω τέσσερις στο περιοδικό «Science» (το πλέον έγκυρο επιστημονικό περιοδικό), στην τελευταία μετράω μία στο περιοδικό «Nature» και δύο στην αμερικανική επιθεώρηση «Proceedings of the National Academy of Science».


Θα έλεγε κανείς ότι ο Φώτης Καφάτος δεν κάνει τίποτε άλλο από το να ασχολείται με την έρευνα. Μέγα λάθος! Ο Φώτης Καφάτος δεν δίστασε ποτέ να αφήσει τα προσωπικά ερευνητικά του ενδιαφέροντα προκειμένου να ανταποκριθεί στα καλέσματα της χώρας του: έθεσε τις βάσεις της Μοριακής Βιολογίας στην Ελλάδα, με δεκάχρονη θητεία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, και συνετέλεσε στην οργάνωση του Πανεπιστημίου και του Ερευνητικού Κέντρου της Κρήτης.


Μου έρχεται στον νου η διεύθυνση του σπιτιού του στη Χαϊδελβέργη: οδός Φιλοσόφων. Στον δρόμο αυτό, κατά παράδοση, κατοικούν τα μεγάλα ονόματα από το διδακτικό προσωπικό του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης. Εκεί τον συνάντησα ένα απόγευμα του περασμένου Νοεμβρίου. Με υποδέχθηκε με την προσήνεια και την απλότητα των πραγματικά μεγάλων και λίγο αργότερα έγινε η ψυχή της γιορτής που διοργάνωσε στο σπίτι του προκειμένου να γνωρίσω την ελληνική κοινότητα του EMBL.


Γνήσιος Κρητικός, ο Φώτης Καφάτος μου αποκάλυψε με περηφάνια ότι το μυστικό της καταπληκτικής σαλάτας που μας προσέφερε ήταν το κρητικό θυμάρι που είχε μαζέψει μόνος του. Αλλά και άνθρωπος του κόσμου, με κεραίες ευαίσθητες στα μηνύματα των καιρών, όπως αποκαλύπτει το διάγγελμά του στο συμβούλιο του EMBL το οποίο αποφάσισε πρόσφατα την ανανέωση της θητείας του ώσπου να συνταξιοδοτηθεί.


Την επομένη, στο γραφείο του, τον είδα ενδράσει. Ο άνθρωπος που είχε χορέψει μαζί μας ως τις πρώτες πρωινές ώρες και είχε αρχίσει πρώτος τον χιονοπόλεμο κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης, σήμερα, από τη θέση του, επηρεάζει τις αποφάσεις της ευρωπαϊκής και διεθνούς έρευνας. Σαφώς σε μια θέση εξουσίας, ο Φώτης Καφάτος δεν δίνει την αίσθηση ότι υποκύπτει στη γοητεία της. Τον ρώτησα και μου το επιβεβαίωσε…



«Δεν επιζητώ την εξουσία, δεν αισθάνομαι την ανάγκη να αποδείξω πως έχω δύναμη· αντίθετα, υπακούω στην εσωτερική μου ανάγκη να χρησιμοποιώ την όποια δυνατότητα και επιρροή έχω για να κάνω κάτι δημιουργικό, κάτι το οποίο δεν προωθεί κυρίως τη δική μου καριέρα αλλά υπηρετεί έναν ευρύτερο κοινωνικό στόχο. Αυτή η ανάγκη με έχει οδηγήσει και σε σοβαρές θυσίες στην καριέρα μου, με την έννοια πως δεν αφοσιώθηκα μονοσήμαντα στην ερευνητική δραστηριότητά μου, αλλά αφιερώθηκα και στη στήριξη θεσμών και ιδρυμάτων τόσο στη χώρα μας όσο και στο εξωτερικό».


­ Κοιτάζοντας το έργο σας τώρα, εκ των υστέρων, βλέπετε πως έχει αποδώσει;


«Βλέπω πολύ θετικό ότι βοήθησα να δημιουργηθεί ευρύ ενδιαφέρον για τη βιολογία, την επιστήμη του 21ου αιώνα. Επίσης, βοήθησα στη δημιουργία ενός πυρήνα μοριακής, κυτταρικής, αναπτυξιακής βιολογίας και γενετικής που επέζησε και έχει προσφέρει σημαντικά στην παραπέρα πορεία του Τμήματος Βιολογίας».


­ Κατά την περίοδο αυτή είχατε και ευρύτερη επίδραση;


«Νομίζω ότι συνέβαλα, μέσω του τότε Πανεπιστημιακού Ομίλου, στην προώθηση μεταρρυθμίσεων στον χώρο της παιδείας· μεταρρυθμίσεων που ήταν υπερώριμες και τις οποίες η χούντα είχε καθυστερήσει. Αυτές μπορούν να συνοψισθούν στη συλλογική και όχι κάθετα πυραμιδική οργάνωση του πανεπιστημίου, δηλαδή στην κατάργηση της έδρας και στη δημιουργία ενός πολυπρόσωπου και συλλογικού οργάνου, με τη συμμετοχή και των φοιτητών. Από την περίοδο αυτή έχω κρατήσει πολλές θετικές μνήμες. Από την άλλη, έχω κρατήσει και πολλά μαθήματα από τα λάθη που έγιναν την περίοδο εκείνη. Λάθη ακροτήτων και υπερβολικής έμφασης στη διαδικασία εις βάρος της ουσίας».


­ Τι εννοείτε;


«Εννοώ κυρίως την υπέρμετρη κομματικοποίηση που κατέστρεψε το φοιτητικό κίνημα και τον άκρατο συνδικαλισμό που εμπλόκαρε τα πανεπιστήμια περιορίζοντας την πορεία ποιοτικής αλλαγής τους. Μεταρρύθμιση δεν σημαίνει μόνο αλλαγή των θεσμών και των διαδικασιών, αλλά σημαίνει και παράλληλη αλλαγή νοοτροπίας, ανανέωση ατόμων. «Ανδρες γαρ πόλεις και ου τείχη…». Η επιτυχία ενός συστήματος σχετίζεται όχι μόνο με το πλαίσιο αλλά και με τους ανθρώπους που θα το υπηρετήσουν και με το έργο τους μέσα στο σύστημα. Εκεί πιστεύω ότι έγιναν λάθη ισοπέδωσης και ανωριμότητας, στα οποία έχω και εγώ μερίδιο ευθύνης».


­ Λάθη ανεπανόρθωτα;


«Οχι, αλλά λάθη τα οποία φέρουν βαριά κληρονομιά…».


­ Η οποία όμως μπορεί να αλλάξει;


«Ακριβώς. Οχι όμως χωρίς την αυτοκριτική μας και την αξιοποίηση της εμπειρίας. Πράγμα που έγινε στην περίπτωση του Πανεπιστημίου της Κρήτης. Εκεί το ζητούμενο δεν ήταν απλώς να γίνει ένα νέο πανεπιστήμιο, αλλά το πανεπιστήμιο αυτό από καταβολής να φέρει κάτι ριζικά καινούργιο. Πάντοτε ήμουν εναντίον του συγκεντρωτισμού και της ομοιογενοποίησης γιατί πιστεύω πως αφήνοντας χίλια λουλούδια να ανθίσουν, όπως λέγαμε κάποτε, δίνει κανείς τη δυνατότητα να δοκιμασθούν λύσεις που δεν θα είχαν ποτέ επιτραπεί κρατικιστικά.


­ Πώς θα περιγράφατε αυτήν την περίοδο;


«Σαν μια περίοδο κινητοποίησης και συνειδητοποίησης ενός ευρύτερου κοινωνικού στρώματος. Το ζητούμενο, όχι μόνο για τους πανεπιστημιακούς, αλλά ευρύτερα για μορφωμένους και ακόμη για τους απλούς ανθρώπους οι οποίοι ήθελαν το παιδί τους να μάθει πραγματικά γράμματα, έγινε η ποιότητα του πανεπιστημίου και όχι μόνο ο τόπος ή ο χρόνος λειτουργίας του».


­ Στην Κρήτη όμως αναλάβατε και τη δημιουργία του Ινστιτούτου Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας…


«Ηταν και αυτό μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας. Μαζί με τους συναδέλφους Οικονόμου, Λαμπρόπουλο και Τσιχριτζή και με την θερμή υποστήριξη του τότε υπουργού Ερευνας και Τεχνολογίας καθηγητή Γ. Λιάνη, οργανώσαμε τρία ανεξάρτητα ινστιτούτα τα οποία αποτέλεσαν τον πυρήνα του Ερευνητικού Κέντρου Κρήτης (ΕΚΕΚ). Ετσι, παράλληλα με την εκπαιδευτική μεταρύθμιση, καθιερώθηκε και η έρευνα σαν ένας αυτόνομος δημιουργικός πόλος. Το ΕΚΕΚ βοήθησε στον επαναπατρισμό και άλλων επιστημόνων στην Κρήτη και γρήρορα απέκτησε διεθνή ακτινοβολία. Πρέπει να πω πως αναγνωρίστηκε και στηρίχθηκε από διαδοχικούς υπουργούς, Βάσω Παπανδρέου, Α. Πεπονή και από τον Κ. Σημίτη, ο οποίος ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας χρηματοδότησε την υποδομή του Ινστιτούτου μας από κονδύλια των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων. Ηταν η πρώτη φορά που διαρθρωτικοί πόροι της ΕΕ πήγαιναν στη χρηματοδότηση της έρευνας. Πρωτοτυπία της χώρας μας που έχει βρει μιμητές ανάμεσα στους εταίρους μας».


­ Γιατί θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται διαρθρωτικοί πόροι για την έρευνα;


«Πιστεύω πως η έρευνα είναι βασικό στοιχείο πολιτισμού μιας χώρας, αλλά παράλληλα και ένας μοχλός μακροχρόνιας ανάπτυξης και κοινωνικής εξέλιξης. Το πετυχημένο πείραμα του ΕΚΕΚ όχι μόνο απετέλεσε σημαντικό μοχλό για την ευρύτερη προώθηση της έρευνάς μας, αλλά αποδεικνύοντας ότι μπορεί να γίνει σοβαρή έρευνα στην Ελλάδα ενίσχυσε έμμεσα και άλλες προσπάθειες, κάνοντας τη χώρα μας πιο φερέγγυα στο ανταγωνιστικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Το παράδειγμα του ΕΚΕΚ/ΙΤΕ έχει επανειλημμένως χρησιμοποιηθεί από τις Βρυξέλλες ως πρότυπο τοπικής πρωτοβουλίας για τη γρήγορη ανάπτυξη της έρευνας στην περιφέρεια της Ευρώπης».


­ Εχοντας συνείδηση της συμβολής του ΕΚΕΚ στη στάση εμπιστοσύνης της Κοινότητας προς την ελληνική έρευνα, αναρωτιέμαι πώς αισθάνεται ένας από τους δημιουργούς του έχοντας αντιμετωπίσει τις «εντός των τειχών» επικρίσεις.


«Θα χρησιμοποιήσω την απάντηση που έδωσα τότε στο περιοδικό «Science», όταν ρωτήθηκα για το μυστικό της επιτυχίας μιάς τέτοιας προσπάθειας. «Τρία πράγματα χρειάζονται: Σιγουριά σ’ αυτό που πιστεύεις, πείσμα να το κυνηγήσεις και παχύ δέρμα για να επιβιώσεις»».


­ Δώστε μου τις βασικές αρχές που διέπουν τη φιλοσοφία σας ως νέου διευθυντή του EMBL.


«Τρεις είναι οι βασικές αρχές: αξιοκρατία, συνεργασία και δεκτικότητα. Αφιερώνουμε σοβαρό χρόνο στην εκπαίδευση και στη δημιουργία δικτύων συνεργασίας μεταξύ των χωρών – μελών, από τις οποίες επιζητούμε ουσιαστική συμμετοχή, ενώ παράλληλα επιλέγουμε τον καλύτερο για κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Κάνουμε προσπάθειες να ενημερώνουμε τους ενδιαφερομένους σε όλες τις χώρες – μέλη για τη δυνατότητα να έλθουν εδώ προκειμένου να υπάρξουν ίσες ευκαιρίες για όλους τους ικανούς. Θα λάβω λοιπόν την ευκαιρία που μου δίδεται με αυτή τη συνέντευξη να πω στην ελληνική επιστημονική κοινότητα ότι είμαστε ένας οργανισμός ανοιχτός που ενδιαφέρεται να πλουτίσει το δυναμικό του με νέους ανθρώπους από όλη την Ευρώπη. Ας τολμήσουν οι νέοι ερευνητές μας αλλά και τα παιδιά που τελειώνουν τώρα το πανεπιστήμιο ή το διδακτορικό τους να κάνουν την αίτησή τους και να διαγωνισθούν με τους άλλους ευρωπαίους. Η εμπειρία έχει δείξει ότι υπάρχουν πολλά ελληνικά ταλέντα και οι πιθανότητες να γίνουν δεκτά δεν είναι αμελητέες. (Ας κοιτάξουν στο web, στο http//www.embl-heidelberg.de/)».


­ Η εμπειρία που είχατε αποκτήσει από την οργάνωση των πανεπιστημιακών μονάδων της χώρας μας σάς βοήθησε στο έργο σας εδώ;


«Σαφώς. Αλλά και όπως έμαθα μετά την εκλογή μου, η επιτυχία της προσπάθειας στην Κρήτη ελήφθη υπόψη».


­ Είστε στο EMBL, έχετε εργασθεί στην Αμερική και στην Ελλάδα. Σε ποια γενικά συμπεράσματα έχετε καταλήξει σχετικά με την έρευνα;


«Χρειάζεται συνεχής παρουσία νέων ανθρώπων, τριαντάρηδων, σαραντάρηδων ­ και τα λέει αυτά ένας μεσοπενηντάρης (γέλια). Επίσης, το δίλημμα «βασική ή εφαρμοσμένη έρευνα;» είναι πλαστό. Η σχέση τους στην πραγματικότητα είναι διαλεκτική· οι εξελίξεις τρέχουν και η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ έρευνας και εφαρμογής προωθεί και τις δύο. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στην Αμερική οι νέες εταιρίες υψηλής τεχνολογίας εκπορεύονται από τα κέντρα βασικής έρευνας».


­ Και για τη χώρα μας ειδικότερα;


«Αν όλοι συμφωνούν ότι η επιστήμη και η έρευνα αποτελούν μοχλό μακροχρόνιας ανάπτυξης, οφείλει και ο σχεδιασμός να είναι εξίσου μακροχρόνιος. Πρέπει κανείς να τραβήξει το ενδιαφέρον των μαθητών του γυμνασίου προς την επιστήμη, να τους εκπαιδεύσει σωστά και να τους δελεάσει με τη βάσιμη δυνατότητα δημιουργικής εργασίας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει συνέπεια και συνέχεια των πρωτοβουλιών της πολιτείας. Πιστεύω πως και γενικότερα η αλλοπρόσαλλη ασυνέχεια απογοητεύει τους πολίτες και τους οδηγεί στην παραίτηση. Αυτό το τρομερό που λέμε συχνά, ότι στην Ελλάδα δεν γίνεται τίποτε, είναι καταστρεπτικό. Σαφώς γίνονται σημαντικά πράγματα στην Ελλάδα, ας τα διαφυλάξουμε. Ας χαραχθεί μια μακροχρόνια πολιτική. Ας πάψουμε να είμαστε η χώρα του Σισύφου».


­ Πώς θα τραβήξει κανείς το ενδιαφέρον των μαθητών του γυμνασίου. Πιστεύετε ότι είναι ενημερωμένος ο μέσος Ελληνας ή ο μέσος Ευρωπαίος για το τι γίνεται στην επιστήμη;


«Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση αυτή. Πρέπει να σας πω ότι ένας λόγος που ανταποκρίθηκα στην πρόσκλησή σας για συνέντευξη είναι ακριβώς επειδή πιστεύω ότι εμείς που ασχολούμαστε με την επιστήμη έχουμε ευθύνη να μιλάμε γι’ αυτήν όχι μόνο μεταξύ μας ή με τους πολιτικούς αλλά και με το ευρύ κοινό. Φθάνοντας η επιστήμη στους πολίτες μέσα από έντυπα πλατιάς κυκλοφορίας λειτουργεί και ως πόλος έλξης για τα νέα παιδιά, κάποια από τα οποία θα αντιληφθούν ότι διαθέτουν αυτά τα θεία δώρα που απαιτούνται για την επιστήμη».


­ Ποια είναι για σας τα θεία δώρα τα προσόντα του καλού επιστήμονα;


«Πρώτα από όλα πρέπει να έχει πάθος για την επιστήμη του. Δεύτερον, να είναι προικισμένος με ικανότητες, όπως η εξυπνάδα και η παρατηρητικότητα. Να μπορεί να ανιχνεύει σχέσεις εκεί όπου προηγουμένως νομίζαμε ότι δεν υπήρχαν. Να συνθέτει. Να κάνει σύνδεση αιτίων και αποτελεσμάτων. Τρίτον, να παίρνει ρίσκα· γιατί στην έρευνα η επιτυχία δεν είναι εγγυημένη. Να έχει μύτη. Να μπορεί να αντιληφθεί εγκαίρως αν ο δρόμος που ακολουθεί δεν οδηγεί πουθενά στη δεδομένη χρονική στιγμή και με τις δεδομένες τεχνικές. Τέλος, είναι απαραίτητο να συνδυάζει τη σιγουριά για τον εαυτό του με την έλλειψη αλαζονείας».


­ Σχετικά με την έλλειψη αλαζονείας. Οταν μελετά κανείς τη ζωή, όσα του αποκαλύπτονται ή τον φέρνουν πιο κοντά στον Θεό ή τον κάνουν να αισθάνεται υπεράνθρωπος…


«Αυτό είναι μεγάλη συζήτηση. Εν συντομία, πιστεύω ότι υπάρχει μία πλευρά του ανθρώπου που θα αποκαλούσα «ο ηθικός και πνευματικός εαυτός του». Το αν δίνει κανείς θρησκευτική διάσταση σε αυτό είναι προσωπική υπόθεση του καθενός. Σε ό,τι με αφορά, προσπαθώ να μένω πιστός στις αξίες μου που αποτελούν το εσώτερό μου πρόσωπο. Π.χ., αυτό που έλεγα στην αρχή, ότι η εξουσία για την εξουσία με αφήνει αδιάφορο, αποτελεί μέρος της κοσμοθεωρίας μου και συνδέεται με ευρύτερες σκέψεις σχετικά με το τι είμαστε και ποιος είναι ο προορισμός μας στο σύντομο χρονικό διάστημα της ζωής. Πιστεύω ότι ο προορισμός μας έχει να κάνει με τη δημιουργία, την αυτογνωσία, τον σεβασμό του άλλου, την ηθική και κοινωνική συνείδηση που μας κάνει πραγματικά ανθρώπους».


­ Εσείς συνεχίζετε τις ερευνητικές σας δραστηριότητες;


«Ασφαλώς! Πρέπει να σας πω, πως όταν ανέλαβα τα καθήκοντά μου σαν γενικός διευθυντής του ΕΜΒ, αναγκάστηκα τον πρώτο ενάμιση χρόνο λόγω φόρτου εργασίας να περιορίσω στο ελάχιστο τις ερευνητικές μου δραστηριότητες. Αυτό με έκανε ιδιαίτερα δυστυχή. Γιά μένα είναι υπαρξιακή ανάγκη η έρευνα».


­ Πώς βιώνετε το γεγονός ότι παράγετε γνώση; Είναι μεγάλη αίσθηση ευθύνης να ξέρετε πως γιά πολλούς αυτό που λέει ο Καφάτος έχει μιά δεδομένη βαρύτητα;.


«Η αίσθηση ευθύνης είναι όντως μεγάλη, δεν θέλω να παρασύρω κανένα. Ξέρω πως είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος άνθρωπος, πως έχω ίσως και υπέρμετρο ενθουσιασμό γιά την επιστήμη μου και γιά όλα στα οποία έχω αφιερωθεί. Ομως προσπαθώ να έχω αυτογνωσία ώστε ότι λέω να με αντιπροσωπεύει. Επίσης προτιμώ να ακούω παρά να μιλάω…».


­ Οι επιλογές της ζωής σας και το δεδομένο πάθος σας για την επιστήμη πώς επέδρασαν στην προσωπική σας ζωή; Καταφέρνει κάποιος να συνδυάσει πολλά πράγματα;


«Αυτό είναι ένα ερώτημα που με έχει απασχολήσει πολύ. Συχνά φοβήθηκα ότι ακολουθώντας το μεράκι μου για την έρευνα δεν ανέπτυσσα άλλες πλευρές μου· δεν προλάβαινα να διαβάζω ποίηση και λογοτεχνία, που είναι επίσης μεγάλες αγάπες…. Ακόμη χειρότερα: επιβάλλοντας στον εαυτό μου τη σκληρή δουλειά περιόριζα την επικοινωνία μου με άλλους ανθρώπους, την οικογένεια και τους φίλους μου. Με παρηγορεί η σιγουριά των δεσμών αγάπης και αλληλοσεβασμού με τη γυναίκα μου, τις κόρες μου, τους λίγους καλούς μου φίλους. Είναι γεγονός ότι τα συχνά ταξίδια μου και ο περιορισμένος (ώς ανύπαρκτος) ελεύθερος χρόνος μου δεν βοηθούν τη διατήρηση συνεχών επαφών με ευρύ κύκλο φίλων. Προσπαθώ τουλάχιστον να δίνω έμφαση στην ποιότητα των σχέσεών μου…».


­ Πώς περνάτε τις διακοπές σας;


«Είμαι σε αυτό πολύ συντηρητικός. Κάθε καλοκαίρι περνώ δύο εβδομάδες στη Σούγια, στη νοτιοδυτική Κρήτη. Σε δωμάτιο μιας οικογένειας που έχει γίνει σαν δική μου. Με την παρέα των φίλων που με τα χρόνια εξελίχθηκε σε μόνιμη. Με την εκθαμβωτική ομορφιά της θάλασσας και των άγριων βουνών όπου συχνά ανεβαίνουμε».


­ Ποια είναι η παιδική σας ανάμνηση που έχει μείνει στη μνήμη σας;


«Μου έρχονται πολλές. Μπορώ να τις πω; Τα παιχνίδια με τα αδέλφια και τα εξαδέλφια μου στη Φορτέτσα, έξω από το Ηράκλειο, εκεί όπου τώρα είναι το σπίτι μου. Οι Μεγάλοι Χαιρετισμοί και τα Εγκώμια. Οι Κυριακές όπου μελετούσα τις μινωικές αρχαιότητες στο Μουσείο Ηρακλείου. Οι αταξίες με τους φίλους μου, «τα μαστόρια» στο σχολείο. Η πρώτη μου ανάβαση, 11 χρόνων, στον Ψηλορείτη. Οι παραστάσεις του Μολιέρου με τον Γιώργο Γραμματικάκη και άλλους φίλους στο γυμνάσιο. Ενα μεσημεριανό μπάνιο με τον πατέρα μου στην έρημη ­ τότε ­ ακτή του Αγίου Νικολάου…».