Αντιφρονών ποιητής
Ο Φόλκερ Μπράουν ανήκε στους γνωστότερους «αντιφρονούντες» συγγραφείς της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (DDR). Το γεγονός ότι ήταν μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν τον γλίτωσε από την παρακολούθηση της μυστικής αστυνομίας Στάζι. Παράλληλα όμως κατόρθωσε να επιβιώσει και να παράξει σημαντικό συγγραφικό έργο: ποιήματα, θεατρικά έργα (μεταξύ άλλων και ένα για την Ιφιγένεια), μυθιστορήματα και διηγήματα. Ο 77χρονος ποιητής ζει σήμερα στο Βερολίνο.

Τι είναι η Ελλάδα; «Η Ιρλανδία δεν είναι Ελλάδα» διαπίστωνε το 2010 η Ανγκελα Μέρκελ. «Η Γαλλία δεν είναι Ελλάδα» σιγόνταρε την ίδια χρονιά η γαλλίδα υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ. «Η Ισπανία δεν είναι Ελλάδα» συνέχιζε ο ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι, το ίδιο και η Ιταλία κατά τον ιταλό ομόλογό του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Αλλά ούτε και η Πορτογαλία, η Ουγγαρία, η Αυστρία, η Αργεντινή, το Ζιμπάμπουε ή η Ουγκάντα, όπως αναγράφεται στο πρόγραμμα της πρεμιέρας του θεατρικού έργου «Οι Ελληνες» του Φόλκερ Μπράουν στο Berliner Ensemble του Βερολίνου, ταυτίζονται με τη χώρα μας. Το τι ακριβώς είναι η ίδια διευκρινίζεται έτσι μόνο με τη μέθοδο της ατόπου απαγωγής: Ελλάδα είναι ό,τι δεν θέλουν οι άλλοι, ένα αρνητικό είδωλο ή, στην καλύτερη περίπτωση, ο χειρότερος εαυτός τους.

Γι’ αυτό και η αναζήτηση της χώρας του υπαρκτού Ελληνισμού την εποχή της κρίσης, έτσι όπως την κάνει στους «Ελληνες» ο Φόλκερ Μπράουν, αποτελεί βάλσαμο για την ταλαιπωρημένη από την απαξίωση και την παραπληροφόρηση ψυχή των φιλομαθών θεατών. Για την ακρίβεια, πρόκειται για δύο έργα υπό τον συνολικό τίτλο «Δήμος»: τους «Ελληνες», που γράφτηκαν το 2011 με θέμα το δημοψήφισμα για το ευρώ που σχεδίαζε να διοργανώσει ο Γιώργος Παπανδρέου, και τις «Καθαρίστριες», που διαπραγματεύονται την πολύπλοκη σχέση ανάμεσα στις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών με τον Γιάνη Βαρουφάκη τους πρώτους μήνες του 2015, όταν αυτός ήταν πλέον επικεφαλής του υπουργείου. Τα έργα παίζονται το ένα μετά το άλλο χωρίς διάλειμμα και η παράσταση διαρκεί μιάμιση ώρα.

Οι «Πέρσες» απαντούν στο ερώτημα αν ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν ήρωας ή εγκληματίας

Παραδοσιακή γραφή (οι «Καθαρίστριες» είναι γραμμένες σε εξάμετρο) με πολλές καινοτομίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: στα κείμενα δεν ονοματίζονται εκείνοι που διεξάγουν τον διάλογο. Θεατρικά ορατόρια; «Οχι» λέει ο συγγραφέας. «Πρόκειται για διαλογικά έργα γεμάτα δρώμενα. Η έλλειψη ονομάτων δίνει τη δυνατότητα αυτό που λέγεται να ειπωθεί από ένα, δύο ή και περισσότερα πρόσωπα, όπως στον αρχαίο Χορό. Το κείμενο είναι λυρικό, αλλά ο λυρισμός του είναι αισθησιακός, άπτεται συγκεκριμένων περιστατικών. Η ποίηση είναι το αισθησιακά συγκεκριμένο. Το ορατόριο είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, είναι απαγγελία μελοποιημένου λόγου». Στηριζόμενος σε αυτή την οδηγία ο σκηνοθέτης Μάνφρεντ Κάργκε στήνει δεξιοτεχνικά μια πολυφωνική παράσταση γεμάτη με χαρακτήρες και δράση.

Το λιτό σκηνικό (15 καρέκλες στη σειρά και ένα τραπεζάκι) δίνει στους 12 ηθοποιούς ελευθερία κινήσεων αλλά και… ακινησίας. Οι «Πέρσες» είναι «καθιστικό» κομμάτι που προβάλλει τον καθαρό λόγο. Οι ήρωές του είναι, δίπλα στον Παπανδρέου (που υποδύεται ο Γιόαχιμ Νιμτς), η Μέγαιρα, η Τρόικα (τριπρόσωπη), τα Μέσα Ενημέρωσης (δύο μισά κεφάλια) και ο Λαός της Αθήνας (Χορός).
Η παράσταση αρχίζει με ένα κρίσιμο ερώτημα: Είναι ο Παπανδρέου «ήρωας ή εγκληματίας»; Η απάντηση στο τέλος της παράστασης: «Ούτε ήρωας ούτε εγκληματίας». Πιο απαξιωτική δεν θα μπορούσε να είναι.
Ενδιάμεσα περιγράφεται η αντίσταση που πρόβαλαν οι δανειστές κατά του δημοψηφίσματος, αλλά και στενότατοι συνεργάτες του τότε πρωθυπουργού, όπως ο «εύσαρκος Βενιζέλος». Παραδίπλα εξιστορούνται τα δικά του διλήμματα, καθώς και το ότι ακόμα και «ο λαός της Αθήνας», για τον οποίο έκανε τόσες «θυσίες», σκεπτόταν να τον αφήσει στα κρύα του λουτρού μη συμμετέχοντας στο δημοψήφισμα. Το αποτέλεσμα ήταν η συνθηκολόγησή του έναντι των δανειστών. Το άδοξο τέλος: ο Παπανδρέου τριγυρίζει μόνος με ένα στιλέτο στην πλάτη που δεν κάνει καν τον κόπο να βγάλει από εκεί.
Πιο καλή είναι στα χέρια του Μπράουν η τύχη του Βαρουφάκη (Φέλιξ Τίτελ). Αυτός έχει αμέριστη την υποστήριξη των «Καθαριστριών» (με επικεφαλής τη Σβετλάνα Σένφελντ), που τον θεωρούν «δικό τους άνθρωπο». Σε αντίθεση με τον Παπανδρέου, ο τότε υπουργός Οικονομικών δεν είχε προσωπικά διλήμματα, ενώ η σύγκρουσή του με τον Μινώταυρο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θυμίζει τον αγώνα του Δαβίδ κατά του Γολιάθ. Στο τέλος βέβαια δεν γλιτώνει κι αυτός την κατηγορία για ασύνετους πολιτικούς χειρισμούς –κάτι που συμμερίζονται και οι «Καθαρίστριες».

Οι «Καθαρίστριες» και η πολύπλοκη σχέση τους με τον υπουργό Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη τους πρώτους μήνες του 2015

Ο Μπράουν είναι αριστερός συγγραφέας και ως τέτοιος παίρνει στη δημόσια συζήτηση θέση υπέρ των αδυνάτων και αδικημένων. Στο ποιητικό του έργο όμως δεν υπάρχουν «καλοί» και «κακοί», όλοι έχουν μερίδιο ευθύνης (αν και κατά διαφορετικό τρόπο) για τη μιζέρια στην Ελλάδα. Από αυτό δεν εξαιρεί ούτε τις «Καθαρίστριες». «Ο λαός είναι συχνά κακός ή ηλίθιος» λέει. Η υποκειμενική του συμπεριφορά διαφέρει τότε παρασάγγας από εκείνο που υπαγορεύει το αντικειμενικό του συμφέρον.

Οχι λίγες απόψεις του Μπράουν προκαλούν αντίλογο. Η υπόθεσή του, π.χ., ότι ο Παπανδρέου ήθελε το δημοψήφισμα για λόγους δημοκρατικής αρχής, αλλά ότι «έσπασε» ψυχικά υπό την πίεση των δανειστών, δεν ευσταθεί: το δημοψήφισμα, όπως δείχνουν τα ντοκουμέντα, το ήθελε κυρίως για να σώσει την ήδη καταρρέουσα πρωθυπουργία του.
Αναμφισβήτητη είναι, αντίθετα, η άποψή του ότι η ανθρωπότητα έχει τεράστια πολιτική εμπειρία, από την οποία όμως κάνει περιορισμένη χρήση. «Ζει κάτω από το επίπεδο της γνώσης της» λέει. Ακόμα χειρότερο είναι βέβαια όταν κάποιος πράττει λάθος παρά τη γνώση του. Η περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, που εμφανίζεται στις «Καθαρίστριες» να πράττει μετά το δικό του δημοψήφισμα το ακριβώς αντίθετο εκείνου που ξέρει και θέλει, είναι η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό. Μιλήσαμε για τους «Ελληνες» με τον δημιουργό τους Φόλκερ Μπράουν:

Τι σας ώθησε να γράψετε τους «Ελληνες»;


«Η περίπτωση Παπανδρέου έχει για μένα χαρακτήρα μοντέλου. Πρόκειται για την προσπάθεια ενός ατόμου να δράσει ιστορικά, αλλά εμποδίζεται σε αυτό από ανώτερες δυνάμεις, τους δανειστές. Είναι παράγωγο της μετα-δημοκρατίας, της εκφυλισμένης δημοκρατίας. Στην ουσία είναι δράμα αρχαίου τύπου».
Η παράσταση αρχίζει και τελειώνει μουσικά με το συρτάκι. Μπήκε σαν ειρωνικό στοιχείο;
«Αυτό δεν είναι δικό μου εύρημα, είναι του σκηνοθέτη. Ο στόχος είναι η δημιουργία μιας ελληνικής ατμόσφαιρας. Δεν ξέρω αν τελικά είναι καλό. Ελπίζω να μη λειτουργεί ως φολκλόρ αλλά ως ξένο προς το έργο στοιχείο που παρεισφρέει ενοχλητικά σε αυτό, τελικά όμως βοηθά να φανεί καθαρότερα η βασική δράση του. Το φολκλόρ, όπως είπε κάποτε ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, δεν έχει θέση στη θεατρική σκηνή. Εμείς πάντως δίνουμε το βάρος στη δύναμη της γλώσσας, που εξακολουθεί να υπερισχύει στο γερμανικό θέατρο».
Τα έργα είναι γραμμένα σε στυλ αρχαίας τραγωδίας. Στην τελευταία ισχύει η αρχή του αναπόφευκτου –οι ήρωές της δεν μπορούν, όσο και να θέλουν και ό,τι και να κάνουν, να αποφύγουν τη μοίρα τους. Στην πολιτική όμως συμβαίνει το αντίθετο: οι πολιτικοί έχουν πάντα τις ευκαιρίες τους. Το αν τις αξιοποιούν εξαρτάται από τον δεδομένο συσχετισμό δυνάμεων, όχι από κάποια αναπόδραστη μοίρα. Γι’ αυτό και δεν ταιριάζει μάλλον το αρχαίο στυλ στα σύγχρονα δράματα.
«Αυτό λέω κι εγώ. Η ιστορική πείρα μάς διδάσκει ότι στην τέχνη η καθαρή τραγωδία ή η καθαρή κωμωδία αρχαίου τύπου δεν είναι πλέον δυνατή. Η ιστορία είναι μια ατέλειωτη διαδικασία με αμέτρητες καμπές και χωρίς τελεσίδικη λήξη. Οταν κάποτε διάβαζα μπροστά σε κοινό τους «Ελληνες» –ήταν η εποχή που γινόταν το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας –μου τέθηκε το ερώτημα: Ποια χώρα έχει σήμερα πιο τραγική μοίρα, η Σκωτία ή η Ελλάδα. Η απάντησή μου ήταν άμεση: η Ελλάδα. Και αυτό επειδή η χώρα αυτή έχει περισσότερο ιστορικό φως και επειδή η μοίρα της είναι συνυφασμένη με το μέλλον της ανοικτής κοινωνίας στην Ευρώπη. Το τραγικό στοιχείο της δεν έχει δηλαδή τίποτε το μοιραίο, η έκβασή του εξαρτάται από τις πράξεις και τις παραλείψεις των πρωταγωνιστών της. Αυτό αποτυπώνεται και στα έργα μου».
Τι ρόλο παίζουν στο δράμα σας οι καθαρίστριες; Είναι μόνο θύματα της κυβέρνησης Σαμαρά ή και της παρορμητικότητάς τους;
«Οι γυναίκες αυτές συγκροτούν μια ενεργό ομάδα, είναι δρώντα άτομα, χαίρονται για τον Βαρουφάκη, τον άναρχο πολιτικό χωρίς γραβάτα, και παρακολουθούν όλες του τις κινήσεις. Ξέρουν ότι με τον τρόπο που διαπραγματεύεται στις Βρυξέλλες θέτει σε κίνδυνο και τη δική τους ύπαρξη, συνεχίζουν όμως να τον ενθαρρύνουν και να τον υποστηρίζουν. Η υποστήριξη παίρνει απτή μορφή όποτε αυτός μπαίνει στο υπουργείο –οι γυναίκες στέκονται στην είσοδο για να τον δουν, να του μιλήσουν, να του σφίξουν το χέρι, να τον ακουμπήσουν. Σπάνια στην ιστορία έχει συμβεί τέτοια σωματική επαφή μεταξύ ενός πολιτικού και των υπαλλήλων του. Αλλά και οι γυναίκες αυτές υπόκεινται στις εντυπώσεις και στις παρορμήσεις της στιγμής που συχνά είναι λανθασμένες. Ούτε και γι’ αυτές ισχύει φυσικά το αλάθητο».
Μία από τις πιο εντυπωσιακές στιγμές της παράστασης ήταν εκείνη κατά την οποία οι καθαρίστριες βομβαρδίζουν τον Μινώταυρο-Σόιμπλε με τα ονόματα των γυναικών στην αρχαία μυθολογία. Ο Σόιμπλε μένει άφωνος. Η μοναδική αντίδρασή του είναι: «Προς τι το ξέσπασμα των γυναίων; Τι θέλουν αυτές οι άχρηστες κοιλιές;».
«Σε αυτό με βοήθησε η τύχη. Βρήκα κατά σύμπτωση την «Κοσμογονία» του Ησιόδου η οποία αναφέρει εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες μυθικά γυναικεία ονόματα. Ετσι έδωσα και στις ανώνυμες καθαρίστριες όνομα. Οπως κάθε άνθρωπος, είναι και αυτές ολόκληρο σύμπαν, θεές στο ανθρώπινο πάνθεον. Με το όνομα τους έδωσα πρόσωπα και προσωπικότητα με το οποίο μπορούσαν να αντιπαρατεθούν στο ίδιο ύψος των ματιών με τον Σόιμπλε».
Γιατί επιλέξατε την Ελλάδα για το δράμα σας; Λόγω του χρέους της που την έχει οδηγήσει σε χρεοκοπία;
«Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη καταχρεωμένη χώρα. Και η Γερμανία έχει τεράστιο χρέος έναντί της από την εποχή της ναζιστικής κατοχής: το κατοχικό δάνειο και τις επανορθώσεις. Είναι λοιπόν σκάνδαλο να ζητά από την Ελλάδα να εξοφλήσει το τρέχον χρέος της χωρίς να έχει εξοφλήσει το παλιότερο δικό της».
Οχι λίγοι, στην Ελλάδα και αλλού, θεωρούν ότι η Γερμανία και ο κόσμος όλος χρωστάνε επιπλέον στην Ελλάδα επειδή αντλούν από την πολιτιστική της κληρονομιά.
«Στο δράμα μου έχω τη φράση: «Σκεφθείτε τον τόπο στον οποίο γεννήθηκε το όνειρο της Ευρώπης. Και τώρα δείτε τι απέγινε». Αλλά υπάρχει υλική υποχρέωση έναντι της αθάνατης κληρονομιάς της αρχαίας Ελλάδας –θέατρο, φιλοσοφία και τα παρόμοια; Οχι, δεν νομίζω ότι υπάρχει. Ούτε και οι Γερμανοί έχουν κληρονομικά δικαιώματα για την κλασική μουσική τους ή οι Γάλλοι για τη λογοτεχνία τους. Ολα αυτά πρέπει να τα ξέρει κανείς και να τα σέβεται, όχι να τα εκμεταλλεύεται».
Της ίδιας άποψης είναι και ο κοινωνικός φιλόσοφος Οσκαρ Νεγκτ. Παρ’ όλα αυτά, λέει ότι ματώνει η ψυχή του όταν βλέπει πώς μεταχειρίζονται οι δανειστές μια χώρα στην οποία ανακαλύφθηκε η λογικά τεκμηριωμένη σκέψη.
«Ετσι το βλέπω κι εγώ. Σε ό,τι αφορά βέβαια τη σημερινή Ελλάδα δεν έχω την εικόνα μιας ιδανικής χώρας. Η φοροδοτική διάθεση των κατοίκων της ή οι κρατικές υπηρεσίες της δεν είναι ό,τι το καλύτερο. Πρόκειται για χώρα γεμάτη αντιφάσεις. Η τέχνη ζει κυριολεκτικά από αυτές. Εγώ προσπαθώ να τις αναδείξω. Το αποτέλεσμα δείχνει ότι συχνά και ο απλός κόσμος είναι φορτωμένος με ενοχές».
Πώς εκτιμάτε τη συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ;
«Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν βρίσκει άλλον εταίρο για να κυβερνήσει, τότε η συνεργασία είναι δικαιολογημένη. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες δεν είναι ευχάριστος εταίρος, αλλά δεν είχε προφανώς άλλη επιλογή. Είναι ωστόσο σημαντικό να δηλώσει εξαρχής τις διαφορές του από αυτό το κόμμα. Διαφορετικά γίνεται αναξιόπιστος. Οπως το δήλωσε ο Τσίπρας σε σχέση με αυτό που κάνει μετά τον Ιούλιο του 2015: Ακολουθεί λάθος πολιτική, αλλά δεν διστάζει να το ομολογήσει. Αυτό το βρίσκω μεγαλειώδες, αν και αμφιβάλλω για το κατά πόσο είναι συνεπές».
Δεν βρίσκετε περίεργο ότι ο Τσίπρας είναι ο πρώτος ηγέτης στην ιστορία της ευρωπαϊκής Αριστεράς που αναλαμβάνει να εφαρμόσει το πρόγραμμα των αντιπάλων του; Δεν μοιάζει με νέο είδος τραγωδίας;
«Απολύτως. Η νέα τραγωδία είναι όταν πράττει κανείς ενάντια στη συνείδησή του. Γι’ αυτό φταίνε οι περιστάσεις ή το κεφάλι το κακό μας, όχι η μοίρα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ