Φορώντας μια λευκή μπλούζα, σαν κι αυτές που φορούν οι τρόφιμοι στα ψυχιατρεία, γεμάτη αίματα, ο «ψεκασμένος» Φωκίων Καπνίδης απευθύνεται στο κοινό και αναφωνεί: «Για σας μάτωσα. Για να μη ματώσετε εσείς, μάτωσα εγώ…»: ο Βασίλης Παπαβασιλείου έγραψε, σκηνοθετεί και ερμηνεύει τον ήρωα που έπλασε με το υλικό τού σήμερα. Ακολουθώντας το τσεχοφικό μοντέλο από τις «Βλαβερές συνέπειες του καπνού», τον βάφτισε Καπνίδη, που περιλαμβάνει και το ήμισυ της καταγωγής του, σαν μια τιμή στους πόντιους προγόνους του. Το Φωκίων απλώς του άρεσε.
Κύριε Παπαβασιλείου, ποιο ήταν το έναυσμα γι’ αυτή την παράσταση;
«Αυτό που ζούμε. Και νομίζω ότι αυτό που ζούμε είναι ιστορικό με όρους της ιστορίας του νεοελληνικού κράτους. Η δεκαετία του 2010 του 21ου αιώνα θα πάρει τη θέση της δίπλα σε εκείνη του 20ού αιώνα που κατέληξε στη Μικρασιατική Καταστροφή».
Ποια είναι σήμερα η καταστροφή;
«Τώρα η αφετηρία είναι η καταστροφή ενός μοντέλου κοινωνικο-οικονομικού, δήθεν καπιταλιστικού, δήθεν σοβιετικοκρατικιστικού, της καθολικής ελληνικής δηθενιάς. Ολο αυτό μας έχει οδηγήσει σε απίστευτη περιδίνηση. Είναι αυτό που κάνει το «Οχι» «Ναι», το Μνημόνιο αντιμνημόνιο. Και υπό αυτή την έννοια καρνιβαλιστής του παρόντος –και μπράβο του και χαρά στο κουράγιο του –είναι ο νυν πρωθυπουργός, που σέρνει τον χορό του καρναβαλισμού. Βέβαια όλη η ελληνική πραγματικότητα μετέχει του Καρνάβαλου».
Tο δίπολο «Δεξιά – Αριστερά» εντάσσεται στο ίδιο σκεπτικό;
«Ναι, και υπό το πρίσμα αυτό ο Τσίπρας υπογράφει το τέλος του αιώνα του διχασμού. Τα 1915 ήταν τα εγκαίνια του πρώτου, που σήμερα κατέληξε στο γραφικό Μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Αυτό που πληρώνουμε τώρα ως γελοιότητα και de facto είναι το τέλος των διχασμών, εξ ου και η αμηχανία. Πώς θα ζήσουμε χωρίς βαρβάρους; Πώς θα ζήσουμε χωρίς το επιφώνημα; Πάνω – κάτω, Δεξιά – Αριστερά, Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός, που ίσως παραμένει και το πιο ισχυρό».
Μαζί έρχεται και το τέλος μιας θεώρησης του κόσμου;
«Απολύτως. Ηταν ένα ληξιπρόθεσμο γραμμάτιο που αναβίωσε μετά τη Μεταπολίτευση, όταν με όρους τελετουργικούς οι ηττημένοι του Εμφυλίου νομιμοποιήθηκαν πολιτικά. Και μετά οικειοποιήθηκε τα συνθήματά τους ο μεγάλος, ο μεγαλοφυής αρχισαλτιμπάγκος Ανδρέας Παπανδρέου».
Σας εκφράζει το δίλημμα «παλιό ή νέο»;
«Είναι εύκολο να είσαι ραμολί στα σαράντα σου… Είναι τόσο εύθραυστα και τόσο γελοία αυτά τα πράγματα. Μπορεί να είναι κάποιος ο νεότερος του παλαιού ή ο παλαιότερος του νέου».
Το έργο σας πραγματεύεται την κρίση;
«Κοιτάξτε, αυτή την ευλογία του ψεκασμού, γιατί, ως γνωστόν, η Ελλάδα ψεκάστηκε και αποτελεί θύμα μιας επιδρομής που ξεκίνησε γύρω στο 2010, την ονομάσαμε κρίση. Στην ουσία είναι μια καταστροφή. Και μιλάνε για έξοδο από την κρίση. Ποια έξοδο; Εδώ μιλάμε για μπάζα».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κινείται ο ήρωάς σας;
«Ναι. Σκέφτηκα λοιπόν έναν εκπρόσωπο των ψεκασμένων, με την ευρεία έννοια του όρου, ο οποίος κάποια στιγμή φτάνει στην κατάθλιψη και ο γιατρός του συνιστά να πάει σε ένα άσυλο, το ΑΑΨΟΥ ή Ασυλο Ανιάτως Ψεκασθέντων Ολικής Υστερήσεως. Καθ’ οδόν ο γιατρός αποδεικνύεται ότι αντέχει την πραγματικότητα λιγότερο από τον ασθενή, τον ήρωά μου, Φωκίωνα Καπνίδη. Είναι λίγο σαν τον Δημήτρη Νικολαΐδη, που είναι πιο τρελός από τον ασθενή του. Ο Φωκίων, με τη σειρά του, γίνεται ένας πολύ καλός τρόφιμος και κερδίζει τον τίτλο του Τροφίμου της Χρονιάς, εξ ου και ο λόγος του».
Ποιος είναι ο Φωκίων;
«Πιστός στο μάθημα του γιατρού ότι στην Ελλάδα μόνο οι νεκροί δεν πεθαίνουν ποτέ, ο Φωκίων θέλει να είναι κοντά τους. Επιλέγει τον χώρο, το σκηνικό, το κοστούμι του και εμφανίζεται στη Φρυνίχου. Γιατί; Γιατί βρίσκεται κοντά στην ακτίνα των νεκρών: Μουσείο, Ακρόπολη, Κεραμεικός. Να νιώθει ασφάλεια. Και οι θεατές το ίδιο. Η εμφάνισή του είναι μια παράβαση χωρίς Αριστοφάνη και θέλω να ελπίζω ένα σχόλιο για όλα. Θα ήθελα να είναι και ασεβές με την έννοια της ασέβειας που αναρωτιέται για το είναι των πραγμάτων. Είναι το καθήκον της ασέβειας, όπως έλεγε ο διευθυντής του «Μοnde Diplomatique» Ζιλιέν».
Είναι καταγγελτικός ο λόγος σας;
«Είναι μια συνομιλία με τα ερεθίσματα, τα διαχρονικά ελληνικά και νεοελληνικά ερεθίσματα. Πως υπάρχει μια τιμωρία να κουβαλάς ένα μέγεθος που δεν μπορείς να σηκώσεις. Σε εμάς τους Ελληνες δόθηκε το δίκοπο προνόμιο ενός μεγάλου τόπου. Με αυτό το κριτήριο βγαίνουμε σήμερα πολύ μικροί. Ενας τέτοιος τόπος σε βάζει εύκολα στον πειρασμό να τον εκδικηθείς».
Φταίμε;
«Ποιος έχει το κουράγιο να αυτοεξαιρείται από τον κύκλο του κακού; Ακούω συχνά ανθρώπους που το κάνουν αυτό. Το λέει και ο Φωκίων: «Εμείς που δεν φταίξαμε ποτέ σε τίποτα». Και το ερώτημα είναι καταλυτικό και αφορά το παρόν και το μέλλον της ελληνικής πορείας. Οταν δεν φταις για τίποτα, μπορείς να δημιουργήσεις κάτι; Οχι».
Και τώρα καλείται ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες του;
«Ακριβώς. Ανεστάλη αυτό και γι’ αυτό μιλώ τώρα για την κωλοτούμπα του Τσίπρα. Ο ίδιος ο Τσίπρας φρόντισε να παροξύνει αυτή την αναστολή παίζοντας το χαρτί Μνημόνιο – αντιμνημόνιο, σκίζω – ξεσκίζω και τώρα ο ίδιος καλείται, ως τρώσας, να σηκώσει αυτό το βάρος. Δεν ξέρω αν ο ίδιος μπορεί. Ούτε νομίζω ότι μπορεί ένας άνθρωπος να το κάνει αυτό. Στην ουσία στήθηκε ένας καθρέφτης σε ό,τι αφορά την εθνική μας ιδιαιτερότητα. Πάντα έφταιγε κάποιος άλλος. Ναι, γιατί εσύ δεν έκανες τίποτα. Σήμερα υπάρχει μια βουβαμάρα γύρω μας και ένα οδυνηρό αίτημα δημιουργίας. Αν και έχουμε την πρώτη ύλη του ταλέντου σε πολλούς τομείς, μας λείπει η πρωτότυπη, υπεύθυνη, δημιουργική σκέψη».

«Εχουμε έναν θίασο που υποδύεται τους βουλευτές»

Ποιο είναι το πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα;
«Η πανωλεθρία της εμπιστοσύνης. Δεν σας κάνει εντύπωση που ο κόσμος λέει “Οχι” στον Γιούνκερ και “Ναι” στο ευρώ; Τι σημαίνει αυτό; Το νόμισμα, εκ του νομίζω, στηρίζεται και στην έννοια της πίστεως. Και οι Ελληνες λένε “Ναι” στο ευρώ γιατί δεν θέλουν να μείνουν μεταξύ τους. Το τιτάνιο έργο του μέλλοντος είναι να χτιστεί εκ νέου αυτή η εμπιστοσύνη».

Και ποιοι θα τη χτίσουν; Οι πολιτικοί;

«Τι είναι σήμερα οι πολιτικοί; Εδώ έχουμε έναν θίασο που υποδύεται τους βουλευτές ή υποδύεται το νομοθετικό έργο αλλά που δεν μπορεί να υποδυθεί το εκτελεστικό. Ξέρετε, υπάρχει κάτι διδακτικό ή παιδαγωγικό που μπορώ να αναγνωρίσω σε αυτή την κυβέρνηση: μας έδειξε ότι δεν υπάρχουν άλλοι. Αλλά πώς θα ζήσουμε χωρίς άλλους…».

Καταλήγει κάπου ο ήρωάς σας;
«Οχι. Είναι αξιοπρεπής. Δεν προτείνει καμία λύση. Είναι αξιοπρεπέστατος. Ξέρετε, πρέπει να βρούμε το κουράγιο της φαντασίας. Ποιος το έχει; Ο Ελληνας πάντως παραμένει ανάμεσα στον Καραγκιόζη και στον Οδυσσέα. Αλήθεια, δεν μάθαμε ποτέ τι έγινε μετά την επιστροφή του στην Ιθάκη. Ποτέ δεν μαθαίνουμε τι γίνεται μετά τη νίκη».

πότε & πού:

Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν – Φρυνίχου. Πρεμιέρα: Πέμπτη 5 Νοεμβρίου, στις 21.15. Παραστάσεις από Πέμπτη ως Σάββατο στις 21.15 και κάθε Κυριακή στις 20.00. Ως τις 29/11. Από 7/12 ως 16/2 κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.15

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

«Σιχτίρ ευρώ, μπουντρούμ δραχμή, θα πεις κι ένα τραγούδι».
Κείμενο – σκηνοθεσία – ερμηνεία: Βασίλης Παπαβασιλείου.
Σκηνικά – κοστούμια: Μαρί-Νοέλ Σεμέ.
Καλλιτεχνική συνεργασία: Σωτήρης Χαβιάρας

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ