Μέγας ο τρόμος που κυρίευε τους ανθρώπους στην αρχαιότητα όταν θα έπρεπε να διασχίσουν την κοιλάδα των Τεμπών, καθώς ληστές ελλόχευαν στους απόκρημνους βράχους και στα πυκνά φυλλώματα απειλώντας τη ζωή τους.

Αλλά και ο Ξέρξης, κατερχόμενος προς Νότον, προτίμησε να αποφύγει τα Τέμπη –για άλλους λόγους φυσικά αυτός.

Το ίδιο και οι σπαρτιάτες βασιλείς, ο Βρασίδας και ο Αγησίλαος, όπως και οι Ρωμαίοι αργότερα, με τη σοβαρότητα του περάσματος των Τεμπών να διασχίζει τον χρόνο φθάνοντας ως τη σημερινή εποχή.

Δεν είναι περίεργο λοιπόν που οι απλοί άνθρωποι ίδρυαν ιερά για να ζητήσουν την αρωγή των θεών στο δύσκολο εγχείρημα αλλά και για να ξαποστάσουν. Ούτε ότι οι στρατάρχες έχτιζαν φρούρια για να ελέγχουν αυτό το ιδιαίτερα στρατηγικό πέρασμα από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία. Εκεί όπου ήρθε στο φως από τις πρόσφατες ανασκαφές χάρη στο οδικό έργο Μαλιακός – Κλειδί ένα από αυτά τα αρχαία ιερά, αφιερωμένο στη θεά Κυβέλη, με μια βασιλική των Μέσων Βυζαντινών χρόνων δίπλα του και ένα βυζαντινό πανδοχείο.
Δύο μόνο αιώνες, από τον 4ο ως τον 2ο π.Χ., «έζησε» το ιερό, το οποίο εντοπίστηκε κάτω ακριβώς από τη μεγάλη σήραγγα που κατασκευάστηκε στην έξοδο της κοιλάδας προς τη Λάρισα, όπως έδειξαν οι ανασκαφές της ΙΕ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων υπό τη διεύθυνση της κυρίας Ανθής Ευσταθίου-Μπάτζιου.
Ολα τα στοιχεία που ήρθαν στο φως συνηγορούν ότι ήταν αφιερωμένο στη λατρεία της θεάς Κυβέλης. Οπως το τμήμα μαρμάρινης στήλης σε σχήμα ναΐσκου με ανάγλυφη τη μορφή της αλλά και ένα πήλινο θυμιατήρι με ίχνη καύσης. Ενα πλακίδιο με την προτομή της θεάς Αρτέμιδος εξάλλου δείχνει ότι συλλατρευόταν στο ιερό. Οπως επισημαίνουν άλλωστε οι ανασκαφείς Γιώργος Τουφεξής, Γιώργος Βήτος, Ράνια Εξάρχου και Θωμάς Παπαντώνης, «η Κυβέλη και η Αρτεμις ήταν θεότητες που συνδέονταν με τα βουνά και τα άγρια θηρία, με τη βλάστηση και την άγρια φύση, ένα περιβάλλον όπως αυτό των Τεμπών».
Λυχνάρια του 4ου και 3ου αιώνα π.Χ., πλήθος αγγείων μαγειρικών και αποθηκευτικών, πήλινα ειδώλια και πήλινες αγνύθες, αντικείμενα μεταλλικά, οστέινα και γυάλινα, αλλά και χάλκινα νομίσματα βρέθηκαν επίσης στον χώρο, ενώ ιδιαίτερης σημασίας είναι δύο κεραμίδες στέγης επάνω στις οποίες σώζονται παράλληλες γραμμές με δύο εγχάρακτα Χ, αφού πρόκειται για το δημοφιλές στην αρχαιότητα επιτραπέζιο παιχνίδι «πέντε γραμμαί», που παιζόταν με πεσσούς και ζάρια.
Βυζαντινά
Θέα στο ποτάμι που κυλούσε αρκετά μέτρα βαθύτερα πρόσφερε το πανδοχείο των βυζαντινών χρόνων, ένα μακρόστενο κτίριο χτισμένο στη θέση παλαιότερου ρωμαϊκού σταθμού, όπως λέει η αρχαιολόγος κυρία Σταυρούλα Σδρόλια, προϊσταμένη της 7ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Η εξωτερική στοά του, με ογκώδεις πεσσούς που θα πρέπει να στήριζαν ξύλινο εξώστη πάνω από τον Πηνειό, μπορεί να δώσει αυτή την εικόνα. Και σε απόσταση μόλις 15 μ. ένα άλλο κτίσμα αποδείχθηκε ότι ήταν βυζαντινός ναός με τρεις ημικυκλικές κόγχες, στις δύο από τις οποίες εντοπίστηκαν και ίχνη από δύο κτιστές τράπεζες Ιερού Βήματος, δείγμα ότι υπήρχε στη μία διαμορφωμένο παρεκκλήσιο.

«Από τον συνδυασμό των στοιχείων το σύνολο χρονολογείται πριν από τον 13ο αιώνα, ενώ η καταστροφή του, που έγινε από φωτιά, μπορεί να σχετισθεί με τη φραγκική κατάκτηση του 1204»
λέει η κυρία Σδρόλια, προσθέτοντας: «Επειδή αποτελεί τον πρώτο ναό αυτής της εποχής που εντοπίστηκε στην περιοχή των Τεμπών, είναι δελεαστική η υπόθεση της σύνδεσής του με την Επισκοπή Λυκοστομίου, που αναφέρεται στις βυζαντινές πηγές από τον 10ο αι. και δεν έχει ταυτισθεί ως σήμερα, ενώ είναι γνωστό ότι στη συνέχεια (μεταξύ 13ου-15ου αι.) μεταφέρθηκε στον Πλαταμώνα».
Γενικότερα ωστόσο η θέση αυτή πρέπει να είχε διάρκεια αιώνων: ένα προσκύνημα των ταξιδιωτών σε μια πολυσύχναστη οδική αρτηρία, καθώς μάλιστα βρίσκεται σε μικρή απόσταση και από το γνωστό μεταγενέστερα Χάνι της Κοκόνας πλησίον του Πηνειού, όπου στάθμευαν οι περιηγητές του 19ου αιώνα. Πλήθος άλλωστε είναι τα αρχαιολογικά κατάλοιπα διαφόρων εποχών στην περιοχή. Οσον αφορά όμως τα συγκεκριμένα, η σπουδαιότητα και η θέση τους συνηγορούν για την ανάδειξή τους, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένας νέος επισκέψιμος χώρος, όπου θα γίνεται ενημέρωση για τον ιστορικό ρόλο των Τεμπών, τα αρχαιολογικά κατάλοιπα και την αρχαία λατρεία.
Η κοιλάδα του τρόμου και των περιηγητών
Αφιερωμένη στη λατρεία του θεού Απόλλωνα Πυθίου ή Τεμπείτη ήταν η Κοιλάδα των Τεμπών, ίχνη από το ιερό του οποίου έχουν βρεθεί στην ανατολική της έξοδο. Λατρευόταν όμως και ο Ποσειδώνας με το προσωνύμιο Πετραίος ως υπεύθυνος για γεωλογικά και άλλα συμφυή φαινόμενα –ο Ομηρος τον αποκαλεί γαιήοχο, ενοσίχθονα και εννοσίγαιο. Ετσι, στα Τέμπη τελούνταν προς τιμήν του ιππικοί αγώνες, τα Πετραία, ενώ παρόχθιο ιερό του στον Πηνειό έχει εντοπιστεί στον Ατραγα, όπου υπήρχε δωρικός ναός.
Συγγραφείς, ποιητές και ιστορικοί μίλησαν με διάφορους τρόπους στα έργα τους για την Κοιλάδα: από τον μεγαλύτερο γεωγράφο της αρχαιότητας Στράβωνα, τον ποιητή Οβίδιο, τον Βιργίλιο και τον Οράτιο ως τον Πλίνιο και τον Σενέκα. Τον 6ο αιώνα μ.Χ. ο ιστοριογράφος Προκόπιος μιλάει για τον τρόμο των κατοίκων που ζούσαν υπό το κράτος βαρβαρικών επιθέσεων, τον 12ο αιώνα ο λόγιος μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος «εξηγεί» πώς δημιουργήθηκαν τα Τέμπη, για τα οποία γράφουν επίσης ο Ιωάννης Καντακουζηνός, ο Νικήτας Χωνιάτης, η Αννα Κομνηνή κ.ά. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας εξάλλου οι περιγραφές έχουν πλέον και εικόνα από τους περιηγητές που αποτυπώνουν το τοπίο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ