» H ζωή αρχίζει και τελειώνει με τη μοναξιά»


zenakos@dolnet.gr


Ο Ζαν Ρουστέν είναι, κατά κοινή παραδοχή, μεγάλος ζωγράφος – ένας από τους τελευταίους. Γεννημένος το 1928 στο Μοντινί λε Μετς της Γαλλίας, εγκαταστάθηκε σε ηλικία 19 ετών στο Παρίσι όπου σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 ασχολήθηκε κυρίως με την αφηρημένη ζωγραφική για να καλύψει μια πορεία, από τη δεκαετία του 1970 και μετά, ως την παραστατικότητα – ένα γεγονός που αποτυπώνεται στην επιλογή των έργων της αναδρομικής έκθεσης, την οποία φιλοξενεί τούτες τις ημέρες το Μουσείο Φρυσίρα. Την επιμέλεια της έκθεσης, η οποία πραγματοποιείται με τη συνεργασία του Ιδρύματος Jean Rustin της Αμβέρσας, έχει κάνει η επιμελήτρια του μουσείου Μάρθα Χαλικιά. Οπως επισημαίνεται, το μουσείο φιλοδοξεί «μέσα από την παρουσίαση 130 έργων να γνωρίσει στο ελληνικό κοινό ένα μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας του ζωγράφου, από τη δεκαετία του 1950 ως τις μέρες μας». Και μολονότι ο καλλιτέχνης έχει τη φήμη ότι «δεν μιλάει» – ο δε καθηγητής του Πανεπιστημίου της Σορβόννης Φιλίπ Νταζέν γράφει στον κατάλογο της έκθεσης ότι «ο καλλιτέχνης απαιτεί από τη ζωγραφική να εκφράζεται με τα μέσα που διαθέτει και όσο μπορεί περισσότερο, χωρίς τη βοήθεια της παραμικρής λέξης, και σέβεται αυστηρά την απαίτηση αυτή» – η προσπάθεια έγινε: συνάντησα τον Ζαν Ρουστέν στο μουσείο και μιλήσαμε, μεταξύ άλλων, για τη ζωγραφική του.




– H αλήθεια είναι ότι ήθελα τόσον καιρό να σας γνωρίσω, για τη ζωγραφική όμως μου είναι δύσκολο να κάνω ερωτήσεις…


«Μα είναι δύσκολο. Πολύ δύσκολο. Σχεδόν αδύνατον».


– Γιατί πιστεύετε ότι για τη ζωγραφική οι άνθρωποι θέλουν να ρωτούν «γιατί;». Γιατί δεν κάνουν το ίδιο με τη μουσική;


«Νομίζω επειδή η ζωγραφική μένει. Εξαρτάται ασφαλώς και από το είδος της ζωγραφικής, μια ζωγραφική εξπρεσιονιστική πάντα προκαλεί περισσότερες ερωτήσεις. Γιατί δεν έχει μαλλιά; Γιατί είναι γυμνός; Δεν υπάρχει απάντηση. H μόνη απάντηση θα μπορούσε να είναι: επειδή είμαστε και έτσι. Υπάρχουν εικόνες που φλυαρούν, εικόνες που μιλούν πολύ. Αλλά για τη ζωγραφική τι να πει κανείς; Δεν υπάρχει απάντηση. Ισως γι’ αυτό οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να κάνουν ερωτήσεις. Νομίζω βασικά ρωτούν επειδή πρόκειται για κάτι σταθερό. H μουσική περνάει και φεύγει. H ζωγραφική στέκεται εκεί».


– Οι άνθρωποι όμως συχνά ρωτούν για την αφήγηση – «Γιατί δεν έχει μαλλιά;», όπως είπατε -, αλλά πολύ σπάνια κάνουν ερωτήσεις όπως «γιατί τόσο γκρίζο σε εκείνο το σημείο;».


«Μα σε τέτοιες ερωτήσεις θα μπορούσα μια χαρά να απαντήσω. Ξέρετε, ας πούμε, ότι ξεκίνησα με μια ζωγραφική αφηρημένη, πολυχρωματική, μια ζωγραφική που γενικά προκαλούσε ευχαρίστηση. Αρεσε αυτή η ζωγραφική, έκανα και έκθεση μάλιστα στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στο Παρίσι. Και τότε κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να το κάνω άλλο αυτό, δεν ήθελα κάτι τέτοιο. Ημουν πολύ δυστυχισμένος και για έναν χρόνο δεν μπορούσα να δουλέψω. Οταν ξεκίνησα να φτιάχνω αυτά τα πρόσωπα, τα κάπως φρικτά, αισθάνθηκα πολύ καλύτερα. Και οι άνθρωποι κατάλαβαν βέβαια με τι είχαν να κάνουν, δεν το αποδέχτηκαν όμως καθόλου».


– Είναι σίγουρο ωστόσο, όσο και αν εμείς μιλούμε για τη ζωγραφική, ότι το κοινό θα δει πάνω απ’ όλα το θέμα…


«Ναι, βέβαια. Θα δει ένα θέμα. Ενα θέμα όμως ιδωμένο με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Αυτό είναι φυσικό. Αλλά είναι δύσκολο να μιλήσω για αυτό. Οταν ξεκίνησα να κάνω αυτή τη ζωγραφική, το κοινό την είχε απορρίψει. Είχαν φέρει την αστυνομία σε εκθέσεις μου και τέτοια πράγματα. Τώρα αυτά έχουν τελειώσει. Πριν από είκοσι χρόνια αμφιβάλλω αν και ο Βλάσης Φρυσίρας θα μπορούσε να με είχε φιλοξενήσει. Στη Γαλλία θα ήταν σίγουρα αδύνατον. Το μόνο που μπορώ να πω για τη ζωγραφική μου είναι ότι είναι σίγουρα αποτελεσματική. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θέλω να προκαλέσω».


– Και αν κάποιος σας κατηγορούσε ότι θέλετε μόνο να προκαλέσετε;


«Θυμάμαι, ο άνθρωπος που γράφει τώρα το κείμενο του καταλόγου, ο καθηγητής Φιλίπ Νταζέν, πριν από 25 χρόνια είχε γράψει: «Ο Ρουστέν είναι ένας ζωγράφος επαναληπτικός και πορνογραφικός». Και αυτό ήταν το μόνο που είχε γράψει. Ισως και να είχε κάποιο δίκιο. Επαναληπτικός μάλλον είμαι…».


– Πορνογραφικός;


«Οχι. H πορνογραφία είναι πολύ εικονογραφική».


– Αρα ο Νταζέν δεν είχε δίκιο;


«Φυσικά και δεν είχε δίκιο!».


– Θα σας ενοχλούσε αν κάποιος έβλεπε αυτούς τους πίνακες και έλεγε «Είναι τόσο όμορφοι!»;


«Οχι βέβαια. Καθόλου. Γι’ αυτό τους φτιάχνω. Θα ήθελα να αρέσουν. Τώρα, αν πάλι κάποιος δεν αισθάνεται άνετα, κι αυτό το καταλαβαίνω. Είναι το πιο λογικό. Αν του αρέσουν, ακόμη καλύτερα. Δεν με πειράζει έτσι κι αλλιώς».


– Τι τρόπος όμως είναι αυτός για να αντιμετωπίζει κανείς τον κόσμο, να ανακατεύει χρώματα;


«Μα η ζωγραφική δεν είναι πραγματικότητα. Εγώ δεν ζωγραφίζω για αυτό. Μη συγχέουμε τα δύο. Μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπάρχει μια τέτοια τάση, μια σύγχυση, γι’ αυτό και η ζωγραφική δέχτηκε τέτοια επίθεση».


– Σας απασχόλησε η επίθεση κατά της ζωγραφικής;


«Οχι, δεν με απασχόλησε. Αλλά την αντιλήφθηκα. Δεν με ανησύχησε. Ούτε μου άρεσε όμως. Σίγουρα το να σωριάζεις σκουπίδια στη γωνία και να μιλάς για αυτά δεν μου αρέσει. Τι να κάνουμε όμως; Υπάρχει κι αυτό».


– Υπάρχουν ωστόσο Νέα Μέσα, τα οποία θαυμάζετε;


«Σαν τι;».


– Υπάρχουν, ας πούμε, έργα video που σας έχουν κάνει εντύπωση;


«Μα βέβαια. Ασφαλώς. Αλλά εγώ είμαι πολύ γέρος. Δεν είναι για εμένα. Το βρίσκω όμως σημαντικό να συνεχίσει η ζωγραφική γιατί δεν είναι το ίδιο πράγμα».


– Γιατί δεν είναι το ίδιο πράγμα;


«Γιατί, για εμένα, η ζωγραφική δεν έχει να κάνει με την πραγματικότητα, έχει να κάνει με τη ζωγραφική. Τα μέσα για τα οποία μιλάτε επιδεικνύουν μια έλλειψη ευαισθησίας με την έννοια ότι αποτελούν τρόπους παρουσίασης του πραγματικού».


– Γιατί όμως είναι σημαντικό να επιβιώσει η ζωγραφική και όχι οι πίνακες; Δεν έχουμε αρκετούς;


«Σίγουρα έχουμε αρκετούς. Θα μπορούσαμε πράγματι να ζήσουμε με όσους έχουμε. Πάντα όμως υπάρχει η πιθανότητα να κάνουμε κάτι που δεν έχουμε κάνει ακόμη».


– Γνωρίζετε νέους καλλιτέχνες που σας έχουν δώσει τέτοια εντύπωση;


«Γνωρίζω νέους που οι ίδιοι το πιστεύουν. Στο κάτω κάτω αυτό είναι που έχει σημασία. Πρέπει να το πιστέψει κανείς. Μιλώ για τη ζωγραφική βεβαίως. Γιατί η φωτογραφία, ας πούμε, δεν μου αρέσει καθόλου. Ποτέ μου δεν ένιωσα ένα συναίσθημα κοιτάζοντας μια φωτογραφία. Υπάρχουν ασφαλώς ωραίες φωτογραφίες, αλλά αυτό είναι διαφορετική υπόθεση».


– Μιλώντας για τη φωτογραφία, πολλοί τη χρησιμοποιούν περιστασιακά, είναι δηλαδή περισσότερο «σύγχρονοι καλλιτέχνες» παρά «φωτογράφοι». Θέλω να πω, πολλοί καλλιτέχνες σήμερα επιλέγουν το μέσο τους ανάλογα με την ιδέα που θέλουν να «κατασκευάσουν». Οι ζωγράφοι μού φαίνονται οι μόνοι που αισθάνονται ακόμη ότι το μέσο προηγείται της ιδέας…


«Εχετε απόλυτο δίκιο. H ζωγραφική είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτό που περιγράφετε. Δεν είναι δυνατόν να ζωγραφίσεις ξέροντας εκ των προτέρων τι θέλεις να κάνεις. Και είμαι ευχαριστημένος που εδώ στην Ελλάδα υπάρχει κοινό για τη ζωγραφική. Ενας κατάλογος, ας πούμε, σαν αυτόν που έφτιαξε το Μουσείο Φρυσίρα θα ήταν αδύνατον να γίνει στη Γαλλία».


– Γιατί;


«Γιατί όλοι οι θεσμοί εξαρτώνται από το υπουργείο Πολιτισμού και το υπουργείο υποστηρίζει άλλα πράγματα, δεν θα έδινε ποτέ τόσα χρήματα για τη ζωγραφική. Δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τη ζωγραφική».


– Πιστεύετε δηλαδή ότι η τέχνη έχει ανάγκη τη θεσμική υποστήριξη;


«Οχι, όχι, καθόλου. Από τη στιγμή όμως που αγοράζεις video και δεν αγοράζεις ζωγραφική, αυτό είναι ένα θέμα. Ισως βέβαια τα πράγματα είναι καλύτερα από όσο ήταν πριν από μερικά χρόνια, αλλά και πάλι δεν είναι καλά».


– H βελτίωση αυτή είναι κάποιου είδους επιστροφή ή απλώς πλουραλισμός;


«Δεν έχω ιδέα. Ποιος έχει;».


– Εχω διαβάσει κάτι που είχατε πει κάποτε για τη μοναξιά, ότι «ακριβώς όταν κανείς είναι με κάποιον, τότε συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν όρια, ότι ο καθένας είναι τελικά μόνος. Μπορεί κανείς να αγαπά τον άλλον πάρα πολύ αλλά η μοναξιά σε ένα ζευγάρι είναι υπολογίσιμη»…


«Μα έτσι είναι. H μοναξιά είναι ό,τι υπάρχει. Και υπάρχει ό,τι και να κάνουμε. Πρόκειται για κάτι που το έχω ζήσει παντού, στην οικογένεια, στους φίλους… Ολος ο κόσμος το ζει. H ζωή αρχίζει και τελειώνει με τη μοναξιά. Είναι κάτι πολύ αληθινό. Πολύ αληθινό. Τα λόγια όμως είναι κοινά, τα ξέρετε κι εσείς, είναι κάτι banal. Οπως και οι απεικονίσεις στη ζωγραφική μου είναι μια banalité. Ο,τι βγαίνει από τους πίνακες βγαίνει από την ίδια τη ζωγραφική, όχι από τις απεικονίσεις. H μοναξιά είναι επίσης πολύ συνηθισμένη, πολύ κοινή, όλα είναι συνηθισμένα. Είναι η ζωγραφική που τους δίνει αξία».


– H έκθεσή σας έρχεται, ξέρετε, σε μάλλον παράξενη στιγμή για εμένα. Συνειδητοποίησα ότι αγαπώ μια γυναίκα περισσότερο από καθετί και, για διάφορους λόγους, δεν μπορώ να την έχω. Πού είναι τελικά ο πόνος μου; Στη δική μου ψυχή ή στους πίνακές σας;


«Καταλαβαίνω τι μου λέτε. Ο πόνος είναι και στα δύο. Είναι σ’ εσάς και είναι στη ζωγραφική. Αν γνωρίζετε ήδη τη λύπη και τον πόνο… Τι να σας πω;».


– H ζωγραφική σας όμως θα μπορούσε να με κάνει να αισθανθώ ότι δεν αξίζει να κάνω την παραμικρή προσπάθεια…


«Τι σημαίνει όμως αυτό; Τι σημαίνει «δεν αξίζει», τι σημαίνει «προσπάθεια»; Είναι σαν να εννοείτε ότι έτσι κι αλλιώς κάποια στιγμή θα πεθάνουμε και θα κοιμηθούμε για πάντα».


– Αν υπάρχουν μόνο η μοναξιά και η λύπη και ο πόνος, γιατί να μην κοιμηθούμε για πάντα;


«Μα γιατί όλα αυτά έχουν πάθος! Ο κόσμος μπορεί να είναι σκληρός, αλλά έχει πάθος».


H αναδρομική έκθεση του Ζαν Ρουστέν στο Μουσείο Φρυσίρα (Μονής Αστερίου 3 & 7, Πλάκα, τηλ. 210 3234.678) θα διαρκέσει ως τις 9 Ιανουαρίου 2005.