Την ανακάλυψαν οι Ινδιάνοι και τη θεώρησαν δώρο από τους θεούς. Προτού κατακτήσει τον κόσμο ήταν η καλύτερη παρέα στη μοναξιά του Πάντσο Βίλα, συνόδευσε τις ταυρομαχίες του Πέδρο Ινφάντε και τα γουέστερν μελοδράματα, ενώ η φράση «πιάσε μια τεκίλα» έγινε αυτή που άκουγε συχνότερα στη ζωή του κάθε μεξικανός ταβερνιάρης




Ο θρύλος για τη γέννηση της τεκίλας λέει ότι ένας κεραυνός χτύπησε κάποτε μια αγαύη (κακτοειδές φυτό) στην περιοχή μιας φυλής Ινδιάνων του Μεξικού. Οι Ινδιάνοι παρατήρησαν ότι το φυτό άρχισε τότε να εκκρίνει ένα γευστικό και καυτερό υγρό, που, όταν το έπινες, σου δημιουργούσε ευχάριστα συναισθήματα. Το θεώρησαν δώρο σταλμένο από τους θεούς και, όπως αναφέρει ο Αντόνιο Σαν Μαρτίν στο βιβλίο του «Η τεκίλα, κάτι παραπάνω από ένα ποτό», το χρησιμοποιούσαν για να ευθυμήσουν στις θρησκευτικές γιορτές τους. Το μεξικανικό αλκοολούχο δεν προσέφερε απόλαυση μόνο στους ιθαγενείς και στους θεούς τους: Ηταν η καλύτερη παρέα στη μοναξιά του Πάντσο Βίλα, συνόδευσε τις ταυρομαχίες του Πέδρο Ινφάντε και τα εγχώρια γουέστερν μελοδράματα, ενώ η φράση «πιάσε μια τεκίλα» έγινε η συχνότερη που άκουγε στη ζωή του κάθε ταβερνιάρης της περιοχής. Με την κραυγή «Viva Mexico!» χιλιάδες πατριώτες πετούσαν ψηλά τα σομπρέρο τους και έπιναν ωκεανούς ολόκληρους του εθνικού τους ποτού.


«Σήμερα θα πιω τεκίλα, αύριο θα πιω κρασί / και, αν με δεις μεθυσμένο, αύριο δεν θα με θες» λέει ένα λαϊκό ερωτικό τραγουδάκι. Η τεκίλα έχει συνδεθεί με τη λαϊκή μυθολογία και την παράδοση του Μεξικού. Οταν πέθανε ο ταυρομάχος Ινφάντε, ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά σύμβολα του 20ού αιώνα, ο λαός τον θρήνησε κατεβάζοντας τελετουργικά, ποτήρι ποτήρι, τόνους από τεκίλα. Εδώ και αρκετές γενιές οι άνθρωποι ενώνονται στους ρυθμούς του μαριάκι (μεξικανικός χορός) έχοντας επαρκή προμήθεια τεκίλας και λένε «άσπρο πάτο» με τρεμάμενο χέρι. Το ρητό που χάραξε επάνω στο «οικιακό» του μπαρ ο μεξικανός ευπατρίδης και υποστηρικτής των τοπικών παραδόσεων δον Φρανσίσκο Χαβιέ Σάουθα ενθαρρύνει τους αρχάριους της τεκίλας: «Στην αρχή με νερό. Μετά χωρίς νερό. Και στο τέλος σαν νερό». Ετσι πίνεται το υγρό-δυναμίτης. Υπήρξαν περίοδοι ωστόσο κατά τις οποίες τα ήθη και οι πεποιθήσεις υποβίβασαν την τεκίλα σε λαϊκό ποτό, όταν οι ανώτερες τάξεις έπιναν μπράντι, κονιάκ και ουίσκι. Ωσπου ο Ελάδιο Σάουζα την εξήγαγε το 1924 με τη φράση «Μεξικάνικο ουίσκι, ο χυμός των ιερών κάκτων» τυπωμένη στην ετικέτα της φιάλης. Η κατάσταση άλλαξε ριζικά. Ομως το μεγάλο «μπαμ» στο άνοιγμα της αγοράς για την τεκίλα ξεκίνησε το 1994 ­ και διατηρείται ως σήμερα.


Ο Αρνούλφο Τόρες, ο οποίος είναι μπάρμαν σε ένα μαγαζί στην πρωτεύουσα του Μεξικού και μετράει 20 χρόνια στο επάγγελμα, λέει ότι οι νέοι έχουν αρχίσει σήμερα να πίνουν τεκίλα και να τη θεωρούν πολύ της μόδας, ενώ κάποτε δεν ήθελαν ούτε να τη βλέπουν. «Τα γούστα έχουν αλλάξει. Τις Παρασκευές, αφού σχολάσουν από το γραφείο, έρχονται εδώ οι παρέες και κατεβάζουν τη μία τεκίλα μετά την άλλη» λέει ο βετεράνος μπάρμαν. Σε αυτό το σημείο όμως υπάρχουν και οι ενστάσεις των ειδικών, όπως του «γκουρμέ» Ραφαέλ δελ Μπάρκο, που επιμένει ότι τέτοιου είδους κατάχρηση της τεκίλας είναι τουλάχιστον εγκληματική, όχι για τα στομάχια των θαμώνων, αλλά για τους κανόνες της γαστρονομίας: «Αυτό το οινοπνευματώδες είναι ένα απεριτίφ». Σύμφωνα με τον Μπάρκο, οι καλοί πότες επιλέγουν ποικιλίες της άσπρης τεκίλας και την καταναλώνουν με εγκράτεια. Οσο για το αλάτι και το λεμόνι που συνοδεύουν τα σφηνάκια, «αυτά είναι ευρήματα του σινεμά».


Στις αρχές του 16ου αιώνα οι προμήθειες σε οινοπνευματώδη των ισπανών κατακτητών άρχισαν να τελειώνουν. Ετσι αντί για μπράντι έπιναν τον χυμό της αγαύης. Η συστηματική παραγωγή του ποτού ωστόσο ξεκίνησε 70 χρόνια αργότερα, όταν κάποιος τοπικός άρχοντας, ένας ισπανός μαρκήσιος, καλλιέργησε συστηματικά το φυτό και έφτιαξε ένα απόσταγμα το οποίο ονόμασε «τεκίλα», από τη λέξη μιας διαλέκτου ιθαγενών, η οποία σημαίνει «ηφαίστειο».


Στα 300 χρόνια της ύπαρξής της η βιομηχανία της τεκίλας απέκτησε 578 φίρμες, μπορεί και παράγει 170 εκατ. λίτρα ετησίως και να εξάγει 90 εκατ. από αυτά σε περισσότερες από 30 χώρες. Η διαδικασία παραγωγής ξεκινάει στον κάμπο, όταν το φυτό της μπλε αγαύης έχει εμφανίσει σημάδια της απαιτούμενης ωριμότητας, πράγμα που σημαίνει ότι βρίσκεται στην ηλικία των 8-12 ετών. Μόνο τότε μπορεί να πάρει σειρά για τη συγκομιδή, η οποία γίνεται χειρωνακτικά, χωρίς μηχανήματα.


Το πλέον διάσημο κοκτέιλ με βάση την τεκίλα είναι η «μαργαρίτα»: Περιέχει (εκτός από τεκίλα) κουαντρό, θρυμματισμένο πάγο, λεμόνι και αλάτι και σερβίρεται σε ποτήρι με πόδι. Είναι το κοκτέιλ που έχει προκαλέσει τις θλιμμένες εξομολογήσεις κάθε πικραμένου με ακροατή τον πάντα υπομονετικό μπάρμαν.


Το Μεξικό έχει ορίσει εθνικό ποτό του την τεκίλα, με τον ίδιο ζήλο που επιδεικνύουν οι Γάλλοι για το κονιάκ. Μάλιστα τον Νοέμβριο του 1997 η Ευρωπαϊκή Ενωση αποδέχθηκε το αυθεντικό της προέλευσης και της ονομασίας του ποτού. Το Μεξικό είναι πρώτο σε κατανάλωση τεκίλας και ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Γαλλία, ο Καναδάς, η Χιλή, η Βρετανία, η Ιαπωνία και μετά, πολύ πιο πίσω από ό,τι θα περίμενε κανείς, η Ισπανία. Ο ερευνητής και συγγραφέας Ενρίκε Μαρτίνες Λιμόν παρατήρησε ότι στην Ισπανία, τη χώρα που σύμφωνα με την ιστορία έχει συμβάλει στη συνταγή του ποτού, η κατανάλωση τεκίλας είναι πολύ πεσμένη σε σχέση με το Μεξικό, γεγονός το οποίο αποδίδει στις γενικότερες γαστρονομικής φύσεως διαφορές που έχουν οι δύο χώρες παρά την κοινή πολιτισμική τους πορεία.