Κοσμάς Χαρπαντίδης
Το άκυρο αύριο
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Πόλις
σελ. 279, τιμή 15,00 ευρώ

Πεζογράφος που παλαιότερα περιέβαλλε με κάποιες δόσεις ποιητικής αύρας την κατά τα άλλα ρεαλιστική του αφήγηση, ο Κοσμάς Χαρπαντίδης έχει συνδέσει επανειλημμένως τους πρωταγωνιστές του με το τοπίο της Καβάλας, όπου και η υποβλητική προβολή τόσο της ατομικής όσο και της κοινωνικής τους μοίρας. Εχοντας αποβάλει κάθε ποιητικό ίχνος, το καινούργιο μυθιστόρημα του Χαρπαντίδη μοιάζει βυθισμένο στην πολιτική και στην Ιστορία. Τον ρόλο του κεντρικού ήρωα θα επωμιστεί ένας ακροδεξιός καπετάνιος που πολεμώντας πρώτα εναντίον των Γερμανών και των Βουλγάρων στα βορειοελλαδικά σύνορα και κατόπιν εναντίον των απανταχού κομμουνιστών θα καταλήξει δήμαρχος της μεθοριακής Μικρόπολης, όπου και θα βασιλεύσει μέχρι και τη δεκαετία του 1980 χωρίς στο μεταξύ να έχουν μεταβληθεί οι πολιτικές του πεποιθήσεις ούτε κατά ένα ιώτα. Δεν ξέρω αν μιλάμε για τη Μικρόπολη Δράμας, που θυμίζει ως φυσικό και γεωγραφικό τοπίο τη Μικρόπολη του Χαρπαντίδη, το κλίμα όμως μέσα στο οποίο δρα ο Πρόδρομος Αρσλάνογλου από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι τον Εμφύλιο και τα μετεμφυλιακά χρόνια είναι το κλίμα που θα επικρατήσει την ίδια περίοδο σε όλη την Ελλάδα.


Θα πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι ο Χαρπαντίδης δεν γράφει σε καμία περίπτωση ιστορικό μυθιστόρημα. Η αφήγησή του περνά από τις δεκαετίες του 1940 και του 1950 στην πρώτη φάση της Μεταπολίτευσης για να φθάσει μέχρι και τις ημέρες μας κινούμενη μέσα σε ένα συνεχές χρονικό σπιράλ: σπιράλ που θέλει να δείξει πως τα συλλογικά πάθη του παρελθόντος θα μεταγγιστούν, παρά τα όσα έχουν μεσολαβήσει, σχεδόν ακέραια στο παρόν, αποδεσμεύοντας τα ίδια ποσοστά πολιτικής βίας και κοινωνικού διαχωρισμού. Αλλοτε ο στόχος των ακροδεξιών ήταν οι κομμουνιστές, σήμερα είναι οι μετανάστες: η μόλυνση της φυλής και του έθνους εκπροσωπεί πάντοτε τον μείζονα κίνδυνο.

Ο Χαρπαντίδης θα βάλει στο παιχνίδι κι άλλα στοιχεία: μια σύγχρονη, νεοναζιστική οργάνωση βγαλμένη από τη μαύρη καρδιά του μεταπολέμου, μια συγγραφέα που φιλοδοξεί να γράψει για τον Αρσλάνογλου, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο για την αυτοκτονία του πατέρα της (υπήρξε σύντροφος και στενός συνεργάτης του), αλλά και ένα τοπικό μοναστήρι που έχει αναγάγει σε ύψιστο σκοπό της λειτουργίας του την αγιοποίηση του παλιού καπετάνιου. Ο παλιός καπετάνιος αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του βιβλίου. Αποφεύγοντας τη συναισθηματική γλώσσα, βάζοντας στην άκρη την πολιτική καταγγελία και γράφοντας με ένα γεωμετρικά λιτό ύφος (γεωμετρική θα χαρακτήριζα και την άρθρωση των σύντομων πλην εξαιρετικά πυκνών κεφαλαίων του), ο συγγραφέας θα αντλήσει όλα τα πολιτικά του μηνύματα από τον τρόπο με τον οποίο θα χτίσει το πρωταγωνιστικό του πρόσωπο. Φονιάς, αντικομμουνιστής μέχρι μυελού οστών (υποπτεύεται ακόμα και τους ανθρώπους του κλειστού του κυκλώματος), στυγνός με τη γυναίκα ή τα παιδιά του και εθνοφυλετικά αμετανόητος (κι ας τρέχει τούρκικο αίμα στις φλέβες του), ο Αρσλάνογλου θα μετατραπεί βαθμιαία σε εγκόσμιο Εωσφόρο: θα σκηνοθετήσει την ανεύρεση των λειψάνων του έτσι ώστε να λατρευθεί μεταθανατίως ως θεός, ρίχνοντας τη βαριά σκιά του σε παλαιότερους και νεότερους και υποθηκεύοντας ανατριχιαστικά το μέλλον όλων. Ενα υπόδειγμα αρνητικού λογοτεχνικού χαρακτήρα που μας θυμίζει ότι η λογοτεχνία καταφέρνει να μιλήσει αποκαλυπτικά για την πολιτική μόνο όταν ξέρει πώς να βασιστεί αποκλειστικά στα δικά της μέσα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ