Λάκης Παπαστάθης
Ο δάσκαλος αγαπούσε το βωβό σινεμά
Εκδόσεις Πόλις,
σελ. 160, τιμή 12 ευρώ

Πενήντα εξαιρετικά σύντομα κείμενα μέσω των οποίων ένας δάσκαλος αποφασίζει να δουλέψει με τους μαθητές του συνδυάζοντας τις τέχνες τις οποίες κατέχει καλύτερα: τη λογοτεχνία, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Πρόκειται μολοντούτο για έναν παιδαγωγό ο οποίος δεν διαπνέεται από τις συνήθεις βεβαιότητες της διδασκαλίας. Η αμφιβολία τρυπά ευθύς εξαρχής τον νου και την καρδιά του, ενώ καμία εσωτερική ή εξωτερική εγγύηση δεν είναι σε θέση να τον πείσει πως έχει επιλέξει τον ενδεδειγμένο δρόμο. Τι ακριβώς όμως πρέπει να κάνει γι’ αυτό; Πώς να χειριστεί τις αμφιβολίες του και πώς να απαγκιστρωθεί από τις πιθανές αυτοπαγιδεύσεις του; Μήπως να εγκαταλείψει την προσπάθεια αφήνοντας τα μαθήματα και τους μαθητές στην τύχη τους; Και αν πάλι είναι προτιμότερο να συνεχίσει αντιμετωπίζοντας όλα τα πιθανά ρίσκα; Ο δάσκαλος θα αμφιταλαντευθεί, αλλά θα ξεπεράσει εν τέλει τις επιφυλάξεις του και θα εμπιστευθεί το μοναδικό μέσον που είναι ικανό να υποστηρίξει τη δουλειά του: την αφήγηση. Οχι, λοιπόν, μια εκ άνω διδασκαλία με ρητούς κανόνες και απαράβατο πρόγραμμα αλλά μια δοκιμαστική, διερευνητική μέθοδος που θα μετατρέψει τα θεωρητικά ζητήματα σε χειροπιαστές εικόνες καλώντας τους μαθητές να τα αποκρυπτογραφήσουν στην πράξη.

Ο Λάκης Παπαστάθης γράφει ένα βιβλίο για τους τρόπους με τους οποίους είναι δυνατόν να προσεγγίσουμε και να συναισθανθούμε την καλλιτεχνική εμπειρία, ξέροντας πως κάθε προσέγγιση έχει τις δικές της δυσκολίες και χρειάζεται να υπερβεί τα δικά της εμπόδια. Το συμπέρασμα όμως δεν αλλάζει, όπως και αν το σκεφθούμε ή αν το κοιτάξουμε: η διαρκής αναμέτρηση είναι το απόσταγμα της γοητείας της πάλης με την καλλιτεχνική μορφή –και το τελικό της αντίδωρο. Αντλώντας τη γραμμή του από την παράδοση του künstlerroman (του μυθιστορήματος καλλιτεχνικής ενηλικίωσης), ο Παπαστάθης αναπτύσσει στα διηγήματά του όσα προβλήματα θα βοηθήσουν τους μαθητές του δασκάλου να φτάσουν ως τον πυρήνα της τέχνης του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ετσι θα εξασφαλίσουν βαθμιαία τις προϋποθέσεις οι οποίες θα τους επιτρέψουν όχι μόνο να μάθουν και να ελέγξουν το υλικό τους αλλά και να το επεξεργαστούν, τουλάχιστον από ένα σημείο και πέρα, με τη δέουσα ωριμότητα.
Δεν πρέπει, βέβαια, να ξεχνάμε πως όλα αυτά δεν συντελούνται επί σκηνής αλλά στο επίπεδο της λογοτεχνικής γλώσσας. Η λογοτεχνία δεν οφείλει να παραδώσει μαθήματα θεατρικής τεχνικής ούτε να γίνει όχημα κινηματογραφικής παιδείας και σε αυτό ακριβώς έγκειται η επιτυχία του βιβλίου του Παπαστάθη. Τα διηγήματά του δεν μιλούν για την ιστορία, τα ρεύματα και τις σχολές του θεάτρου και του κινηματογράφου. Στόχος τους είναι να προικίσουν τους μαθητές του δασκάλου με μιαν ανθρωπολογική ματιά: με ένα βλέμμα που θα τους διευκολύνει να αναγνωρίσουν στις αφανείς λεπτομέρειες της καθημερινότητας τα υπαρξιακά στοιχεία που τρέφουν όλες τις τέχνες: την προσδοκία και τη διάψευση της ελπίδας, την ανησυχία για το παρόν και το μέλλον, τον φόβο απέναντι στο άγνωστο και στον θάνατο, τον εφιάλτη της μοναξιάς, τη δύναμη και ταυτοχρόνως την αδυναμία του προσωρινού και του εφήμερου, τη μνήμη των νεκρών, το βάθος και τη διάρκεια του ερωτικού πόθου, τον αδιάκοπο αγώνα της ζωής που δεν βαδίζει πάντοτε σε τροχιά δικαίωσης. Και θα δούμε εδώ εκ παραλλήλου και τον αδιάκοπο αγώνα του καλλιτέχνη: με τις δυνατότητες και τα όρια της τέχνης του, με τις πραγματικές δυνάμεις που διαθέτει ο εαυτός του, με την ποιότητα και το μέγεθος των φιλοδοξιών του, με το εύρος και την ένταση του εποπτικού του πεδίου.
Κάθε διήγημα της συλλογής είναι χωρισμένο σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος ο δάσκαλος-αφηγητής λέει μιαν ιστορία. Στο δεύτερο μέρος ζητάει από τους μαθητές να της δώσουν σάρκα και οστά: να φανταστούν τις κρυφές της διαστάσεις, να συμπληρώσουν τα κενά της, να προικίσουν με φωνή και κίνηση τους πρωταγωνιστές της. Ο λόγος είναι προφανώς για τις σκηνοθετικές του οδηγίες, αλλά τα διηγήματα του Παπαστάθη αποκτούν κατά τον τρόπο αυτόν κάτι το ιδιαιτέρως πρωτότυπο και ευρηματικό: ιστορίες γραμμένες σαν ιχνοστοιχεία, σαν μια πρώτη, εκκρεμής ύλη την οποία ο αναγνώστης θα μεταπλάσει κατά το δοκούν, αναλαμβάνοντας έναν λιγότερο ή περισσότερο συμμετοχικό ρόλο που θα τον μεταβάλει σε οργανικό μέρος του παιχνιδιού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ