ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΪΒΑΝΑΣ
Βία και αφήγηση.
Ιστορία, ιδεολογία και εθνικός πολιτισμός
στην πεζογραφία του Θανάση Βαλτινού

Εκδόσεις Εστία, 2012,
σελ. 309, τιμή 15 ευρώ

Η οδυνηρή περιπέτεια της Μικρασιατικής Καταστροφής, τα πολλαπλά μεταναστευτικά δεινά και το δραματικό βάρος του Εμφυλίου, που θα αποδεσμεύσουν ένα παρατεταμένο κύμα βίας και εθνικής ή ιδεολογικής έξαρσης στην ελληνική κοινωνία (ακόμη και όταν οι συγκρούσεις θα αρχίσουν να απομακρύνονται από το προσκήνιο), έχουν απασχολήσει ένα σημαντικό μέρος (ενδεχομένως το κρισιμότερο) της πεζογραφίας του Θανάση Βαλτινού: από την Κάθοδο των εννιά (1963), το Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη (1964), τα Τρία ελληνικά μονόπρακτα (1978), τα Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60 (1989), την Ορθοκωστά (1994) και το δεύτερο Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη (2000) ως το Ημερολόγιο 1836-2011 (2001), τον Τελευταίο Βαρλάμη (201Ο) και τον Ανάπλου (2012).

Με τη μελέτη του Βία και αφήγηση ο Δημήτρης Παϊβανάς συγκεντρώνει την προσοχή του στα έξι πρώτα έργα. Εκείνο το οποίο ενδιαφέρει πρωτίστως τον μελετητή είναι να δείξει πώς η μορφή των υπό εξέταση κειμένων βοηθάει τον συγγραφέα να διαρρήξει το σκληρό, αν όχι και αδιαπέραστο, περίβλημα που θα επιστρατεύει η πολιτική αλλά και η εθνική-φυλετική ιδεολογία προκειμένου να κρύψει (ή έστω να απαλύνει) τον αιματηρό βηματισμό της Ιστορίας.
Ο Βαλτινός θα κάνει προς αυτή την κατεύθυνση τρία πράγματα: θα χρησιμοποιήσει την αλληγορία και τη μεταφορά (δίχως να παραβλέψει ποτέ τα ιστορικά συμφραζόμενα της δράσης), θα υιοθετήσει την παρωδία ως μέσο για την ειρωνική εξάρθρωση των αφηγηματικών συμβάσεων και θα εφαρμόσει τις μεθόδους της προφορικής ιστορίας με την επίκληση του τοπικού ντοκουμέντου και της προσωπικής μαρτυρίας. Ενα τέτοιο πλαίσιο θα του επιτρέψει να δει τον Εμφύλιο χωρίς το ιδεολογικό κοστούμι που του φόρεσαν το μετεμφυλιακό κράτος και η Αριστερά. Οι ευθύνες για τη βία θα επιμεριστούν εδώ και στις δύο παρατάξεις και η οποιαδήποτε σωτηριολογική προοπτική θα απουσιάσει πανηγυρικά.
Αναλόγως θα κινηθεί ο συγγραφέας και ως προς τη μετανάστευση. Βάζοντας στη θέση του νόστου την ανάγκη για μια καινούργια φυγή ο πολυσυζητημένος Κορδοπάτης θα αναζητήσει την ατομική του ολοκλήρωση σε υπερεθνική προοπτική και θα αναγνωρίσει ως πατρίδα του όποια γη είναι σε θέση να του εξασφαλίσει οικονομική προκοπή.
Και η ιδεολογία της Μικρασιατικής Καταστροφής; Ο Βαλτινός θα ανεβάσει εν προκειμένω έναν πολυπρόσωπο θίασο επί σκηνής φανερώνοντας μέσα από τον ελλειπτικό λόγο των μελών του ότι οι Ελληνες δεν υπήρξαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στον Σαγγάριο λιγότερο βίαιοι από όσο υπήρξαν οι Τούρκοι στην πυρπόληση της Σμύρνης. Ο παρηγορητικός και εξωραϊστικός λόγος του εθνικού αφηγήματος θα λάμψει διά της απουσίας του για άλλη μια φορά.
Ενδελεχής γνώση, περίεργες σκέψεις
Οι προσεγγίσεις του Παϊβανά βασίζονται σε ενδελεχή γνώση των πηγών και προϋποθέτουν ένα περιεκτικό ερμηνευτικό σύστημα από το οποίο δεν λείπει το καινοτόμο πνεύμα. Η εισαγωγή των εννοιών της αλληγορίας, της μεταφοράς, της παρωδίας και της ειρωνείας στην προσπάθεια διερεύνησης των δεσμών τους οποίους αναπτύσσει ο Βαλτινός με τη συγκαιρινή του αλλά και την απώτερη ιστορική πραγματικότητα ενσωματώνει συνεχώς τις κριτικές αναγνώσεις που έχουν προηγηθεί και διευρύνει εποικοδομητικά την οπτική μας γωνία για την πεζογραφική παραγωγή του.
Από αυτή την άποψη βρίσκω σχεδόν ακατανόητο το εισαγωγικό κεφάλαιο του βιβλίου, όπου ο μελετητής, αφού επαναφέρει τον μύθο περί θεωρητικής αδαημοσύνης της κριτικής, καταλογίζει στους κριτικούς του Βαλτινού όσα προβλήματα δεν κατορθώνει να λύσει ούτε ο ίδιος. Επειτα από πολλές σελίδες ο Παϊβανάς δεν θα απαντήσει στο πού ακριβώς τοποθετούνται τα όρια μεταξύ μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού σε έναν συγγραφέα ο οποίος διαφεύγει συνεχώς από τη λαβίδα των κατηγοριοποιήσεων.
Επίσης, θα αποδώσει στον μεταμοντερνισμό χαρακτηριστικά που μπορεί να αποδοθούν στην προμοντερνιστική περίοδο (εκτός αν πιστέψουμε στα σοβαρά ότι το νόημα ή η συνεκτικότητα ανήκουν στον μοντερνισμό και η αναποφασιστικότητα ή η αποσπασματικότητα υπηρετούν μόνο τον μεταμοντερνισμό). Ακόμη, ο Παϊβανάς θα μας βάλει σε περίεργες σκέψεις σχετικά με διάφορα ζητήματα ορολογίας. Γιατί, επί παραδείγματι, να ονομάσουμε την Ορθοκωστά ιστορικό μυθιστόρημα όταν η έννοια της ιστορικής μεταμυθοπλασίας εξηγεί πολύ καλύτερα τις πολλαπλές αυτοϋπονομεύσεις της;
Τέλος, ο μελετητής δεν θα αποφύγει να ψάξει πίσω από τις αποδομητικές τεχνικές των βιβλίων τα οποία μελετά κάποιες σταθερές πολιτικές σημασίες –βάζοντας τώρα στο παιχνίδι την κριτική από την πίσω πόρτα, αφού το προσφιλές θέμα του είναι να την ταυτίζει με τον ρόλο του απολογητή των σταθερών λογοτεχνικών σημασιών.
Εργα όπως του Βαλτινού είναι λογικό να προκαλούν σωρεία περίπλοκων και αντιφατικών ερωτημάτων. Δεν χρειάζεται να βγάλουμε από την ντουλάπα τον σκελετό της απαρχαιωμένης διαμάχης ανάμεσα στη φιλολογία και την κριτική για να τα αντιμετωπίσουμε. Η ανταλλαγή και ο διάλογος μπορεί να φέρουν απείρως καλύτερα αποτελέσματα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ